Τις θετικές προοπτικές της οικονομίας στα μέτωπα της ανάπτυξης, των δημοσίων οικονομικών, της απασχόλησης και του εξωτερικού ελλείμματος επισημαίνει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής στην έκθεση για το τρίτο τρίμηνο του 2021 αλλά κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τις πληθωριστικές πιέσεις και την πανδημία του κορονοϊού.

Στην έκθεση σημειώνεται ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας συνεχίστηκε και στο τρίτο τρίμηνο του έτους με υψηλό ρυθμό μεγέθυνσης 13,4%, αποκαθιστώντας το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών του προηγούμενου έτους και παράλληλα καταγράφεται αύξηση της απασχόλησης και μείωση της ανεργίας ενώ περιορίζεται το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.

Οι βραχυχρόνιοι δείκτες καταγράφουν θετικές προσδοκίες για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας στο τελευταίο τρίμηνο του έτους. Στα δημόσια οικονομικά, τα στοιχεία του δεκαμήνου Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2021 δείχνουν μια λίγο καλύτερη εικόνα σε σχέση με το προηγούμενο έτος που, εφόσον διατηρηθεί και σε συνδυασμό με το υψηλότερο ΑΕΠ ενδέχεται να οδηγήσει σε μικρότερο πρωτογενές έλλειμμα το 2021 από όσο προβλέπεται στον Προϋπολογισμό του 2022.

Η δημοσιονομική προσαρμογή που προβλέπει ο Προϋπολογισμός δεν αναμένεται να έχει αρνητική επίπτωση στο ρυθμό μεγέθυνσης εφόσον εξομαλυνθεί επαρκώς η οικονομική δραστηριότητα και αξιοποιηθούν αποτελεσματικά οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που είναι το σημαντικότερο αναπτυξιακό εργαλείο των επόμενων ετών και μπορεί να συμβάλλει αποφασιστικά στους μεσοπρόθεσμους ρυθμούς μεγέθυνσης

Το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, παρότι σημαντικά αυξημένο, διατηρεί το ευνοϊκό προφίλ αποπληρωμών και η χρηματοδότησή του εξακολουθεί να γίνεται με ευνοϊκούς όρους. Παράλληλα έχει δρομολογηθεί η πλήρης εξόφληση του χρέους προς το ΔΝΤ και η μερική εξόφληση του διακρατικού χρέους (GLF).

Ωστόσο όπως αναφέρεται στην έκθεση μια δυσμενής εξέλιξη της πανδημίας καθώς και μια συνέχιση των αυξήσεων του κόστους ενέργειας μπορεί να προκαλέσει πρόσθετες δημοσιονομικές παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να περιορίσουν την έκταση της δημοσιονομικής προσαρμογής. Η εξαγγελία πρόσθετων μέτρων κάλυψης του αυξημένου κόστους ενέργειας, λίγο πριν την ψήφιση του Προϋπολογισμού, είναι ενδεικτική.

Οι συντάκτες της έκθεσης υπογραμμίζουν ακόμα ότι η γρήγορη επαναφορά της οικονομίας στο δεύτερο και τρίτο τρίμηνο καθώς και η μείωση της ανεργίας δημιουργούν αισιοδοξία για διατήρηση των υψηλών ρυθμών μεγέθυνσης ενώ οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, εφόσον αξιοποιηθούν αποτελεσματικά, μπορούν να έχουν ισχυρές πολλαπλασιαστικές επιδράσεις.

Παρά όμως τη θετική εικόνα υπάρχουν αβεβαιότητες για την οικονομία που σχετίζονται κυρίως με την εξέλιξη της πανδημίας και την αναζωπύρωση του πληθωρισμού.

Ειδικότερα οι σημαντικότεροι κίνδυνοι είναι:

  • η διατήρηση των κρουσμάτων και των θανάτων σε υψηλά επίπεδα, σε συνδυασμό με τα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού σε σχέση με τα ευρωπαϊκά δεδομένα, μπορεί να οδηγήσει σε λήψη πρόσθετων δημοσιονομικών μέτρων που θα καθυστερήσουν την επαναφορά στην ισορροπία.
  • Οι ανατιμήσεις της ενέργειας, των πρώτων υλών και των μεταφορών, πέρα από την επίπτωση στην αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, μπορούν να προκαλέσουν ανατροφοδοτούμενες πληθωριστικές πιέσεις που, εφόσον υπερβούν εκείνες των εμπορικών εταίρων, θα πλήξουν την ανταγωνιστικότητα.
  • η ταχύτερη της αναμενόμενης μεταστροφή της νομισματικής πολιτικής σε παγκόσμιο επίπεδο (ήδη στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και την Τράπεζα της Αγγλίας) μπορεί να αυξήσει το κόστος δανεισμού και εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους. Ο κίνδυνος αυτός έχει για την ώρα μετριαστεί δεδομένου ότι οι αγορές ελληνικών κρατικών ομολόγων από την ΕΚΤ θα συνεχιστούν ως τη λήξη της περιόδου επανεπένδυσης του έκτακτου προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων λόγω της πανδημίας (PEPP) στα τέλη του 2024.