Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ έχει επανειλημμένα απειλήσει ότι θα τιμωρήσει τη Ρωσία και τον πρόεδρό της, Βλαντίμιρ Πούτιν, αν η Μόσχα δεν προσέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και δεν συμφωνήσει σε ειρηνευτικές συνομιλίες ή κατάπαυση του πυρός με την Ουκρανία.

Ο Πούτιν, ωστόσο, δεν μοιάζει να… συγκινείται αλλά αντίθετα, συνεχίζει και εντείνει τις επιθέσεις της στην Ουκρανία, προσπαθώντας να εδραιώσει κέρδη στο πεδίο της μάχης.

Κι όμως, ο Τραμπ εξακολουθεί να αποφεύγει να εξαπολύσει το «μεγάλο όπλο» των πρόσθετων κυρώσεων και της οικονομικής τιμωρίας, που θα μπορούσαν να πλήξουν μια ήδη αποδυναμωμένη Ρωσία.

Σύμφωνα με αναλυτές, ο λόγος της αδράνειας αυτής είναι στρατηγικός και υπερβαίνει τα στενά όρια της Ρωσίας. Προειδοποιούν ότι όσο περισσότερο καθυστερεί ο Τραμπ, τόσο περισσότερο υπονομεύει τη δική του θέση αλλά και αυτή των ΗΠΑ.

«Ο ρωσικός προϋπολογισμός βρίσκεται ήδη υπό μεγάλη πίεση… αν επιβάλλονταν επιπλέον σημαντικές κυρώσεις, ειδικά στον ρωσικό πετρελαϊκό τομέα από τις ΗΠΑ — κάτι που έχει συζητηθεί αλλά δεν έχει γίνει — τότε η πίεση θα ήταν ακόμα μεγαλύτερη. Αλλά αυτό δεν έχει συμβεί», δήλωσε ο Κρις Γουίφερ, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Macro-Advisory με έδρα τη Μόσχα, στο CNBC τη Δευτέρα.

Σύμφωνα με τον Γουίφερ, δύο είναι οι βασικοί λόγοι για τη διστακτικότητα του Τραμπ: η επιθυμία του να φανεί ως μεσολαβητής ειρήνης και ο φόβος μήπως σπρώξει τη Ρωσία πιο βαθιά στην αγκαλιά της Κίνας.

«Ο Τραμπ εξακολουθεί να πιστεύει ότι μπορεί να φέρει και τις δύο πλευρές στο τραπέζι, ότι μπορεί να διαπραγματευτεί μια ειρηνευτική συμφωνία και να πάρει τα εύσημα για την προώθηση της ειρήνης. Και, έχοντας κατά νου ότι η ανακοίνωση για το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης θα γίνει στις αρχές Οκτωβρίου, αυτό παίζει ρόλο, γιατί γνωρίζουμε τον χαρακτήρα του συγκεκριμένου προσώπου», δήλωσε στο «Squawk Box Europe» του CNBC.

«Ο δεύτερος λόγος είναι ότι υπάρχει η αίσθηση πως, αν η Ρωσία ηττηθεί πλήρως και απομονωθεί εντελώς από τη Δύση, τότε δεν θα έχει άλλη επιλογή παρά να στραφεί ολοκληρωτικά στην Κίνα. Κι αυτό ενδέχεται να ενισχύσει τη θέση της Κίνας» προσθέτει.

Η ενίσχυση των δεσμών Ρωσίας-Κίνας θα μπορούσε να σημαίνει ότι το Πεκίνο αποκτά σχεδόν απεριόριστη πρόσβαση σε ενεργειακούς πόρους, βιομηχανικά υλικά και στον Αρκτικό Κύκλο, κάτι που θα μπορούσε ουσιαστικά να αποκλείσει τις ΗΠΑ από περιοχές του Αρκτικού που ελέγχονται από τη Ρωσία.

Επιπλέον, αυτό θα έδινε στην Κίνα μεγαλύτερη πρόσβαση στη ρωσική στρατιωτική τεχνολογία, όπως υποβρύχια stealth, καθώς και περισσότερες ευκαιρίες στον τομέα της διαστημικής εξερεύνησης.

Αξιωματούχοι στην Ουάσιγκτον ανησυχούν για αυτό, σύμφωνα με τον Γουίφερ. «Δεν θέλουν η Ρωσία να γίνει θυγατρική της Κίνας. Θέλουν να τη διατηρήσουν σε μια πιο ουδέτερη θέση, με εμπλοκή και με τη Δύση. Πιστεύω πως αυτός είναι ένας λόγος που είναι επιφυλακτικοί προς το παρόν».

Το CNBC επικοινώνησε με τον Λευκό Οίκο για περαιτέρω σχόλια σχετικά με τη στρατηγική του απέναντι στη Μόσχα και αναμένει απάντηση.

Πώς βλέπει η Ουκρανία τα «μπρος – πίσω» του Τραμπ

Η Ουκρανία παρακολουθεί με απογοήτευση καθώς ο Τραμπ αφήνει να περνούν οι προθεσμίες για κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας, χωρίς να υπάρχει συνέπεια, χάνοντας -κατά την άποψη του Κιέβου- πολύτιμες ευκαιρίες να πιέσει τον Πούτιν για κατάπαυση του πυρός.

«Οι Ουκρανοί ήλπιζαν ότι η διορία της 8ης Αυγούστου που έθεσε ο Τραμπ στον Πούτιν για κατάπαυση του πυρός, θα οδηγούσε σε πιο σταθερή αεράμυνα», έγραψε τον Αύγουστο ο Τζον Χερμπστ, πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στην Ουκρανία και επικεφαλής του Eurasia Center του Atlantic Council.

Ωστόσο, απογοητεύτηκαν όταν ο Τραμπ δεν τιμώρησε τον Πούτιν μετά το πέρας της προθεσμίας. «Αντ’ αυτού, επικεντρώθηκε σε συναντήσεις κορυφής με τον Πούτιν, που μέχρι στιγμής δεν έχουν αποδώσει ευελιξία από τη ρωσική πλευρά», έγραψε ο Χερμπστ.

«Τώρα, σφίγγουν τα δόντια και, μαζί με πολλούς Ευρωπαίους εταίρους τους, περιμένουν από τον Λευκό Οίκο να καταλάβει ότι η Ρωσία τούς κοροϊδεύει — και να λάβει τα ισχυρά μέτρα που είχε υποσχεθεί ο Τραμπ, σε περίπτωση που η Ρωσία συνέχιζε τον πόλεμο στην Ουκρανία».