Αυτή την εβδομάδα, ο Ντόναλντ Τραμπ αντιμετωπίζει δύο σημαντικές προκλήσεις, μία στο εσωτερικό και μία στο εξωτερικό, οι οποίες θα θέσουν σε δοκιμασία τον αυτοδημιούργητο μύθο του ως «μάστερ» στις διαπραγματεύσεις και την ικανότητά του να επιφέρει ουσιαστικές και διαρκείς αλλαγές.

Όπως αναφέρει σε ανάλυσή του το CNN, ο πρόεδρος ασκεί έντονη πίεση στην εύθραυστη πλειοψηφία των Ρεπουμπλικανών στη Βουλή των Αντιπροσώπων, προκειμένου να ξεπεράσουν τις εσωτερικές διαφορές και να εγκρίνουν το «μεγάλο, όμορφο νομοσχέδιο» που περιλαμβάνει τις κορυφαίες εσωτερικές του προτεραιότητες. Παράλληλα, η μέχρι στιγμής αποτυχημένη προσπάθειά του για ειρήνη στην Ουκρανία φτάνει σε κρίσιμο σημείο, με προγραμματισμένη τηλεφωνική επικοινωνία τη Δευτέρα με τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος έχει αγνοήσει την πρωτοβουλία του Τραμπ παρά την ευνοϊκή στάση της αμερικανικής κυβέρνησης.

Το νομοσχέδιο δαπανών του Τραμπ αποτελεί την καλύτερη ευκαιρία του να μεταμορφώσει τη χώρα, τουλάχιστον μέσω συμβατικών και συνταγματικών μέσων, καθώς η αλλαγή της νομοθεσίας θα είναι πιο ανθεκτική από τον καταιγισμό εκτελεστικών διαταγμάτων. Στόχος είναι η μείωση της φορολογίας, η χρηματοδότηση των σχεδίων μαζικών απελάσεων και η αύξηση δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων στις αμυντικές δαπάνες.

Ωστόσο, οι απότομες περικοπές στο Medicaid και στα επιδόματα τροφίμων, που απαιτούν οι δημοσιονομικά συντηρητικοί, αποξενώνουν τους πιο μετριοπαθείς Ρεπουμπλικανούς, στους οποίους βασίζεται η πλειοψηφία του κόμματος. Η διαμάχη αποκαλύπτει τις ρωγμές στον συνασπισμό του Τραμπ και ίσως χρειαστεί πιο έντονη προεδρική παρέμβαση μέσα στην εβδομάδα.

Ο κόσμος θα μάθει πόσο ειλικρινής είναι ο Τραμπ για την Ουκρανία

Το σχέδιο ειρήνης στην Ουκρανία υπόσχεται πολλά, αλλά μέχρι στιγμής έχει αποδώσει ελάχιστα. Ακόμη και ο Τραμπ αναρωτήθηκε κατά πόσο ο Πούτιν τον παραπλανά σε μια διαδικασία ειρήνευσης που φαίνεται να επιβαρύνει κυρίως την Ουκρανία, θύμα της επίθεσης, και να ευνοεί τον επιτιθέμενο.

Αφού ο Πούτιν απέρριψε την πρόταση για σύνοδο στην Τουρκία την περασμένη εβδομάδα, στην οποία ο Τραμπ σχεδόν επέβαλε στον Ουκρανό πρόεδρο, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, να συμμετάσχει, ο πρόεδρος των ΗΠΑ δήλωσε ότι δεν θα υπάρξει πρόοδος έως ότου συναντήσει προσωπικά τον Ρώσο ηγέτη, ο οποίος ξεκίνησε μια αδικαιολόγητη και παράνομη εισβολή πριν από τρία χρόνια.

Η προγραμματισμένη τηλεφωνική συνομιλία της Δευτέρας θα αποτελέσει τη σοβαρότερη δοκιμασία της αξιοπιστίας και της ειλικρίνειας του Τραμπ στις διαπραγματεύσεις για την Ουκρανία, καθώς και της διάθεσής του να ασκήσει έστω και την παραμικρή πίεση στη Ρωσία.

Το τελευταίο διάστημα, υπάρχουν ενδείξεις ότι ο Λευκός Οίκος αρχίζει να εκφράζει δυσαρέσκεια. Ο αντιπρόεδρος, Τζέι Ντι Βανς, που επέπληξε τον Ζελένσκι στο Οβάλ Γραφείο τον Φεβρουάριο, συναντήθηκε με τον Ουκρανό ηγέτη στη Ρώμη το Σαββατοκύριακο, λίγες ημέρες αφότου προειδοποίησε ότι «η Ρωσία ζητάει πάρα πολλά».

Η πίστη του Τραμπ ότι μόνο αυτός μπορεί να επηρεάσει τον Πούτιν, ένα χαρακτηριστικό που μοιράζεται με αρκετούς προκατόχους του, μπορεί να αποδειχτεί αβάσιμη, αν η Μόσχα δεν υποχωρήσει.

«Αν δεν μπορεί αυτός, τότε δεν μπορεί κανείς», δήλωσε ο απεσταλμένος του Τραμπ, Στιβ Γουίτκοφ, την Κυριακή στην εκπομπή «This Week» του ABC. Ωστόσο, αυτός ο ισχυρισμός αμφισβητείται: ο πρόεδρος έχει συχνά δικαιολογήσει τη στάση του Πούτιν και έχει εγγυηθεί για την προσήλωσή του στην ειρήνη, παρά τις φονικές επιθέσεις σε Ουκρανούς αμάχους. Επιπλέον, ο Γουίτκοφ έχει βγει από συναντήσεις με τον Πούτιν ενισχύοντας τη ρωσική θέση.

Παρ’ όλα αυτά, με τις διαπραγματεύσεις να έχουν «κολλήσει», ίσως έχει αξία να δοκιμαστεί ο ισχυρισμός του Τραμπ ότι μπορεί να κάνει τη διαφορά. Ο Πούτιν ενδεχομένως να διστάσει να αψηφήσει τον πρόεδρο των ΗΠΑ κατά πρόσωπο. Αν ο Τραμπ μετέτρεπε υπαινιγμούς για κυρώσεις σε πραγματικές απειλές ή αν ενίσχυε την αποστολή όπλων στο Κίεβο, θα μπορούσε να μεταβάλει τους ρωσικούς υπολογισμούς.

Ωστόσο, η ιδέα ότι ο Πούτιν, για τον οποίο ο πόλεμος είναι υπαρξιακός, θα υποχωρήσει ξαφνικά λόγω της «μαγνητικής» προσωπικότητας του Τραμπ θεωρείται υπερβολική. Ακόμα και μια συμφωνία για σύνοδο κορυφής, που ο Τραμπ επιθυμεί έντονα, θα αποτελούσε πιθανότατα την αρχή μιας μακράς διαδικασίας, κατά την οποία η Ρωσία θα συνέχιζε τις εχθροπραξίες.

Αντιπαραθέσεις στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα για το νομοσχέδιο Τραμπ

Το φιλόδοξο νομοσχέδιο του Τραμπ επιχειρεί να κατοχυρώσει βαθιές αλλαγές στην κυβερνητική πολιτική. Περιλαμβάνει τουλάχιστον 1,5 τρισεκατομμύριο δολάρια σε περικοπές για τη χρηματοδότηση των φοροαπαλλαγών της πρώτης του θητείας και την επέκτασή τους, προκειμένου να καλύψουν προεκλογικές δεσμεύσεις, όπως η απαλλαγή φόρων για φιλοδωρήματα και υπερωρίες, καθώς και η αύξηση των βασικών αφορολόγητων ορίων.

Το νομοσχέδιο προβλέπει επίσης την έναρξη προγράμματος ναυπήγησης πλοίων εν μέσω εντεινόμενου ανταγωνισμού με την Κίνα, επένδυση σε αντιπυραυλική άμυνα βασισμένη στο διάστημα («Χρυσός Θόλος»), αναβάθμιση της πολιτικής αεροναυτιλίας και ενίσχυση της ασφάλειας των συνόρων και των κέντρων κράτησης στο πλαίσιο της σκληρής μεταναστευτικής του πολιτικής.

Ωστόσο, το κόστος του νομοσχεδίου είναι βαρύ και μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την πολιτική δυναμική ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών του 2026. Περιλαμβάνει μειώσεις δαπανών και νέους περιορισμούς στο Medicaid και στα ομοσπονδιακά επιδόματα τροφίμων, ενώ αναλυτές προειδοποιούν ότι τα φορολογικά οφέλη για τους περισσότερους πολίτες ίσως εξανεμιστούν λόγω της αύξησης τιμών από τους δασμούς που έχει επιβάλει ο Τραμπ.

Ο πρόεδρος της Βουλής, Μάικ Τζόνσον, υπό πίεση

Οι επιπτώσεις του νομοσχεδίου επιβαρύνουν την ισχνή πλειοψηφία του προέδρου της Βουλής, Μάικ Τζόνσον, και έχουν προκαλέσει έντονες αντιπαραθέσεις στην επιτροπή προϋπολογισμού, έπειτα από μήνες διαπραγματεύσεων. Ο Τζόνσον κατάφερε να παρακάμψει τους σκληροπυρηνικούς Ρεπουμπλικανούς και να περάσει το νομοσχέδιο από την επιτροπή το βράδυ της Κυριακής. Ωστόσο, απομένουν σημαντικά εμπόδια πριν από την ψήφιση στην Ολομέλεια.

Οι Δημοκρατικοί κατηγορούν τον Τραμπ ότι με τις αυστηρότερες απαιτήσεις στο Medicaid αθετεί υποσχέσεις προς τους εργαζόμενους πολίτες. Ιστορικά, η απαίτηση τεκμηρίωσης της εργασίας μπορεί να οδηγήσει ακόμη και δικαιούχους στην απώλεια κάλυψης.

Οι αλλαγές που έγιναν για να ικανοποιηθούν οι συντηρητικοί ενδέχεται να εξοργίσουν τους πιο μετριοπαθείς Ρεπουμπλικανούς, των οποίων οι έδρες εξαρτώνται από μετριοπαθείς ψηφοφόρους και οι οποίοι ζητούν διατήρηση της απαλλαγής για τους φόρους σε τοπικό επίπεδο.

Ο Τραμπ, που στηρίχθηκε μέχρι τώρα στον Τζόνσον για την προώθηση της ατζέντας του, αναμένεται να αυξήσει τις πιέσεις προς τους διαφωνούντες, καθώς επιθυμεί να έχει στα χέρια του το νομοσχέδιο μέχρι την 4η Ιουλίου, ένα εξαιρετικά φιλόδοξο χρονοδιάγραμμα.

Η υπομονή του προέδρου είναι περιορισμένη: «Δεν χρειαζόμαστε “ΘΕΑΤΡΙΝΟΥΣ” στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. ΣΤΑΜΑΤΗΣΤΕ ΝΑ ΜΙΛΑΤΕ ΚΑΙ ΤΕΛΕΙΩΣΤΕ ΤΟ!», έγραψε στην πλατφόρμα Truth Social την περασμένη εβδομάδα.

Ο Μπέσεντ υπερασπίζεται το νομοσχέδιο στο CNN

Ορισμένες διατάξεις του νομοσχεδίου, όπως οι μεγάλες φορολογικές μειώσεις και η αύξηση των αμυντικών δαπανών, προκαλούν ανησυχία ότι θα επιδεινώσουν τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας, παρότι ο Τραμπ υποστηρίζει ότι προσπαθεί να τη βελτιώσει. Η Επιτροπή για τον Υπεύθυνο Ομοσπονδιακό Προϋπολογισμό εκτιμά ότι το νομοσχέδιο θα προσθέσει από 3,3 έως 5,2 τρισεκατομμύρια δολάρια στο δημόσιο χρέος μέσα στην επόμενη δεκαετία.

Ωστόσο, ο υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ, δήλωσε στην εκπομπή «State of the Union» του CNN ότι το νομοσχέδιο θα τονώσει την οικονομική δραστηριότητα και θα αμβλύνει τις ανησυχίες. «Υπάρχει δυναμική για αύξηση του χρέους, αλλά πιο σημαντικό είναι να αυξήσουμε την οικονομία ταχύτερα», δήλωσε στον Τζέικ Τάπερ. «Θα αυξήσουμε το ΑΕΠ ταχύτερα από το χρέος και έτσι θα σταθεροποιηθεί ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ».

Οι Δημοκρατικοί, αναζητώντας αποτελεσματική αντιπολίτευση, επιτίθενται στις περικοπές στο Medicaid, υποστηρίζοντας ότι ωφελούν τους πιο εύπορους πολίτες. «Δεν υπάρχει πρόβλημα στο να εξισορροπήσουμε τον προϋπολογισμό», δήλωσε ο Τζέιμς Κλάιμπερν. «Το πρόβλημα είναι όταν αυτό γίνεται εις βάρος των εργαζομένων. Και αυτό συμβαίνει εδώ».

Ο γερουσιαστής, Κρις Μέρφι, χαρακτήρισε το νομοσχέδιο «απόλυτη καταστροφή», υποστηρίζοντας ότι στερεί υγειονομική περίθαλψη από τους πιο αδύναμους πολίτες. «Στεκόμαστε εμπόδιο στην πιο μαζική μεταφορά πλούτου από τους φτωχούς και τη μεσαία τάξη στους πλούσιους στην ιστορία της χώρας», είπε στην εκπομπή «Meet the Press» του NBC.

Παρ’ όλα αυτά, με τους Ρεπουμπλικανούς να ελέγχουν και τα δύο σώματα του Κογκρέσου, οι Δημοκρατικοί έχουν περιορισμένα μέσα να σταματήσουν το νομοσχέδιο, αν και μπορεί να το χρησιμοποιήσουν ως βάση για μελλοντικές τους εκστρατείες.

Οι εσωτερικές συγκρούσεις των Ρεπουμπλικανών στην Ουάσιγκτον είναι περίπλοκες, αλλά ωχριούν μπροστά στην πρόκληση του Πούτιν, ο οποίος, σε αντίθεση με τους Ρεπουμπλικανούς βουλευτές, δεν έχει κανένα κίνητρο να ευνοήσει τον πρόεδρο.

Ωστόσο, ο Γουίτκοφ επέμεινε στο ABC ότι ο Τραμπ είναι ο κατάλληλος άνθρωπος, τονίζοντας «την τέχνη και την κομψότητα των διαπραγματεύσεών του. Ο πρόεδρος είναι ο μάστερ. Έχω πει πολλές φορές ότι ακολουθώ τις τακτικές του γιατί αποδίδουν», είπε.

Ωστόσο, μέχρι στιγμής στη νέα του θητεία, δεν υπάρχουν πολλά αποδεικτικά στοιχεία, ούτε από τις διαμεσολαβήσεις του στη Μέση Ανατολή ούτε στην Ουκρανία, που να στηρίζουν την παραπάνω θέση. Και μέχρι το «μεγάλο, όμορφο νομοσχέδιο» να φτάσει στο γραφείο του, το νομοθετικό του έργο μοιάζει το ίδιο φτωχό με αυτό της πρώτης του θητείας.