Η προεκλογική επιχειρηματολογία της ΝΔ και του κ. Μητσοτάκη αναφέρεται σε μια «εικονική πραγματικότητα», αντίθετη με όσα βιώνει η κοινωνική πλειοψηφία. Λένε «μειώσαμε τους φόρους», «αυξήσαμε τους μισθούς», «έχουμε ανάπτυξη». Τι συμβαίνει όμως στην πραγματικότητα;

Α) Τα φορολογικά βάρη αυξήθηκαν την τετραετία 2019-23. Σε σύγκριση με την τετραετία 2015-19, η κοινωνία πληρώνει 2,8 δισεκατομμύρια ευρώ περισσότερους φόρους το χρόνο. Πως συνέβη αυτό αφού οι ονομαστικοί συντελεστές δεν αυξήθηκαν; Η αφαίμαξη έγινε κυρίως μέσω των έμμεσων φόρων. Το 60% των φορολογικών εσόδων είναι έμμεσοι φόροι, που λόγω πληθωρισμού «απορρόφησαν» μεγάλο μέρος των εισοδημάτων, κυρίως των πιο χαμηλών.

Β) Οι πραγματικοί μισθοί μειώθηκαν λόγω πληθωρισμού. Όπως δείχνουν, μάλιστα, τα στοιχεία του ΟΟΣΑ ο μέσος πραγματικός μισθός στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 7,4% το 2022. Ο κ. Μητσοτάκης εμφανίζει εαυτόν δήθεν «συνεπή» σε ό,τι αφορά τις προεκλογικές δεσμεύσεις του το 2019 για τον κατώτατο μισθό. Όμως δεν αναγνωρίζει καν τη μείωση της αγοραστικής δύναμης των μισθών που δημιουργεί ο πληθωρισμός. Αυτό που επιζητά, είναι οι μισθωτοί να αποδεχτούν τη φτωχοποίηση τους.

Γ) Ο κ. Μητσοτάκης προβάλει τη μείωση του λόγου του χρέους ως προς το ΑΕΠ, κυρίως λόγω πληθωρισμού. Όμως η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιβάρυνε το μέλλον, αύξησε το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης κατά 50 δισεκατομμύρια ευρώ. Το κατά κεφαλήν χρέος αυξήθηκε από 33.458 ευρώ το 2019, σε 38.157 ευρώ το 2023.

Δ) Επίσης μιλά ο κ. Μητσοτάκης για αύξηση των επενδύσεων. Αλλά αν διαβάσει την Έκθεση της ΤτΕ θα διαπιστώσει ότι πολλές από τις «επενδύσεις» είναι εξαγορές επιχειρήσεων και ακινήτων, οι οποίες μάλιστα κατά κανόνα γίνονται με δανεισμό από τις ελληνικές τράπεζες. Όμως αυτό που χρειαζόμαστε είναι παραγωγικές επενδύσεις που διευρύνουν την παραγωγική βάση, δημιουργούν θέσεις εργασίας και βελτιώνουν τη δομή και την παραγωγικότητα της οικονομίας.

Αυτοί και άλλοι εξωραϊσμοί στους οποίους επιδίδεται η απερχόμενη κυβέρνηση δεν αλλάζουν τη πραγματικότητα. Η κυβέρνηση σήμερα «πανηγυρίζει» για την οικονομία με τρόπο που θυμίζει τη δήθεν «θωρακισμένη Ελλάδα» του 2009. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά.

Η πολιτική της ΝΔ του κ. Μητσοτάκη οδηγεί σε φτωχοποίηση μεγάλο μέρος των λαϊκών και των μεσαίων τάξεων. Παραβιάζει το κράτος δικαίου και διαβρώνει την αξιοπιστία των δημοκρατικών θεσμών. Αναπαράγει ένα αναπτυξιακό μοντέλο που δημιουργεί ελλείμματα και ανισότητες και αν δεν αλλάξει οδηγεί και πάλι σε περιπέτειες.

Η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές της 21ης Μαΐου θα έχει, συνεπώς, βαρύ φορτίο να σηκώσει. Θα πρέπει να διαχειριστεί την αρνητική κληρονομιά της κυβέρνησης Μητσοτάκη σε οικονομία, κοινωνία και θεσμούς. Να δώσει μια άμεση ανακούφιση στις λαϊκές και τις μεσαίες τάξεις με χτύπημα της αισχροκέρδειας και του «πληθωρισμού της απληστίας», με αύξηση των μισθών, προστασία από τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας, ανόρθωση του ΕΣΥ, στήριξη της μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας. Ταυτόχρονα να βάλει τις βάσεις για ένα μοντέλο δίκαιης και βιώσιμης ανάπτυξης, να αποκαταστήσει του δημοκρατικούς θεσμούς, να ενισχύσει την κοινωνική συνοχή.

Η υπέρβαση των εμποδίων και των αντιστάσεων από τα κατεστημένα και παρασιτικά συμφέροντα που κερδίζουν από τις κατευθείαν αναθέσεις, τις πελατειακές πρακτικές, τη σπατάλη των δημοσίων πόρων, τη φτωχοποίηση της κοινωνικής πλειοψηφίας απαιτεί ευρείες κοινωνικές και πολιτικές πλειοψηφίες. Γι’ αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ζητεί ισχυρή λαϊκή εντολή για τη δημιουργία μιας προοδευτικής κυβέρνησης προγραμματικής συμφωνίας και μακράς πνοής. Και απαραίτητη προϋπόθεση γι’ αυτό, είναι η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στην κάλπη της 21ης Μάη.

  • Γιάννης Δραγασάκης, υποψήφιος βουλευτής του Δυτικού Τομέα Αθηνών με τον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία