Καθώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, προχωρά σε εμπορικές συμφωνίες με το Ηνωμένο Βασίλειο, ακόμα και με την αρχικά εχθρική Κίνα, η Ευρωπαϊκή Ένωση φαίνεται να μένει στο περιθώριο, αποκαλύπτοντας τη βαθιά ρήξη μεταξύ των άλλοτε στενών συμμάχων.

Όπως σημειώνει σε ανάλυσή του το Politico, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες διαπραγμάτευσης με την Ουάσιγκτον για την άρση των αμερικανικών δασμών στα ευρωπαϊκά προϊόντα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που χειρίζεται την εμπορική πολιτική εκ μέρους των 27 κρατών-μελών της Ε.Ε., δεν έχει καταφέρει κάποια σημαντική πρόοδο.

Ο Τραμπ επέβαλε βασικό δασμό ύψους 10% στις αρχές Απριλίου, μαζί με επιπλέον δασμούς 25% σε αυτοκίνητα και μέταλλα. Αν οι δύο πλευρές δεν καταλήξουν σε συμφωνία μέχρι τις αρχές Ιουλίου, προβλέπεται αύξηση του βασικού δασμού στο 20%, καθώς ο Τραμπ επιχειρεί να εξισορροπήσει το διατλαντικό εμπορικό έλλειμμα, το οποίο αποδίδει εξ ολοκλήρου στην ΕΕ.

«Η Ευρώπη δεν αποτελεί προτεραιότητα για τις ΗΠΑ. Δεν νομίζω ότι σε κανέναν τομέα, είτε στο εμπόριο είτε στην άμυνα ή οτιδήποτε άλλο, η Ευρώπη είναι προτεραιότητα. Και φυσικά, αυτό αποτελεί έκπληξη για τους Ευρωπαίους στις συζητήσεις τους με Αμερικανούς αξιωματούχους», δήλωσε η Agathe Demarais, ανώτερη ερευνήτρια στο European Council on Foreign Relations.

Ο Τραμπ υπέγραψε συμφωνία με τον βρετανό πρωθυπουργό, Κιρ Στάρμερ, στα τέλη της προηγούμενης εβδομάδας για τη μείωση των αμερικανικών δασμών στις εξαγωγές αυτοκινήτων και στον χάλυβα από το Ηνωμένο Βασίλειο, η πρώτη τέτοια κίνηση από την επιβολή του πλέγματος δασμών τον Απρίλιο.

Τη Δευτέρα, η Κίνα πέτυχε τη δική της εμπορική ανακωχή, με την Ουάσιγκτον και το Πεκίνο να μειώνουν τους δασμούς σε 30% και 10% αντίστοιχα στα αγαθά τους.

Λίγες ώρες αργότερα, ο Τραμπ χαρακτήρισε την ΕΕ. «πιο κακόβουλη από την Κίνα». Η επίθεση του προέδρου είναι διαρκής: «Η Ευρωπαϊκή Ένωση δημιουργήθηκε για να εξαπατήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες», είχε δηλώσει τον Μάρτιο, προτού κηρύξει τον πλήρη εμπορικό πόλεμο.

Καθώς η Ουάσιγκτον κλείνει συμφωνίες με φίλους και αντιπάλους, τα αιτήματα των Βρυξελλών για άρση των δασμών παραμένουν αναπάντητα. Η ΕΕ και η διατλαντική εμπορική σχέση αξίας 1,6 τρισεκατομμυρίων ευρώ βρίσκονται στο περιθώριο.

«Χώρες όπως η Ινδία, η Ιαπωνία, ακόμα και το Βιετνάμ, είναι υψηλότερα στη λίστα προτεραιοτήτων των ΗΠΑ αυτή τη στιγμή από ό,τι η ΕΕ, γιατί οι ΗΠΑ θέλουν άμεσες νίκες», δήλωσε ο Josh Lipsky, διευθυντής του Atlantic Council στην Ουάσιγκτον.

«Αυτό σημαίνει διαφορετικά πράγματα για διαφορετικές χώρες, ειδικά για την ΕΕ. Είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς τι θα σήμαινε μια νίκη εδώ», συμπληρώνει.

Δύσκολες οι διαπραγματεύσεις

Από την ανάληψη καθηκόντων του Τραμπ τον Ιανουάριο, ο επικεφαλής διαπραγματευτής της Επιτροπής, Maroš Šefčovič, έχει συναντηθεί τρεις φορές με τους Αμερικανούς ομολόγους του, Howard Lutnick, Jamieson Greer και Kevin Hassett.

Παρά τα χαμόγελα στις φωτογραφίες, οι συζητήσεις έχουν οδηγήσει μόνο σε σύγχυση.

Αυτό έχει προκαλέσει απογοήτευση στους Ευρωπαίους αξιωματούχους, που έχουν την εντύπωση ότι οι Αμερικανοί δεν έχουν σαφείς στόχους και αυτοσχεδιάζουν.

«Είναι παράλογο», δήλωσε Ευρωπαίος αξιωματούχος με άμεση γνώση των διαπραγματεύσεων.

«Θα πρέπει να περάσουν μερικές εβδομάδες ακόμα πριν να είναι δυνατή κάποια συμφωνία, γιατί οι ΗΠΑ αλλάζουν διαρκώς προτεραιότητες», πρόσθεσε ο ίδιος, υπό καθεστώς ανωνυμίας λόγω του εμπιστευτικού χαρακτήρα των συνομιλιών.

Με τις σοβαρές διαπραγματεύσεις να μην έχουν ξεκινήσει ακόμη, η ΕΕ αναγκάζεται να κινείται προσεκτικά ανάμεσα στις μεταβαλλόμενες διαθέσεις του μεγαλύτερου εμπορικού της εταίρου, χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα.

«Δεν με νοιάζει τι λένε κάποιοι συνομιλητές για το αν δεν γνωρίζουν τι θέλουμε», δήλωσε ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής, Μπιλ Χάγκερτι. Ο εμπορικός εκπρόσωπος των ΗΠΑ, Τζέιμι Γκριρ, πρόσθεσε ότι ο Χάγκερτι «έχει ξεκάθαρη θέση».

Προσπαθώντας να ξεμπλοκάρει την κατάσταση, η Επιτροπή πρότεινε μια σειρά πιθανών παραχωρήσεων, μεταξύ των οποίων και η χαλάρωση κανονισμών και κοινές προσπάθειες για την αντιμετώπιση της υπερπαραγωγής από την Κίνα.

Παράλληλα, έθεσε στο τραπέζι αντίποινα ύψους 95 δισεκατομμυρίων ευρώ σε αμερικανικά προϊόντα αν οι συνομιλίες καταρρεύσουν, ποσό πολύ μικρότερο από την εκτίμηση της Επιτροπής για το συνολικό κόστος των υφιστάμενων και ενδεχόμενων δασμών Τραμπ, που φτάνει τα 549 δισεκατομμύρια ευρώ.

Ο εμπορικός σύμβουλος του Τραμπ, Πίτερ Ναβάρο, χαρακτήρισε την κίνηση της ΕΕ μη εποικοδομητική και προκλητική.

Παρ’ όλα αυτά, καθώς η διοίκηση Τραμπ δέχεται εσωτερική πίεση για πρόοδο στις εμπορικές διαπραγματεύσεις, οι Αμερικανοί αξιωματούχοι προβάλλουν αισιοδοξία για το μέτωπο με την Ευρώπη.

«Οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεχίζουν να σημειώνουν πρόοδο στις αμοιβαίες εμπορικές διαπραγματεύσεις με πολλούς πρόθυμους εταίρους. Έχουμε επίσης συχνές διαβουλεύσεις με την ΕΕ και τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών της για να επιτύχουμε πιο δίκαιες και αμοιβαίες εμπορικές σχέσεις», δήλωσε αξιωματούχος του USTR.

Ανηφορικός δρόμος

Καθώς η διοίκηση Τραμπ πανηγύριζε την πρώτη εμπορική «συμφωνία» της την περασμένη εβδομάδα, μια συμφωνία με το Ηνωμένο Βασίλειο που επιτρέπει την είσοδο δισεκατομμυρίων δολαρίων σε αμερικανικά προϊόντα, με αντάλλαγμα μειωμένους δασμούς σε συγκεκριμένα προϊόντα, κατέστη σαφές ότι οι ΗΠΑ σκοπεύουν να διατηρήσουν τον βασικό δασμό.

Αυτό σημαίνει ότι οι χώρες θα πρέπει να διαπραγματευτούν επιμέρους για τους τομεακούς δασμούς που έχει θεσπίσει ο Τραμπ, όπως οι δασμοί 25% σε αυτοκίνητα, χάλυβα και αλουμίνιο, με περισσότερους να έρχονται σε φάρμακα, ημιαγωγούς, κρίσιμα ορυκτά και ξυλεία.

Αντίθετα, η Επιτροπή βλέπει μεγαλύτερη ευελιξία από την αμερικανική πλευρά στον βασικό δασμό του 10%, σε σχέση με τους τομεακούς δασμούς.

«Η αίσθησή μας είναι ότι υπάρχει ευελιξία στο 10%. Οι δασμοί 25% σε αυτοκίνητα ή μέταλλα φαίνεται να συνδέονται περισσότερο με την πολιτική επαναβιομηχάνισης και εσωτερικής παραγωγής των ΗΠΑ», δήλωσε ανώτερος αξιωματούχος της Επιτροπής την προηγούμενη εβδομάδα.

Η πρόεδρος της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δήλωσε ότι θα συναντήσει τον Τραμπ μόνο αν υπάρξει ένα «συγκεκριμένο» πακέτο διαπραγμάτευσης.

Αν και το διπλωματικό πάγωμα υπογραμμίζει την περιορισμένη επιρροή της ΕΕ στη θεώρηση του Τραμπ, το μπλοκ προσπαθεί να το μετατρέψει σε πλεονέκτημα, ακολουθώντας μια στρατηγική «υπομονής».

«Κανένας εταίρος των ΗΠΑ δεν έχει παρουσιάσει τόσο λεπτομερώς τις θέσεις του όσο η ΕΕ», σημείωσε άλλος αξιωματούχος της Επιτροπής, τονίζοντας: «Άρα δεν θα ξεκινήσουμε από το μηδέν, όταν οι Αμερικανοί είναι έτοιμοι για σοβαρές διαπραγματεύσεις».