Ήταν ένα βράδυ στα τέλη Νοεμβρίου του προηγούμενου έτους όταν η Αράφα, μια 25χρονη γυναίκα Ροχίνγκια, μπήκε στο ποτάμι μαζί με τα πέντε παιδιά της, με προορισμό το γειτονικό Μπανγκλαντές και συγκεκριμένα την επαρχία Chittagong, που βρίσκεται στη δυτική του όχθη.

Στην ανατολική όχθη του ποταμού Ναφ, βρίσκεται η πολιτεία Ρακίν της Μιανμάρ, σπίτι των Ροχίνγκια, μιας μουσουλμανικής μειονότητας σε ένα κράτος στην πλειοψηφία του βουδιστικό. Άνθρωποι που χαρακτηρίζονται ως απάτριδες και ανεπιθύμητοι.

Η Αράφα είχε έξι παιδιά. Καθώς περιγράφει την ιστορία της, καθισμένη στην είσοδο μιας καλύβας σε έναν αυτοσχέδιο καταυλισμό προσφύγων στη μπανγκλαντεσιανή πλευρά του Ναφ, δίπλα της βρίσκεται ο γιος της και οι τέσσερις κόρες της. Ο δεύτερος γιος της ήταν 8 ετών όταν στις 22 Νοεμβρίου του 2016, σύμφωνα με την ίδια, το χωριό της δέχτηκε επίθεση από τις δυνάμεις ασφαλείας της Μιανμάρ -γνωστής και ως Βιρμανία. Οι Ροχίνγκια θεωρούνται ως παράτυποι μετανάστες από το ίδιο τους το κράτος, καθώς τους έχει στερηθεί η υπηκοότητά τους με νόμο του 1982, παρότι ζουν στη Μιανμάρ επί αιώνες. Πρόκειται για κοινότητες περιθωριοποιημένες, που δεν έχουν πρόσβαση στην παιδεία, την υγεία και την αγορά εργασίας.

AP_17245576478522

Η τελευταία φορά που η έκρηξη της βίας είχε λάβει τέτοιες διαστάσεις ήταν το 2012, όταν οι συγκρούσεις μεταξύ βουδιστών και μουσουλμάνων Ροχίνγκια είχαν ως αποτέλεσμα τον εκτοπισμό δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων. Οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατηγόρησαν τις δυνάμεις ασφαλείας πως είτε δεν έκαναν τίποτα την ώρα που η βία εξαπλωνόταν είτε συμμετείχαν ενεργά σε αυτήν.

Αυτή τη φορά, λέει η Αράφα, η επίθεση του στρατού ήταν διαφορετική. Οι άντρες των δυνάμεων ασφαλείας ήταν περισσότερο αποφασισμένοι να τιμωρήσουν τους Ροχίνγκια. Και το όπλο που είχαν επιλέξει ήταν η φωτιά. Όπως περιέγραφε η ίδια τον περασμένο Δεκέμβριο στο περιοδικό Time, οι στρατιώτες έβαλαν φωτιά στο χωριό της. Στο παρά πέντε, η ίδια κατάφερε να ξεφύγει μαζί με τα έξι παιδιά της. Και τότε η οικογένεια ήρθε αντιμέτωπη με έναν στρατιώτη. Εκείνος άρπαξε τον 8χρονο που προσπάθησε να διαφύγει και του έβαλε φωτιά. Αφήνοντας πίσω την καμένη σορό του γιου της, αποφάσισε να συνεχίσει το ταξίδι της. «Έπρεπε να σώσω τα άλλα μου παιδιά. Έπρεπε να δραπετεύσουμε. Έκαψαν τα πάντα».

Αυτή είναι μία ιστορία. Υπάρχουν κι άλλες που κάνουν λόγο για εκτελέσεις, μαζικές συλλήψεις, βιασμούς, ισοπεδώσεις χωριών…

Μια μειονότητα κυνηγημένη

AP_17246152737795

Οι Ροχίνγκια έχουν αποκληθεί «η πιο διωγμένη μειονότητα στον κόσμο». Πρόκειται για μια εθνοτική μουσουλμανική ομάδα που ζει επί αιώνες στην κατά πλειονότητα βουδιστική Μιανμάρ. Σήμερα, υπάρχουν περίπου 1,1 εκατομμύριο μουσουλμάνοι Ροχίνγκια στη χώρα της νοτιοανατολικής Ασίας, όπως γράφει το AlJazeera. Μιλούν τα Rohingya ή Ruaingga, μια διάλεκτο που διακρίνεται από άλλες που ομιλούνται στο Ρακίν και σε όλη τη Μιανμάρ. Δεν θεωρούνται μία από τις 135 επισήμως αναγνωρισμένες εθνοτικές ομάδες της χώρας και από το 1982 τους έχει στερηθεί η ιθαγένεια, κάτι που σημαίνει ότι είναι απάτριδες.

Σχεδόν όλοι οι Ροχίνγκια ζουν στη δυτική παράκτια επαρχία Ρακίν και δεν επιτρέπεται να φύγουν χωρίς άδεια από τις Αρχές. Πρόκειται για μία από τις πιο φτωχές περιοχές της χώρας, με καταυλισμούς που μοιάζουν με γκέτο και με ελλείψεις τροφίμων, φαρμάκων, βασικών υπηρεσιών και ευκαιριών.

Εξαιτίας της συνεχιζόμενης βίας και των διώξεων, εκατοντάδες χιλιάδες Ροχίνγκια έχουν καταφύγει σε γειτονικές χώρες, μέσω στεριάς ή με βάρκες στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών.

AP_17248334679420

Μουσουλμάνοι ζουν στην περιοχή της σημερινής Μιανμάρ από τον 12ο αιώνα, σύμφωνα με ιστορικούς και τους ίδιους τους Ροχίνγκια. Στα χρόνια της βρετανικής κυριαρχίας (1824-1948), σημειώθηκε μια σημαντική μετανάστευση εργατών στην τότε Βιρμανία από τη σημερινή Ινδία και το Μπανγκλαντές. Επειδή οι βρετανοί αποικιοκράτες διοικούσαν τη Μιανμάρ ως επαρχία της Ινδίας, αυτή η μετανάστευση θεωρούνταν εσωτερική, όπως αναφέρει η οργάνωση Human Rights Watch (HRW).

Μετά την ανεξαρτησία, η κυβέρνηση θεώρησε τη μετανάστευση που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της βρετανικής κυριαρχίας ως «παράνομη» και στη βάση αυτή αρνείται την ιθαγένεια στην πλειοψηφία των Ροχίνγκια. Αυτό οδήγησε πολλούς βουδιστές να θεωρούν τους Ροχίνγκια ως Μπενγκάλι, απορρίπτοντας τον όρο Ροχίνγκια ως πρόσφατη εφεύρεση, που δημιουργήθηκε για πολιτικούς λόγους.

Μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1962 στη Μιανμάρ, τα πράγματα άλλαξαν δραματικά και για τους Ροχίνγκια. Πήραν ξένες ταυτότητες, οι οποίες περιόρισαν τις πιθανότητες να βρουν δουλειά και να έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευση. Το 1982, η ψήφιση ενός νέου νόμου περί ιθαγένειας, κατέστησε ουσιαστικά τους Ροχίνγκια απάτριδες.

Η ιστορία επαναλαμβάνεται

AP_17248339159672

Από τις 25 Αυγούστου, περισσότεροι από 270.000 άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί μετά τη νέα έκρηξη της βίας στη Μιανμάρ, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ, που εξέφρασε τη μεγάλη του ανησυχία για τη νέα αυτή εξέλιξη. Φόβοι εκφράζονται και για 1.000 νεκρούς στη χώρα, κυρίως μέλη των Ροχίνγκια. Οι πρόσφυγες φτάνουν στο Μπανγκλαντές πεινασμένοι, τραυματισμένοι, ζητώντας βοήθεια. «Οι περισσότεροι έχουν περπατήσει επί μέρες από τα χωριά τους, κρύβονταν σε ζούγκλες, διέσχισαν βουνά και ποτάμια, με ό,τι μπόρεσαν να πάρουν από τα σπίτια τους», ανέφερε σε δήλωσή της η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ.

Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, με επιστολή του προς το Συμβούλιο Ασφαλείας, έκανε λόγο για απόπειρα εθνοκάθαρσης και προειδοποίησε για αποσταθεροποίηση της περιοχής. «Λαμβάνουμε συνεχώς πληροφορίες για βία στη Μιανμάρ από τις δυνάμεις ασφαλείας. Όλα αυτά θα εντείνουν τη ριζοσπαστικοποίηση. Δεν γίνεται πλέον να καθυστερούμε ένα αποτελεσματικό σχέδιο για να αντιμετωπιστούν οι ρίζες της κρίσης. Είναι πολύ κρίσιμο να δοθεί να δοθεί στους Ροχίνγκια είτε υπηκοότητα, είτε ένα νομικό στάτους που θα τους επιτρέψει να έχουν μια κανονική ζωή».

AP_17248358250878

Μια σειρά από επιθέσεις ανταρτών Ροχίνγκια εναντίον των δυνάμεων ασφαλείας της Μιανμάρ στις 25 Αυγούστου, στη βόρεια επαρχία Ρακίν, προκάλεσε νέο κύμα διώξεων εις βάρος της μουσουλμανικής μειονότητας, σε αυτή την πολύ φτωχή και απομακρυσμένη περιοχή. Το γεγονός αυτό έχει ωθήσει πολλούς Ροχίνγκια να αναζητήσουν καταφύγιο στο Μπανγκλαντές, όπου υπολογίζεται ότι ήδη ζουν μεταξύ 300.000 και 500.000 ομοεθνείς τους πρόσφυγες.

Ο στρατός της Μιανμάρ ισχυρίζεται ότι διεξάγει επιχειρήσεις εκκαθάρισης εναντίον «εξτρεμιστών τρομοκρατών» και οι δυνάμεις ασφαλείας έχουν εντολές να προστατεύουν τον άμαχο πληθυσμό. Ωστόσο οι Ροχίνγκια που έχουν φτάσει στο Μπανγκλαντές καταγγέλλουν μια εκστρατεία πυρπολήσεων και φόνων που έχει στόχο να τους αναγκάσει να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.

AP_17248556873994

«Η κυβέρνησή μας προστατεύει όλα τα μέλη της χώρας», τόνισε η πρόεδρος της Μιανμάρ, Αούνγκ Σαν Σούου Κίι, στην πρώτη της επίσημη τοποθέτηση για τους Ροχίνγκια, ασκώντας παράλληλα κριτική «στο μεγάλο κύμα παραπληροφόρησης που προέρχεται από τους τρομοκράτες και προάγει τα συμφέροντά τους».

Σε μια χώρα που προσπαθεί να κάνει τη μετάβαση από ένα σκληρό στρατιωτικό καθεστώς προς μια πιο δημοκρατική διακυβέρνηση, η μεταχείριση του περίπου ενός εκατομμυρίου Ροχίνγκια, έχει αναχθεί στο πιο ακανθώδες ανθρωπιστικό ζήτημα για τη χώρα.