Μια αποτυχημένη διάρρηξη, μια αινιγματική «πηγή» με το παρατσούκλι “Βαθύ Λαρύγγι”, κρυμμένα μικρόφωνα, δύο δημοσιογράφοι και ένας πρόεδρος. Πριν από 40 χρόνια, στις 17 Ιουνίου 1972, άρχισε να ξετυλίγεται το κουβάρι μιας υπόθεσης, του σκανδάλου Γουότεργκεϊτ, που συγκλόνισε τις ΗΠΑ και τον κόσμο.

Την ημέρα εκείνη οι δύο νεαροί δημοσιογράφοι της Ουάσινγκτον Ποστ, ο Μπομπ Γούντγουορντ και ο Καρλ Μπερνστάιν, πληροφορήθηκαν ότι έγινε μια μυστηριώδης διάρρηξη στα γραφεία του Δημοκρατικού Κόμματος σε ένα κτίριο της Ουάσινγκτον που ονομαζόταν Γουότεργκεϊτ.

Πέντε άνδρες συλλαμβάνονται επ’ αυτοφώρω.

Αυτή ήταν η αρχή του τέλους για τον Ρεπουμπλικάνο πρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον, ο οποίος υποχρεώθηκε να παραιτηθεί από τη θέση του δύο χρόνια αργότερα, τον Αύγουστο του 1974, αναφέρει το ΑΜΠΕ.

Κατά τη διάρκεια αυτών των δύο ετών οι Γούντγουορντ και Μπερνστάιν συνέχιζαν τις αποκαλύψεις, κυρίως χάρη στην πηγή τους, το «Βαθύ Λαρύγγι».

Επρόκειτο για έναν πράκτορα του FBI, τον Μαρκ Φελτ, ο οποίος παραδέχτηκε ότι έδινε πληροφορίες μόλις το 2005, τρία χρόνια πριν από το θάνατό του.

Ο Φελτ δεν ήθελε να το ρισκάρει. Έδινε ραντεβού με τον Γούντγουορντ τις νύχτες σε υπόγεια πάρκινγκ, για να του επιβεβαιώσει τις πληροφορίες του ή να τον στρέψει σε άλλες κατευθύνσεις.

«Πρόκειται για την συγκλονιστική ιστορία ενός προέδρου. Είναι εκπληκτικό το μέχρι ποιου σημείου ήταν θυμωμένος και δυστυχισμένος ως πρόεδρος», είπε πρόσφατα ο Γούντγουορντ αναφερόμενος στον Νίξον.

«Οι πρόεδροι μπορούν να κάνουν μεγάλα πράγματα. Ο Νίξον δεν είχε καταλάβει ποια ήταν τα καθήκοντά του», πρόσθεσε.

Το Κογκρέσο ανέλαβε να εξετάσει την υπόθεση αφού πολύ σύντομα έγινε φανερό ότι ο πρόεδρος ήταν αναμεμιγμένος στο σκάνδαλο, πολύ προτού το επιβεβαιώσουν και οι ηχογραφημένες συνομιλίες του στο Οβάλ Γραφείο, χάρη στο σύστημα που, κατά ειρωνεία της τύχης, είχε εγκαταστήσει ο ίδιος ο Νίξον.

Τον Σεπτέμβριο του 1974 ο Τζέραλντ Φορντ, που είχε αναλάβει προεδρικά καθήκοντα, απένειμε χάρη στον Νίξον.
Σύμφωνα με τον Στιβ Μπίλετ, καθηγητή ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Τζόρτζταουν, το Γουότεργκεϊτ «κατά κάποιον τρόπο υπονόμευσε την εμπιστοσύνη των πολιτών απέναντι στο κράτος και την προεδρία. Το σκάνδαλο μετέτρεψε την εξουσία σε εχθρό των Αμερικανών καθώς επαλήθευσε την προφητεία σύμφωνα με την οποία το κράτος θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τις ελευθερίες μας».

Σαράντα χρόνια μετά, οι δύο θρυλικοί δημοσιογράφοι συνεχίζουν να δίνουν διαλέξεις. Το βράδυ της Τετάρτης ο Γούντγουορντ, 69 ετών σήμερα, μίλησε στο Νιουζέουμ (Μουσείο Τύπου και Δημοσιογραφίας), σε μια κατάμεστη αίθουσα από νεαρούς επίδοξους συναδέλφους του, φοιτητές και πανεπιστημιακούς.

Σήμερα, η έκβαση ενός αντίστοιχου σκανδάλου δεν θα ήταν και πολύ διαφορετική, μολονότι τα μέσα ενημέρωσης διαθέτουν πλέον εργαλεία που επιτρέπουν μεγαλύτερη διαφάνεια, υποστήριξε. «Βρίσκουμε πολλά ωραία πράγματα στο Ίντερνετ, όμως μια εγκληματική συνωμοσία όπως αυτή του Γουότεργκεϊτ δεν θα την βρείτε στο Διαδίκτυο» διαβεβαίωσε.

Ο συγγραφέας Τόμας Μάλον, που έχει γράψει για την υπόθεση, ένα νέο Γουότεργκεϊτ «θα περιλάμβανε σίγουρα ιντερνετική πειρατεία».

Προέβλεψε μάλιστα ότι «κάποια στιγμή θα υπάρξει στην αμερικανική ιστορία ένα σκάνδαλο που θα επισκιάσει το Γουότεργκεϊτ».