Τα τελευταία χρόνια οι πολίτες είχαν συνηθίσει να πληρώνουν αρκετά υψηλές χρεώσεις όταν έκαναν ανάληψη μετρητών από ΑΤΜ τράπεζας διαφορετικής από την δική τους ή ακόμα και όταν απλώς ήθελαν να δουν το υπόλοιπο του λογαριασμού τους. Μάλιστα οι χρεώσεις αυτές συχνά έφταναν σε υπερβολικά επίπεδα, με αποτέλεσμα πολλοί να αποφεύγουν τέτοιου είδους συναλλαγές.

Η πρόσφατη απόφαση για κατάργηση των προμηθειών άλλαξε τα δεδομένα. Μέσα σε μόλις 20 ημέρες από την εφαρμογή του νέου πλαισίου, οι αναλήψεις μετρητών μέσω του συστήματος ΔΙΑΣ έφτασαν περίπου τις 500.000, σημειώνοντας αύξηση πάνω από 50% σε σχέση με πριν. Παράλληλα, οι ερωτήσεις υπολοίπου –οι κινήσεις δηλαδή που κάνουν οι πολίτες για να δουν πόσα χρήματα έχουν στον λογαριασμό τους – αυξήθηκαν κατά 34%, ξεπερνώντας τις 160.000. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν πόσο περιοριστικές ήταν οι παλιές χρεώσεις και πόσο ανάγκη υπήρχε να δοθεί μεγαλύτερη ελευθερία στις καθημερινές τραπεζικές συναλλαγές.

Η μεγάλη αυτή αλλαγή φέρνει τώρα τις τράπεζες μπροστά σε μια νέα πρόκληση. Σύμφωνα με πληροφορίες, εξετάζεται σοβαρά η δημιουργία ενός μεγάλου, ενιαίου δικτύου ΑΤΜ, το οποίο θα έχει κοινή ονομασία και θα λειτουργεί υπό ενιαία διαχείριση. Στο δίκτυο αυτό θα ενταχθούν όλα τα off site μηχανήματα, δηλαδή εκείνα που βρίσκονται εκτός των τραπεζικών καταστημάτων, ήτοι σε σούπερ μάρκετ, πλατείες, εμπορικά κέντρα ή ακόμα και σε μικρές επαρχιακές πόλεις.

Η διαχείριση του νέου συστήματος δεν αποκλείεται να περάσει στη ΔΙΑΣ (σ.σ. η Διατραπεζικά Συστήματα Α.Ε., είναι η εταιρεία που διαχειρίζεται το εθνικό σύστημα ηλεκτρονικών πληρωμών στη χώρα μας, επιτρέποντας την αυτοματοποίηση διατραπεζικών συναλλαγών όπως πιστώσεις και χρεώσεις μεταξύ χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και πελατών). Με αυτό τον τρόπο, θα εξασφαλιστεί ότι οι μηδενικές χρεώσεις θα συνεχίσουν να ισχύουν και για το μέλλον, χωρίς οι τράπεζες να έχουν τη δυνατότητα να προσθέτουν νέες προμήθειες.

Η ανάγκη για καλύτερο σχεδιασμό προκύπτει και από το γεγονός ότι το κόστος λειτουργίας ενός ΑΤΜ είναι αρκετά υψηλό. Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, η ετήσια δαπάνη για τη λειτουργία ενός μηχανήματος σε απομακρυσμένη περιοχή μπορεί να φτάσει έως και τις 15.000 ευρώ, ενώ το κόστος αγοράς και εγκατάστασης νέου ΑΤΜ κυμαίνεται από 20.000 έως 25.000 ευρώ. Οι αριθμοί αυτοί δείχνουν για ποιο λόγο οι τράπεζες θέλουν να περιορίσουν τις επικαλύψεις, δηλαδή να αποφύγουν περιπτώσεις όπου πολλά μηχανήματα βρίσκονται συγκεντρωμένα στο ίδιο σημείο (όπως για παράδειγμα στα πολυκαταστήματα τύπου Mall) ενώ άλλες περιοχές μένουν χωρίς κάλυψη.

Η Ελληνική Ένωση Τραπεζών αναμένεται σύντομα να προχωρήσει σε μελέτη για τον νέο χάρτη των ΑΤΜ. Στόχος είναι να εξασφαλιστεί ότι κάθε περιοχή, από τα μεγάλα αστικά κέντρα μέχρι τα πιο απομακρυσμένα χωριά, θα έχει την κατάλληλη πρόσβαση σε μηχανήματα αυτόματης ανάληψης. Παράλληλα, θα επιχειρηθεί να περιοριστούν οι υπερβολές, όπως για παράδειγμα το να υπάρχουν τέσσερα ΑΤΜ μπροστά από το ίδιο σούπερ μάρκετ και κανένα σε κοντινές γειτονιές.

Στο τέλος του 2024, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το σύνολο των ΑΤΜ στην Ελλάδα έφτανε τα 6.167. Από αυτά, περισσότερα από τα μισά – συγκεκριμένα στα 3.529 – βρίσκονταν εκτός καταστημάτων. Το στοιχείο αυτό δείχνει τη σημασία των off site μηχανημάτων για την καθημερινότητα των πολιτών, αφού σε πολλές περιπτώσεις αποτελούν το μοναδικό σημείο εξυπηρέτησης σε ολόκληρες περιοχές.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το διάστημα εκείνο προηγήθηκε η πώληση περίπου 800 ΑΤΜ από την Τράπεζα Πειραιώς σε ιδιωτική εταιρεία, γεγονός που είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις και ανησυχία για την επάρκεια του δικτύου. Εάν τελικά το σχέδιο προχωρήσει και δημιουργηθεί το νέο ενιαίο δίκτυο με κοινό όνομα, οι πολίτες θα έχουν μπροστά τους μια πολύ πιο απλή και ξεκάθαρη εικόνα: ένα σύστημα που θα τους επιτρέπει να κάνουν αναλήψεις και ερωτήσεις υπολοίπου χωρίς χρεώσεις, σε οποιοδήποτε σημείο της χώρας, με την εγγύηση ότι το δίκτυο θα λειτουργεί ισότιμα για όλους.