Τα πρόσφατα έκτακτα μέτρα της ΕΚΤ για την ενίσχυση των τραπεζών στην ευρωζώνη σε ρευστό είναι «αποτελεσματικά», δήλωσε σήμερα ο πρόεδρός της Μάριο Ντράγκι κατά την τακτική μηνιαία συνέντευξη Τύπου του, που ακολούθησε την ανακοίνωση για το ύψος των επιτοκίων.

«Διαπιστώνουμε πολλές θετικές εξελίξεις» από τα πρόσφατα, μη συμβατικά, μέτρα που εφάρμοσε η ΕΚΤ, πρόσθεσε ο Ντράγκι, κάνοντας μία νύξη για το γιγαντιαίο δάνειο 489 δισ. δολαρίων προς 523 τραπεζικά ιδρύματα στην ευρωζώνη τον περασμένο Δεκέμβριο, με σταθερό επιτόκιο 1% τριετούς διάρκειας.

Η δανειοδότηση τούτη «προσφέρει σε όλες τις τράπεζες μία ασφάλεια κατά του κινδύνου να ξαναβρεθούν χωρίς ρευστότητα και παράλληλα τους δίνει χρόνο» ώστε να συμμορφωθούν με τις προκαθορισμένες τακτικές υποχρεώσεις τους, κατά προτεραιότητα με τις ανακεφαλαιοποιήσεις που απαιτεί η επιθεώρηση των ευρωπαϊκών τραπεζών ΕΒΑ, τόνισε ο Ντράγκι.

Επιπλέον, τα επιτόκια δανεισμού για τα κρατικά ομόλογα που πρόσφατα εξέδωσαν οι χώρες της ευρωζώνης «έχουν μειωθεί σημαντικά, το διαπιστώσαμε ήδη σήμερα», πρόσθεσε ο πρόεδρος της ΕΚΤ, αναφερόμενος στις σημερινές επιτυχείς δημοπρασίες της Ιταλίας και της Ισπανίας.

Εξάλλου, τόνισε ο Ντράγκι, οι τράπεζες οι οποίες έχουν δανεισθεί μαζικά ρευστό από την ΕΚΤ δεν είναι οι ίδιες οι οποίες χρησιμοποιούν τις διευκολύνσεις της όσον αφορά τις καθημερινές καταθέσεις, οι οποίες έχουν φθάσει τις τελευταίες εβδομάδες στα ανώτερα σημεία της, χάρις στο χαμηλό τους επιτόκιο (0,25%).

Το γεγονός αυτό σημαίνει πως οι τράπεζες προτιμούν να τοποθετούν το πλεόνασμα της ρευστότητάς τους στην ΕΚΤ αντί να το επενδύουν στον τραπεζικό κύκλο.

Σήμερα η ΕΚΤ αποφάσισε να διατηρήσει το βασικό επιτόκιο δανεισμού αμετάβλητο στο 1%, που αποτελεί την ιστορικά χαμηλότερη τιμή του.

Η ΕΚΤ δεν εμπλέκεται στις διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ελλάδας και των ιδιωτών πιστωτών για τη μείωση του χρέους της, δήλωσε από την πλευρά του ο αντιπρόεδρος της Τράπεζας Βίτορ Κονστάνσιο.

«Αυτό αφορά τον ιδιωτικό τομέα. Εμείς δεν εμπλεκόμαστε», τόνισε ο ίδιος, ενώπιον των εκκλήσεων από πολλές πλευρές προς την ΕΚΤ να συμβάλει κι εκείνη με τη σειρά της στην προσπάθεια για μείωση του χρέους της Ελλάδας, που συναντά την απροθυμία ορισμένων τραπεζών και επενδυτικών ιδρυμάτων.