Γιατί τώρα; Αυτή είναι η ερώτηση. Γιατί τώρα, μετά από 19 μήνες αδιάκοπης επίθεσης που ήταν ορατή σε όλους και επιβεβαιώθηκε από τις ίδιες τις ισραηλινές αρχές, αρχίζει να αλλάζει το κλίμα γύρω από τη Γάζα;

Σε ανάλυσή του ο βρετανικός Guardian αναφέρει ότι η σαφής μεταβολή στον τόνο των ηγετών του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης την περασμένη εβδομάδα σηματοδοτεί μια ξεκάθαρη ρήξη με τη μέχρι πρότινος στάση της αποδοχής του «δικαιώματος του Ισραήλ στην αυτοάμυνα». Πλέον, η ρητορική περιλαμβάνει εκφράσεις όπως «ηθικά αδικαιολόγητη» και «εντελώς δυσανάλογη» δράση, ενώ οι απειλές των ισραηλινών ηγετών χαρακτηρίζονται «αποτροπιαστικές». Σε έναν βαθμό, αυτή η αλλαγή είναι μια προσπάθεια προστασίας από μελλοντικές ευθύνες. Ο πόλεμος έχει εξελιχθεί σε γενοκτονία και εθνοκάθαρση. Κάποιοι προσπαθούσαν να υποστηρίξουν τις επιθέσεις για ενάμιση χρόνο, αλλά πλέον δεν μπορούν να σταθούν στο βήμα ή στο τραπέζι και να επιχειρηματολογήσουν υπέρ της θανάτωσης 100 ανθρώπων την ημέρα, όπως συνέβη την προηγούμενη εβδομάδα. Ούτε ότι το Ισραήλ έχει κάποιο σχέδιο πέρα από αυτό που οι ηγέτες του έχουν επανειλημμένως διακηρύξει: τον εκτοπισμό και τον εποικισμό. Έχει προ πολλού καταρριφθεί το επιχείρημα πως πρόκειται απλώς για εξάλειψη της Χαμάς. Το Ισραήλ, όπως παραδέχτηκε ένας Βρετανός σύμμαχος του στα ΜΜΕ, έχει εκθέσει τους φίλους του.

Ωστόσο, υπάρχει μια αποσύνδεση ανάμεσα στην καταδίκη και την οργή και σε όσα συμβαίνουν στο πεδίο. Όταν πρόκειται για το Ισραήλ, οι διεθνείς μηχανισμοί καταδίκης δεν λειτουργούν. Καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου, διεθνείς οργανισμοί, ανθρωπιστικές αποστολές και δικαστήρια έχουν αποδειχθεί ανίσχυρα στο να μετατρέψουν τα πορίσματά τους σε δράση. Τα λόγια δεν έχουν κανένα αντίκτυπο. Απλώς χτυπούν στον «σιδερένιο θόλο» της ισραηλινής ατιμωρησίας. Κάθε μέρα, ο κόσμος ξυπνά αντιμέτωπος με μια ηγεσία που παραβιάζει κάθε κανόνα ηθικής και λογικής. Τα θύματα παρουσιάζονται ως επιτιθέμενοι, οι ανθρωπιστές ως μεροληπτικοί, ένας στρατός που σκοτώνει άοπλους γιατρούς χαρακτηρίζεται ως ο «πιο ηθικός στρατός στον κόσμο». Έχουν έρθει τα πάνω κάτω.

Η πρόσφατη αλλαγή στον λόγο των διεθνών συμμάχων του Ισραήλ είναι αξιοσημείωτη. Όμως θα ήταν επικίνδυνο να υπερεκτιμηθεί η σημασία της. Οι ισραηλινές αρχές όχι μόνο δεν ενδιαφέρονται, αλλά αντλούν δύναμη από την καταδίκη. Όλα αυτά λειτουργούν επιβεβαιωτικά για το αφήγημα πως το Ισραήλ είναι μόνο του, παρεξηγημένο, αδικημένο και περικυκλωμένο από εχθρούς. Η μεταβολή μοιάζει με τομή μόνο σε σύγκριση με όσα προηγήθηκαν. Για πολύ καιρό, η απλή πράξη να αποκαλέσει κάποιος τα γεγονότα στη Γάζα με το όνομά τους θεωρήθηκε προσβολή ή και έγκλημα. Αν μη τι άλλο, τους τελευταίους 19 μήνες σημειώθηκαν μια σειρά από φαινομενικά «ορόσημα» χωρίς αντίκρισμα: ιστορικές διαδηλώσεις, αλλαγές στη δημόσια γνώμη παγκοσμίως, συγκρούσεις στους κόλπους πολιτικών, νομικών και ακαδημαϊκών θεσμών της Δύσης για το δικαίωμα στην αντίσταση κατά μιας εξελισσόμενης γενοκτονίας. Η Παλαιστίνη, από περιθωριακό ζήτημα, έχει περάσει στο επίκεντρο της δυτικής πολιτικής και δημόσιας συζήτησης. Κι όμως, όσο οι κυβερνήσεις με επιρροή στο Ισραήλ αρνούνται να αναλάβουν δράση, τίποτα από όλα αυτά δεν έχει σώσει ούτε μία ζωή.

Υπάρχει, ωστόσο, κάτι σε αυτήν τη συγκυρία που θα μπορούσε να εξελιχθεί σε κάτι ουσιαστικό. Η πολιτική έχει την τάση να μένει αδρανής, να τηρεί τις συμμαχίες και το status quo. Για να ανατραπεί αυτό, απαιτείται βαθιά κρίση και το Ισραήλ κατάφερε να κλιμακώσει την εκστρατεία του στη Γάζα τόσο, ώστε να ξεπεράσει ακόμη κι αυτό το υψηλό όριο. Όταν μια κυβέρνηση παρακολουθεί έναν πληθυσμό να λιμοκτονεί, βλέπει ζωές να χάνονται μπροστά στα μάτια της, παρατηρεί τα πλευρά και τις βυθισμένες κόγχες παιδιών εξαντλημένων από την πείνα, τότε φέρει το στίγμα της συνενοχής. Η στέρηση τροφής, η πλήρης κυριαρχία επί ενός πληθυσμού δεν συνιστούν στρατιωτική επιχείρηση με ατυχείς παράπλευρες απώλειες, είναι η δημιουργία ενός γκέτο μαζικής τιμωρίας. Γράφεται ένα καθοριστικό κεφάλαιο της ιστορίας. Οι χορηγοί αυτής της πράξης είναι σαφώς αναγνωρίσιμοι, έντονα υποστηρικτικοί κι όμως δείχνουν αιφνιδιασμένοι από τη θέση στην οποία βρίσκονται.

Αν η νέα στάση των δυτικών ηγετών αποσκοπεί στο να αποφευχθεί ένας μελλοντικός λογαριασμός, τότε είναι πολύ λίγη, πολύ αργά: τα γεγονότα έχουν ήδη καταγραφεί. Αν στόχος είναι η αποτροπή του Ισραήλ από το να υλοποιήσει τα σχέδιά του για αφανισμό της ζωής, αναγκαστικό εκτοπισμό και θανάτωση όσων απομείνουν, τότε πρόκειται για σύγκρουση με μια ασταμάτητη μηχανή, χρησιμοποιώντας απλώς δελτία Τύπου. Η απόσταση μεταξύ των ενεργειών του Ισραήλ και της αντίδρασης του κόσμου παραμένει υπερβολικά μεγάλη. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Μπενιαμίν Νετανιάχου, έχει ήδη προσβάλει τη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τον Καναδά, κατηγορώντας τις κυβερνήσεις τους πως στηρίζουν τη Χαμάς απλώς και μόνο επειδή είπαν το προφανές: ότι το Ισραήλ πρέπει να σταματήσει να σκοτώνει ανθρώπους ή να τους αφήνει να λιμοκτονούν. Σε ποιον κόσμο μπορεί ένα μέλος κυβέρνησης να δηλώσει ότι σκοπεύει να εξαλείψει ό,τι απέμεινε από μια περιοχή και να απομακρύνει τους κατοίκους της «με τη βοήθεια του Θεού» και η απάντηση να είναι ασαφείς απειλές για «συγκεκριμένες ενέργειες»; Τι χρειάζεται ώστε μία γιατρός να μην επιστρέψει από τη δουλειά της και βρει τα απανθρακωμένα σώματα των εννέα από τα δέκα παιδιά της;

Θα χρειαστεί κάτι πολύ περισσότερο από την αναθεώρηση και αναστολή μελλοντικών εμπορικών συνομιλιών μεταξύ Ισραήλ και Ηνωμένου Βασιλείου. Οι μηχανισμοί καταδίκης που δηλώνουν δυσαρέσκεια και οδηγούν τους παραβάτες να επιστρέψουν στην τάξη έχουν καταρρεύσει απέναντι σε ένα Ισραήλ που έχει αναγάγει την περιθωριοποίησή του σε αρετή: η αναγκαία δράση προϋποθέτει την ανατροπή των βαθιά ριζωμένων φόβων και πεποιθήσεων. Πρώτα, η πλέον γελοία πλέον πεποίθηση ότι το Ισραήλ αποτελεί σταθεροποιητικό παράγοντα σε μια εχθρική περιοχή, ότι είναι χώρα που μοιράζεται τις πολιτισμένες δυτικές αξίες και άρα πρέπει να στηρίζεται. Έπειτα, ο φόβος ρήξης με το Ισραήλ, που θα διαρρήξει συμφωνίες ασφαλείας και ιστορικές συνεργασίες, κάτι που το Ισραήλ έχει ήδη επιφέρει. Έχει ανατρέψει τις περιφερειακές και παγκόσμιες πολιτικές και ηθικές ισορροπίες, και οι σύμμαχοί του ακόμη δεν έχουν προσαρμοστεί. Μόλις γίνουν αποδεκτές αυτές οι αλήθειες, τα εργαλεία, τα οποία χρησιμοποιούνται εύκολα εναντίον άλλων χωρών, μπορούν να επιστρατευτούν. Οι ΗΠΑ παραμένουν ο ισχυρότερος παράγοντας επιρροής, αλλά δεν είναι ο μόνος. Η ΕΕ αντιπροσωπεύει περίπου το ένα τρίτο του παγκόσμιου εμπορίου του Ισραήλ: θα πρέπει να επιδιωχθεί εμπάργκο. Πρέπει να επιβληθούν κυρώσεις, όχι μόνο στους εποίκους αλλά και στους πολιτικούς που τους έχουν ενισχύσει. Οι αποφάσεις του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου κατά της ισραηλινής ηγεσίας πρέπει να τηρηθούν. Πρέπει να επιβληθεί αποκλεισμός που να κατοχυρώνει εμπράκτως το καθεστώς παρία που η ισραηλινή κυβέρνηση έχει ήδη κερδίσει ουσιαστικά.

Και ακόμα και τότε, όλα αυτά θα είναι απλώς η αρχή και τραγικά, οδυνηρά καθυστερημένη. Μπορεί κανείς να εξηγήσει γιατί δεν έχουν γίνει ακόμη αυτές οι ενέργειες: η ελπίδα ότι η διατήρηση του Ισραήλ στο τραπέζι διαπραγματεύσεων προσφέρει κάποιο περιθώριο πίεσης, οι φόβοι ότι σκληρά μέτρα θα ενισχύσουν το Ιράν, η πίστη σε ένα ιστορικό χρέος, η αγωνία για τον αβέβαιο κόσμο που θα φέρει μια ρήξη με το Ισραήλ. Όμως αυτός ο κόσμος είναι ήδη εδώ, και η δειλία έχει επιταχύνει την άφιξή του, αντί να την αποτρέψει.

Οι Παλαιστίνιοι, από τη Γάζα έως τη Δυτική Όχθη, πληρώνουν το μεγαλύτερο τίμημα για αυτήν την αδράνεια, αλλά μια βαθιά πληγή έχει προκληθεί και στον υπόλοιπο κόσμο. Αν δεν υπάρξει δράση, η ηθική και πολιτική του αποσύνθεση θα συμπαρασύρει τους πάντες.