«Παραιτούμαι από τη σειρά μου, όποιος τη θέλει, του τη δίνω», δήλωσε σε ομιλία του τη Δευτέρα (12/4) ο πρόεδρος των Φιλιππίνων Ροντρίγκο Ντουτέρτε ανακοινώνοντας πως δεν θα κάνει το εμβόλιο κατά του κορονοϊού.

«Ας δώσουμε προτεραιότητα σε όσους μόλις εμβολιαστούν θα έχουν την ευκαιρία να είναι παραγωγικοί», τόνισε ο 76χρονος Φιλιππινέζος πρόεδρος, ο οποίος απουσίαζε επί δύο εβδομάδες από τη δημόσια ζωή προκαλώντας ερωτήματα για την κατάσταση της υγείας του.

«Οι περισσότεροι ηλικιωμένοι δεν είναι πλέον και τόσο παραγωγικοί», πρόσθεσε όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Ο Ντουτέρτε έχει κάνει πολλές απροσδόκητες δηλώσεις για τον εμβολιασμό κατά της covid-19, αναγκάζοντας κάποιες φορές τον εκπρόσωπό του Χάρι Ροκ να προχωρήσει σε ανασκευές.

Αρχικά δήλωσε έτοιμος να εμβολιαστεί δημοσίως, προτού πει ότι θα το κάνει ιδιωτικά.

Τον Αύγουστο είχε προτείνει να δοκιμάσει εθελοντικά το ρωσικό εμβόλιο, προτού ο Ροκ εξηγήσει ότι ο Ντουτέρτε δεν θα εμβολιαστεί με το Sputnik V προτού αυτό λάβει την έγκριση των υγειονομικών αρχών.

Σήμερα ο εκπρόσωπος του Ντουτέρτε σχολίασε ότι ίσως ο Φιλιππινέζος πρόεδρος αλλάξει γνώμη. «Η προσφορά είναι για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Όταν φτάσουν αποθέματα, ίσως να εμβολιαστεί», δήλωσε.

Διστάζουν να εμβολιαστούν περισσότεροι από τους μισούς Φιλιππινέζους

Μεγάλο ποσοστό των Φιλιππινέζων, 60% σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, διστάζουν να εμβολιαστούν κατά της covid-19.

Μέχρι στιγμής στη χώρα των 110 εκατομμυρίων κατοίκων μόλις ένα εκατομμύριο άνθρωποι έχουν λάβει ένα εμβόλιο κατά της covid-19.

Η βραδύτητα της εμβολιαστικής εκστρατείας και ο περιορισμένος αριθμός των διαθέσιμων εμβολίων τροφοδοτεί επικρίσεις εναντίον της κυβέρνησης και του τρόπου που διαχειρίζεται την πανδημία του κορονοϊού, την ώρα που η ραγδαία άνοδος των κρουσμάτων απειλεί να φέρει στα όριά τους τα νοσοκομεία της Μανίλα και των γειτονικών της επαρχιών, όπου αυτή την περίοδο ισχύει lockdown.

Η εκστρατεία εμβολιασμού κατά της covid-19 επικεντρώθηκε αρχικά στους υγειονομικούς και τους στρατιωτικούς, όμως στη συνέχεια επεκτάθηκε στους ηλικιωμένους και σε όσους πάσχουν από χρόνια νοσήματα.