Για περισσότερους από πέντε μήνες είχαν γίνει ο φόβος και ο τρόμος για τους επιβάτες στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς. Ο λόγος για μία από τις μεγαλύτερες συμμορίες πορτοφολάδων που εξαρθρώθηκε από την Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Αθηνών, με την ΕΛ.ΑΣ. να συλλαμβάνει συνολικά 30 άτομα και να ταυτοποιεί ακόμη 9 μέλη.

Η συντριπτική πλειονότητα των εμπλεκόμενων είναι Αλβανοί, ενώ στους κόλπους της συμμορίας είχαν ενταχθεί και άτομα από το Πακιστάν και τη Ρουμανία. Σε βάρος τους σχηματίσθηκε δικογραφία για εγκληματική οργάνωση, διακεκριμένες περιπτώσεις κλοπής τετελεσμένες και σε απόπειρα κατά συναυτουργία και κατ’ εξακολούθηση καθώς και για παράβαση του Νόμου περί πρόληψης και καταστολής της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.

«Χτυπούσαν» σε λεωφορεία, Μετρό, Ηλεκτρικό και ΚΤΕΛ

Όπως προέκυψε από την έρευνα της ΕΛ.ΑΣ., η συμμορία ξεκίνησε τη δράση της τουλάχιστον στις αρχές Οκτωβρίου του 2021, δρώντας καθημερινά και σε μικρές ομάδες με διακριτούς ρόλους. Στο στόχαστρο των «Αρσέν Λουπέν» βρίσκονταν οι επιβάτες στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς (σ.σ. αστικά λεωφορεία, τρόλεϊ, μετρό, ΗΣΑΠ, Σταθμό Υπεραστικών Λεωφορείων Κηφισού, Σιδηροδρομικό Σταθμό Λαρίσης κ.ά.), καθώς σε στάσεις αυτών.

Τα αρχηγικά μέλη της οργάνωσης αποφάσιζαν για τη σύνθεση των μελών της «ομάδας κρούσης» που θα αναλάμβανε δράση ανά ημέρα, και επέλεγαν τα υποψήφια θύματα τους ανάλογα με τον βαθμό ευκολίας της κλοπής. Έκαστη «υποομάδα κρούσης» δραστηριοποιούταν σε διαφορετικά δρομολόγια των Μ.Μ.Μ. στα οποία υπήρχε ο μεγαλύτερος συνωστισμός επιβατών κατά τις ώρες αιχμής, δημιουργώντας παράλληλα τεχνητό συνωστισμό, με σκοπό να αφαιρούν πορτοφόλια και αντικείμενα από τα υποψήφια θύματα τους. Επιπλέον, πραγματοποιούσαν συνεχόμενες εναλλαγές των δρομολογίων μεταξύ των υποομάδων, προκειμένου να μην γίνει αντιληπτή από τις αστυνομικές αρχές η δράση τους καθώς και η φυσική τους παρουσία.

Με… μπουφάν, εφημερίδες και χαρτιά στα χέρια τους

Τα μέλη της οργάνωσης χρησιμοποιούσαν συγκεκριμένους ενδυματολογικούς κανόνες ώστε να προσαρμόζονται στις συνθήκες και το περιβάλλον και κρατούσαν στα χέρια τους μπουφάν και άλλα αντικείμενα (εφημερίδες, χαρτιά κ.ά.), προκειμένου να μην γίνονται αντιληπτές οι κινήσεις των χεριών τους, κατά την πραγματοποίηση των κλοπών. Επίσης προέβαιναν σε κατόπτευση του χώρου, επέλεγαν να παραμένουν αθέατοι σε «τυφλά» σημεία, που δεν καλύπτονται από κάμερες ασφαλείας, λάμβαναν μέτρα αντιπαρακολούθησης και κατά τις τηλεφωνικές τους επικοινωνίες χρησιμοποιούσαν συγκεκριμένες κωδικές εκφράσεις.

Μετά τις κλοπές, μοίραζαν μεταξύ τους τα χρηματικά ποσά, διαθέτοντας παράλληλα τα κλοπιμαία σε κλεπταποδόχους. Από την μέχρι στιγμής έρευνα, εξιχνιάσθηκαν 81 κλοπές, σε βάρος επιβατών εντός των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς καθώς σε στάσεις αυτών, με το οικονομικό όφελος να υπερβαίνει τις 50.000 ευρώ. Ωστόσο, οι αξιωματικοί της Ασφάλειας εκτιμούν ότι ο αριθμός των περιπτώσεων που εμπλέκονται τα μέλη της συμμορίας είναι πολύ μεγαλύτερος, δεδομένης και της καθημερινής τους δράσης.

Από τις έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε 20 οικίες των μελών της οργάνωσης, καθώς και σε 2 καταστήματα των κλεπταποδόχων, βρέθηκαν συνολικά και κατασχέθηκαν: 10 φορητοί ηλεκτρονικοί υπολογιστές, 83 κινητά τηλέφωνα, 14 tablets, 11 ρολόγια χειρός, 5 πορτοφόλια, 3 τσάντες, πλήθος από γυναικεία βραχιόλια, 3.070 ευρώ, 5 Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητα, 2 μοτοσυκλέτες, πλήθος εξαρτημάτων κινητών τηλεφώνων και φορητών υπολογιστών, 308 πακέτα τηλεφωνικών συνδέσεων, 4 κάμερες κλειστού κυκλώματος καταγραφής, μικροποσότητα ακατέργαστης κάνναβης, καθώς επίσης και πλήθος εγγράφων, ιδιόχειρων σημειώσεων, καρτών για τα Μ.Μ.Μ. και αποδείξεων συναλλαγών χρηματικών ποσών.

Επιπρόσθετα, η συντριπτική πλειοψηφία των μελών της οργάνωσης έχει συλληφθεί και κατά το παρελθόν για τα ίδια και έτερα αδικήματα. Οι συλληφθέντες, με τη δικογραφία που σχηματίσθηκε σε βάρος τους, οδηγήθηκαν στον κ. Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών.