Με τον πρόεδρο της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, να έχει κάνει ήδη τέσσερις περιοδείες στην Αφρική – περισσότερες από κάθε προκάτοχό του – και το εμπόριο ανάμεσα στην Κίνα και την Αφρική να αναπτύσσεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, είναι φυσικό και άλλοι μεγάλοι περιφερειακοί «παίκτες» να βλέπουν την κινεζική διείσδυση στην Μαύρη Ήπειρο και να… ζηλεύουν, επιθυμώντας να καρπωθούν και αυτοί τα τεράστια οικονομικά οφέλη από την «πίτα» της ανάπτυξης στις αναπτυσσόμενες χώρες.

Ένας από αυτούς τους «παίκτες» που επιθυμούν κάτι τέτοιο είναι και η Τουρκία που καλοβλέπει να ζήσει και η ίδια το σενάριο που ζει σήμερα η Κίνα: ενώ το έτος 2000 οι συναλλαγές Κίνας-Αφρικής δεν ξεπερνούσαν τα 10 δισεκατομμύρια δολάρια, μέχρι το 2019 ανέρχονταν πλέον σε 200 δισ., ενώ την ίδια στιγμή καταγράφηκε στασιμότητα στις εμπορικές συναλλαγές της Αφρικής με την Ευρώπη και τις ΗΠΑ.

Παράλληλα, αυξάνονται συνεχώς οι άμεσες επενδύσεις της Κίνας σε αφρικανικές χώρες, επενδύοντας στα δημόσια έργα, την επέκταση του δικτύου ηλεκτροδότησης και τον εκσυγχρονισμό του συστήματος υγείας. Άλλες αφρικανικές χώρες δανείζονται από την Κίνα τεράστια ποσά για την κατασκευή εμβληματικών έργων υποδομής, όπως η σιδηροδρομική σύνδεση ανάμεσα στην Αντίς Αμπέμπα και το Τζιμπουτί ή από τη Μομπάσα προς το Ναϊρόμπι, με τον κίνδυνο της πολιτικής εξάρτησης ολοένα και να εντείνεται.

Αυτό, ασφαλώς, ουδόλως απασχολεί τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν: απεναντίας, είναι το προσδοκώμενο, από τον ίδιο, αποτέλεσμα για την Τουρκία. Να έχει δηλαδή βάλει τα «πλοκάμια» της πολύ βαθιά μέσα στην πιο οικονομικά αναπτυσσόμενη περιοχή του πλανήτη, αυτή την στιγμή. Και πως θα το καταφέρει αυτό; Με την πολιτική πώλησης των τουρκικών drones, την λεγόμενη στο εξωτερικό «drone diplomacy».

Πρόκειται για μια καλά μελετημένη στρατηγική που ο τούρκος πρόεδρος ακολουθεί από τα τέλη της περασμένης δεκαετίας. Και έχει, εν μέρει, δικαιωθεί, καθώς ο όγκος του τουρκοαφρικανικού εμπορίου αυξήθηκε από 5,4 δισ. δολάρια το 2003 σε 25,3 δισ. δολάρια το 2020. Αλλά και σε διπλωματικό επίπεδο η Τουρκία σημείωσε αξιοσημείωτη πρόοδο: ενώ το 2009 είχε μόλις 12 πρεσβείες στην Αφρική, πλέον έχει 43. Τα δε σχολεία που διοικούνται από τουρκικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, όπως το Maarif, έχουν πληθύνει, με της τουρκική παιδεία να διδάσκεται σε συνολικά 17.000 μαθητές σε 25 διαφορετικές αφρικανικές χώρες.

Ενδεικτικό είναι επίσης πως η Turkish Airlines, ο κρατικός αερομεταφορέας της Τουρκίας, πραγματοποιεί πλέον πτήσεις σε αφρικανικά 39 κράτη, όπως αναφέρει το εκτενές ρεπορτάζ του AfricaNews. Ωστόσο, η μεγάλη μπίζνα γίνεται, όπως προαναφέραμε, με τα drones.

Ερντογάν

Drone diplomacy

Στα τέλη του Οκτώβρη, ο τούρκος πρόεδρος πραγματοποίησε μια μεγάλη αφρικανική περιοδεία συνοδευόμενος από στελέχη της αμυντικής βιομηχανίας της χώρας του, ως το διπλωματικό και εμπορικό «πρελούδιο» ενόψει της τρίτης συνόδου κορυφής Τουρκίας-Αφρικής που θα γίνει τον προσεχή Δεκέμβριο. Κάπου εκεί, μεταξύ τυρού και αχλαδιού, ο Ερντογάν κατάφερε να πουλήσει τουρκικά drones σε όλες τις χώρες της Υπερσαχάριας Αφρικής, δηλαδή την Τυνησία, το Μαρόκο και τη Λιβύη.

Οι φτωχές αυτές χώρες, αναφέρει έτερο δημοσίευμα, προτιμούν τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη made in Turkey γιατί είναι φθηνά και αξιόπιστα –όχι τόσο όσο τα αντίστοιχα αμερικανικά, αλλά τέλος πάντων, αποτελούν μια συμφέρουσα οικονομικά λύση στο πλαίσιο του value for money.

Ενδιαφέρον για τα drones αυτά έχει δείξει και η Σομαλία – εκεί που οι Τούρκοι έχουν εγκαταστήσει τη σημαντικότερη στρατιωτική βάση τους εκτός της ενδοχώρας τους. Άλλωστε, η κυβέρνηση του Μογκαντίσου αποτελεί ήδη τον δεύτερο μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της χώρας μετά το Πεκίνο.

Επιπλέον, και μετά από τη μερική αποχώρηση των Γάλλων από το Σαχέλ, ανοίγει πλέον πεδίον δόξης λαμπρό για τον Ερντογάν προκειμένου να διεισδύσει και στις χώρες της Υποσαχάριας Αφρικής, όπως την Ακτή Ελεφαντοστού, την Νιγηρία, το Μάλι και την Γκάνα, αναφέρει επίσης μια άλλη πρόσφατη έκθεση για λογαριασμό του αμερικανικού Πενταγώνου.

Την ολοένα και εντονότερη τουρκική επεκτατικότητα προς την Αφρική είχε επισημάνει και σε ένα προ μηνών άρθρο του και ο διακεκριμένος πολιτικός αναλυτής και κοινωνιολόγος Φράνσις Φουκουγιάμα, υποστηρίζοντας ότι τα τελευταία πέντε χρόνια η Τουρκία κατέστη μια σημαντική περιφερειακή δύναμη κυρίως χάρη σε αυτήν ακριβώς την τεχνολογία των drones που ανέπτυξε η ίδια.

«Το χόμπι μου είναι τα drones και από τότε που άρχισα να τα χρησιμοποιώ πριν από μία δεκαετία, αντιλήφθηκα πως αυτήν την τεχνολογία, την οποία τότε κατείχαν μόνον οι ΗΠΑ και το Ισραήλ, αργά ή γρήγορα θα τη χρησιμοποιούσαν και άλλες χώρες. Τι έκανε η Τουρκία λοιπόν; Πήρε την τεχνολογία των drones από τους Ισραηλινούς, ανέπτυξε τη δική της βιομηχανία και στη συνέχεια ενεπλάκη σε διάφορες συρράξεις. Στο Ιντλίμπ, στη Συρία, μπλόκαρε την επέλαση των δυνάμεων του Ασαντ τον οποίο στηρίζει η Ρωσία, στη Λιβύη βομβάρδισε την αεροπορική βάση του στρατάρχη Χαφτάρ, συμμάχου των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, ενώ τον [σ.σ: προπερασμένο] Σεπτέμβριο ο Ερντογάν ενεπλάκη στη σύρραξη για το Ναγκόρνο Καραμπάχ στο πλευρό του Αζερμπαϊτζάν, εναντίον της Αρμενίας», υποστήριξε τότε ο Φουκουγιάμα, καταλήγοντας με νόημα: «Τα τουρκικά drones κατέστρεψαν 200 άρματα μάχης, 90 τεθωρακισμένα οχήματα και 182 πυροβόλα. Είναι φανερό ότι πρόκειται για μια τεχνολογία που υποχρεώνει τα ισχυρά κράτη να επανεξετάσουν τις χερσαίες πολεμικές επιχειρήσεις, την κατοχή εδαφών, τη χρήση στρατευμάτων και αρμάτων μάχης».