Κάθε φορά που ερχόμαστε αντιμέτωποι με το ζήτημα του χουλιγκανισμού στην Ελλάδα, πολλοί επικαλούνται ένα πρόσωπο: Τη Μάργκαρετ Θάτσερ. «Πώς κατάφερε η πρωθυπουργός της Βρετανίας να πατάξει τη βία στα ποδοσφαιρικά γήπεδα; Με πολιτική πυγμή και σκληρά μέτρα» ρωτούν και απαντούν οι ίδιοι. Όμως αυτός ο ισχυρισμός δεν είναι παρά ένας μύθος, που συνεχίζει να επαναλαμβάνεται ως φάρσα.

Η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική και η αλήθεια είναι πως η Μάργκαρετ Θάτσερ είχε ελάχιστη σχέση με το άθλημα, αλλά και με τη μεταμόρφωση του αγγλικού ποδοσφαίρου σε αυτό που γνωρίζουμε σήμερα: Την περίφημη Premier League, το κορυφαίο πρωτάθλημα του πλανήτη.

Τα χρόνια της παρακμής

Τη δεκαετία του 1980, το ποδόσφαιρο στη Βρετανία ήταν σε παρακμή και ο χουλιγκανισμός σε ακμή. Οι εγκαταστάσεις ήταν άθλιες ακόμη και στην κορυφαία κατηγορία, τα γήπεδα θύμιζαν «παγίδες θανάτου» και συχνά μετατρέπονταν σε πεδία μαχών μεταξύ αντίπαλων οπαδών και αστυνομίας. Το άθλημα χρειαζόταν απεγνωσμένα επενδύσεις και οι φίλαθλοι στις εξέδρες διαρκώς μειώνονταν.

Τα δημοσιεύματα παρουσίαζαν τα ποδοσφαιρικά γήπεδα ως χώρους εξαιρετικά επικίνδυνους για την ασφάλεια και τη ζωή, γεμάτα με μεθυσμένους και παραβατικούς.

Για την κυβέρνηση ήταν ξεκάθαρα ένα θέμα «νόμου και τάξης» και η Μάργκαρετ Θάτσερ πίστευε πάντα πως ο ποδοσφαιρικός χουλιγκανισμός ήταν ένα από τα μεγαλύτερα δεινά της χώρας. Οι οπαδοί έπρεπε να παταχθούν και το ίδιο το άθλημα είχε δαιμονοποιηθεί.

Εξάλλου συχνά από τα κυβερνητικά στελέχη και τον συμπολιτευόμενο τύπο, οι οπαδοί συλλήβδην ταυτίζονταν με «ακραία» και «περιθωριακά» στοιχεία «κατώτερων τάξεων». Στην πραγματικότητα το ποδόσφαιρο αντανακλούσε σε κάποιο βαθμό την αναταραχή, την οικονομική κρίση και τον διχασμό της θατσερικής περιόδου.

Η πρώτη τραγωδία

Στις 29 Μαΐου του 1985 γράφτηκε μια από τις πιο μαύρες σελίδες του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Στο στάδιο Χέιζελ των Βρυξελλών, η Λίβερπουλ και η Γιουβέντους θα αγωνίζονταν για την κατάκτηση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης, το σημερινό Champions League.

Μια ώρα πριν από την έναρξη του τελικού της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης, οι οπαδοί της αγγλικής ομάδας παραβίασαν τα διαχωριστικά κιγκλίδωμα που τους χώριζαν με τους φιλάθλους της Γιουβέντους. Ακολούθησε πανικός, χάος και άγρια επεισόδια. Άνθρωποι εγκλωβίστηκαν στον τοίχο και πέθαναν από την πίεση χιλιάδων ανθρώπων. Όταν το τοιχίο κατέρρευσε πολλοί ποδοπατήθηκαν καθώς το πλήθος προσπαθούσε να διαφύγει. Τουλάχιστον 39 άνθρωποι σκοτώθηκαν και 600 τραυματίστηκαν.

Ενισχυμένη από τη νικηφόρα σύγκρουση με τους ανθρακωρύχους, η πρωθυπουργός της Βρετανίας έβαλε πλέον στο στόχαστρο και το αγγλικό ποδόσφαιρο. Αξίζει να σημειωθεί πως λίγο καιρό πριν το Χέιζελ στην Αγγλία είχε σημειωθεί μια ακόμη τραγωδία. Στις 11 Μαΐου του 1985, η ξύλινη εξέδρα στο γήπεδο της Μπράντφορντ έπιασε φωτιά εξαιτίας συσσώρευσης σκουπιδιών κάτω από αυτήν, με αποτέλεσμα 56 άνθρωποι να χάσουν τη ζωή τους. Όμως η τραγωδία του Χέιζελ σημειώθηκε σε διεθνή αγώνα, στο υψηλότερο επίπεδο, και αυτό ήταν αφόρητο για τη βρετανική κυβέρνηση.

«Αυτό είναι ευθύνη της Αγγλίας», διεμήνυσε η Μάργκαρετ Θάτσερ και ίσως αυτή η δήλωσή της να ήταν στην πραγματικότητα και η σημαντικότερη παρέμβασή της στην επανίδρυση του αγγλικού ποδοσφαίρου.

Ο αποκλεισμός από την Ευρώπη και άλλα μέτρα

Μια από τις αποφάσεις που αναφέρονται – κατά κόρον – ως «έργο» της Θάτσερ είναι ο αποκλεισμός των αγγλικών συλλόγων από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Η αλήθεια είναι πως το εν λόγω μέτρο ανήκει στην UEFA. Η ευρωπαϊκή ομοσπονδία ποδοσφαίρου, μετά το Χέιζελ, είχε αποφασίσει να αποκλείσει όλες τις αγγλικές ομάδες, εξαιρώντας την Εθνική Αγγλίας, από τις διοργανώσεις της για πέντε χρόνια. Για τη Λίβερπουλ ο αποκλεισμός ήταν έξι χρόνια.

Το μόνο που έκανε η Θάτσερ ήταν να συναινέσει και να επικροτήσει τη ποινή. Ακολούθως η κυβέρνηση της Βρετανίας προχώρησε και σε κάποια εθνικά μέτρα. Ποια ήταν αυτά; Η κάρτα μέλους, τα κάγκελα και οι φράχτες στις εξέδρες, τα κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης και η παρουσία ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων. Το περίφημο Εθνικό Σύστημα Μελών προέβλεπε πως κάθε άνθρωπος που επιθυμούσε να βρεθεί στο γήπεδο θα έπρεπε να προμηθευτεί μια κάρτα. Χωρίς αυτήν δεν μπορούσε να μπει και εάν το δοκίμαζε θα οδηγούταν στη φυλακή και θα πλήρωνε πολύ βαρύ πρόστιμο. Τον έλεγχο για την χορήγηση αυτής της κάρτας θα είχε μια επιτροπή «πειθαρχικού ελέγχου».

Τα παραπάνω μέτρα καταστολής αποδείχθηκαν όχι μόνο αναποτελεσματικά αλλά σχεδόν καταστροφικά. Τα επεισόδια συνεχίστηκαν, όπως και η πορεία παρακμής του αγγλικού ποδοσφαίρου, που έφτασε σε ιστορικό χαμηλό και σε πλήρη απαξίωση.

Όσο για την απαγόρευση κατανάλωσης αλκοόλ εντός γηπέδων, ένα ακόμη μέτρο που αποφάσισε η κυβέρνηση Θάτσερ, αυτό που συνέβη ήταν πως αυξήθηκε η κατανάλωσή εκτός αυτών, σε παμπ και στους δρόμους. Και μαζί της αυξήθηκε και ο χουλιγκανισμός. Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ έγινε σχεδόν συνώνυμη με το γήπεδο.

Η δεύτερη τραγωδία

Με αυτόν το πλαίσιο φτάσαμε και στην επόμενη μεγάλη τραγωδία. Στις 15 Απριλίου του 1989, κατά τη διάρκεια του ημιτελικού αγώνα Λίβερπουλ – Νότιγχαμ Φόρεστ για το Κύπελλο Αγγλίας, στο γήπεδο Χίλσμπορο του Σέφιλντ, 96 φίλαθλοι ποδοπατήθηκαν και σκοτώθηκαν και 766 τραυματίστηκαν. Ήταν η μεγαλύτερη αθλητική τραγωδία στην ιστορία της Βρετανίας. Εξαιτίας των αυστηρών ελέγχων χιλιάδες φίλαθλοι που είχαν προμηθευτεί εισιτήριο είχαν μείνει εκτός γηπέδου, ενώ ο αγώνας ξεκινούσε.

Ο επικεφαλής της αστυνομικής δύναμης αποφάσισε να ανοίξει τις θύρες με αποτέλεσμα να μπουν, ατάκτως, οπαδοί στην ήδη υπερπλήρη εξέδρα. Πολλοί στριμώχτηκαν στα κάγκελα που είχαν τοποθετηθεί. Τα κάγκελα που είχαν τοποθετηθεί για λόγους ασφαλείας δεν έδιναν καμία διέξοδο και πολλοί πέθαναν από ασφυξία.

Ο καταλυτικός ρόλος του Πίτερ Τέιλορ

Η Μάργκαρετ Θάτσερ και η κυβέρνησή της υιοθέτησαν άμεσα τη θέση της αστυνομίας, κατηγορώντας και πάλι τους μεθυσμένους και ταραχοποιούς οπαδούς. Όμως ένα πρόσωπο της Δικαιοσύνης αποδείχθηκε κομβικό για τις εξελίξεις. Την έρευνα για την τραγωδία ανέλαβε ο αρχιδικαστής Πίτερ Τέιλορ. Στο πόρισμά του, το οποίο συνέπεσε με την αποχώρηση της Θάτσερ από την πρωθυπουργία, επέρριψε την αποκλειστική ευθύνη στην αστυνομία, τα λανθασμένα μέτρα ασφαλείας, την ελλιπή οργάνωση και τις άθλιες – ακατάλληλες γηπεδικές εγκαταστάσεις.

Όλα αυτά δηλαδή με τα οποία δεν είχε ασχοληθεί ποτέ η Μάργκαρετ Θάτσερ και μάλιστα τα είχε ενισχύσει. Το πόρισμα του Τέιλορ συνοδεύτηκε και από μια ακόμη αναφορά, λίγους μήνες αργότερα, που περιείχε τις προτάσεις του για το μέλλον του ποδοσφαίρου.

Στα τελειώματά της η κυβέρνηση της Θάτσερ επιχείρησε να συγκαλύψει – κατά το δυνατόν – τις ευθύνες της αστυνομίας για την τραγωδία. Μια στάση για την οποία το βρετανικό κράτος αναγκάστηκε χρόνια μετά να απολογηθεί, ζητώντας «συγγνώμη» από τους συγγενείς των θυμάτων και τους οπαδούς, που έζησαν τον εφιάλτη του Χίλσμπορο.

Η Θάτσερ φεύγει, το ποδόσφαιρο έρχεται

Οι κρίσιμες αλλαγές για την αναγέννηση του αγγλικού ποδοσφαίρου ήρθαν μετά την αποχώρησή της από την εξουσία, τον Νοέμβριο του 1990. Ο διάδοχός της Τζον Μέιτζορ και οι ιδιοκτήτες των ποδοσφαιρικών ομάδων υιοθέτησαν όλες τις προτάσεις του Πίτερ Τέιλρο για την ορθή διοργάνωση ενός ποδοσφαιρικού αγώνα, τους κανόνες ασφαλείας, την αφαίρεση των κάγκελων και τη δημιουργία σύγχρονων γηπέδων. Στο τελευταίο μάλιστα η νέα κυβέρνηση υποστήριξε τους επενδυτές. Προχώρησε σε μια γενναία χρηματοδότηση ώστε να ανασκευαστούν τα παλιά γήπεδα.

Μια από τις μεγάλες ειρωνείες για τη Μάργκαρετ Θάτσερ είναι πως η δογματική πίστη της στη δύναμη της αγοράς ήταν τελικά και αυτή που αναμόρφωσε το αγγλικό ποδόσφαιρο συμβάλλοντας στην έκρηξή του τη δεκαετίας του 1990.

Οι ποδοσφαιρικοί παράγοντες διαπίστωσαν τα κέρδη που θα μπορούσαν να έχουν ένα αναπτύξουν ένα ελκυστικό προϊόν για τους φιλάθλους. Όπως ανέφερε και ο Πίτερ Τέιλορ στην αναφορά του: «Αν φέρεσαι στους οπαδούς σαν ζώα, τότε κι αυτοί θα φερθούν αναλόγως». Κανένας όρθιος στο γήπεδο, κανένας κλεισμένος σε σιδερένιο κλουβί, σύγχρονες παροχές για τους οπαδούς και για τους ταραξίες… αποκλεισμός από το γήπεδο.

Για να προχωρήσουν το σχέδιό τους οι παράγοντες ίδρυσαν το 1992 την Premier League, αποχωρώντας από την αγγλική ομοσπονδία «Football League». «Αρκεί να δείτε πόσο γρήγορα βελτιώθηκαν τα πράγματα – τα γήπεδα, οι εγκαταστάσεις των μέσων ενημέρωσης, η διάθεση εισιτηρίων για τους φιλάθλους εκτός έδρας, ό,τι θέλετε – για να καταλάβετε ότι (η απόσχιση) ήταν το σωστό», έχει δηλώσει ο Μάικ Φόστερ, πρώτος γγ της καινούργιας τότε Premier League.

Με αυτές τις κινήσεις πέτυχαν και κάτι επίσης καταλυτικό για την εξέλιξη του αγγλικού ποδοσφαίρου σε αυτό που σήμερα θεωρείται παγκοσμίως ως πρότυπο. Διαμόρφωσαν ένα εξαιρετικό τηλεοπτικό προϊόν και τις συνθήκες για να επενδύσει τεράστια κεφάλαια ο Ρούμπερτ Μέρτντοχ, φίλος και υποστηρικτής της Θάτσερ, αγοράζοντας τα δικαιώματα για να προβάλλονται οι αγώνες στο κανάλι του Sky. Μάλιστα τα κέρδη κατανέμονταν ισομερώς μεταξύ των συλλόγων – μελών, ώστε να ενισχύεται ο ανταγωνισμός και άρα και το προϊόν.

Όλα πλέον είχαν πάρει το δρόμο τους. Ήταν η συνολική στρατηγική και η συνεργασία όλων των ποδοσφαιρικών παραγόντων που δημιούργησε το αγγλικό «modern football» και όχι τα κατασταλτικά μέτρα της Θάτσερ. Αυτή είναι η πραγματική διδαχή για όλους όσους εμπλέκονται και αγαπούν το ποδόσφαιρο. Θα μπορούσε μάλιστα να πει κάποιος πως με το τέλος της Θάτσερ, το ποδόσφαιρο στο Νησί απελευθερώθηκε από τα δεσμά που το περιόριζαν.