Ο σχολικός εκφοβισμός – είτε εμφανίζεται μέσα στο σχολείο είτε στην πλατεία είτε μπροστά στην οθόνη ενός κινητού – αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν γονείς, εκπαιδευτικοί και παιδιά.
Η Ψυχολόγος – Παιδοψυχολόγος Αλεξάνδρα Καππάτου μιλάει στο Newsbeast για τα «σιωπηλά» σημάδια του bullying, τις συχνές παγίδες στις οποίες πέφτουν οι γονείς, και τους τρόπους με τους οποίους μπορούν να σταθούν δίπλα στα παιδιά τους, είτε αυτά είναι θύματα είτε θύτες. Μια συζήτηση που ρίχνει φως στο ρόλο της οικογένειας, του σχολείου και της ίδιας της κοινωνίας στην πρόληψη και την αντιμετώπιση της βίας ανάμεσα στους ανηλίκους.
- Ποια είναι τα βασικά σημάδια ότι ένα παιδί υφίσταται bullying και πώς διαφέρουν ανάλογα με την ηλικία;
Στα παιδιά των πρώτων τάξεων του δημοτικού ο εκφοβισμός εκφράζεται κυρίως με σωματική βία (κλωτσιές, μπουνιές, σπρωξίματα, τράβηγμα μαλλιών κ.λπ.). Μεγαλώνοντας, δηλ. στις τελευταίες τάξεις του δημοτικού και στην εφηβεία, παρουσιάζεται και ο αποκλεισμός από τις παρέες, η απομόνωση του παιδιού και η διάδοση φημών. Παράλληλα, στην εφηβεία κυρίως, εμφανίζεται και ο διαδικτυακός εκφοβισμός, κάτι που απασχολεί πολύ τα παιδιά.
Ενδείξεις που μας οδηγούν να σκεφτούμε ότι το παιδί μας πιθανά έχει υποστεί εκφοβισμό είναι κάποιες αλλαγές στη συμπεριφορά του και στις συνήθειές του, που δεν μπορούμε να καταλάβουμε πού οφείλονται.
Στα μικρότερα παιδιά: Αλλαγή στις συνήθειες ύπνου (ανησυχία, εφιάλτες, διακοπτόμενος ύπνος, άρνηση για ύπνο, καθυστερημένη επέλευση ύπνου, ζητά να κοιμάται με τους γονείς, πιπίλα κ.ά. Φόβος ή και άρνηση για το σχολείο.
Στα παιδιά της προεφηβείας: Εκτός των παραπάνω, παρουσιάζεται σωματοποίηση του άγχους με συχνές κεφαλαλγίες και πόνους στο στομάχι, άρνηση για το σχολείο και ομαδικές δραστηριότητες και πτώση στη σχολική επίδοση.
Στην εφηβεία προστίθενται και άλλες ενδείξεις εκτός από το φόβο για το σχολείο: αλλαγή διαδρομής, κλείνουν το κινητό, ζητούν να αλλάξουν αριθμό, αγχώνονται να ανοίξουν τον υπολογιστή και αποφεύγουν να συναντήσουν φίλους. Μπορεί να παρουσιάσουν έντονο άγχος, συμπτώματα κατάθλιψης, αυτοκτονικό ιδεασμό, αυτοτραυματισμό κ.λπ.
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι οι γονείς δεν μπορούν με βεβαιότητα να αντιληφθούν τι βιώνει το παιδί τους, δεδομένου ότι τα παιδιά το κρύβουν. Επιπλέον, αυτά τα συμπτώματα δεν υποδηλώνουν απαραίτητα εκφοβισμό, αλλά τα συναντάμε και σε άλλες περιπτώσεις προβλημάτων ψυχικής υγείας.
Ωστόσο, είναι σημαντικό οι γονείς να είναι ευαισθητοποιημένοι και παρατηρητικοί. Ακόμη και στις περιπτώσεις που υπάρχουν σωματικές ενδείξεις τα παιδιά μπορεί να τις αποκρύψουν. Ένα στα πέντε παιδιά ηλικίας 12-18 αναφέρουν ότι έχουν βιώσει εμπειρία εκφοβισμού. Τα ποσοστά στο γυμνάσιο είναι υψηλότερα (26%), ενώ στο λύκειο είναι 16%. Να σημειώσουμε ότι τα παιδιά που βιώνουν συχνά αυτή την αρνητική εμπειρία μπορεί να είναι το 5-15% του συνόλου.
- Πώς πρέπει να προσεγγίσουν οι γονείς το παιδί τους ώστε να νιώσει ασφάλεια, να μιλήσει, εφόσον δουν αυτά τα σημάδια που αναφέρατε;
Θα ξεκινήσω λέγοντας ότι τα παιδιά συνήθως ντρέπονται ή φοβούνται να αποκαλύψουν τι έχουν περάσει στους γονείς τους, γιατί ανησυχούν για τις αντιδράσεις τους και δεν το αντέχουν. Έτσι αποφεύγουν να μιλήσουν ενώ πιέζονται, βασανίζονται ψυχικά και το μαρτύριο που βιώνουν συνεχίζεται.
Γι’ αυτό το πρώτο που χρειάζεται να κάνουν οι ευαισθητοποιημένοι γονείς είναι να αφιερώνουν χρόνο στην επικοινωνία με το παιδί τους. Αν παρατηρούν σημάδια που τους προβληματίζουν, να μιλήσουν με το παιδί τους κάποια στιγμή χαλαρά, με ηρεμία και ψυχραιμία. Να δώσουν χρόνο στο παιδί να εκφραστεί και να του δημιουργήσουν αίσθημα ασφάλειας. Να αποφύγουν να κάνουν σχόλια, αλλά αντίθετα να το διαβεβαιώσουν ότι δεν ευθύνεται εκείνο για αυτό που του συνέβη και να το καθησυχάσουν ότι θα κάνουν ό,τι χρειαστεί για να σταματήσει άμεσα ο εκφοβισμός. Να προσπαθήσουν να μάθει τι έχει συμβεί, πόσο καιρό συμβαίνει και ποια παιδιά εμπλέκονται, χωρίς όμως να το πιέσουν να απαντήσει.
- Και ποια είναι τα βήματα που πρέπει να κάνουν οι γονείς όταν επιβεβαιώσουν ότι το παιδί τους είναι θύμα εκφοβισμού;
Αφού το διαβεβαιώσουν ότι το καταλαβαίνουν, ότι δεν ευθύνεται το ίδιο και ότι αυτό θα σταματήσει άμεσα, με απόλυτη ηρεμία θα συζητήσουν μαζί του τον τρόπο με τον οποίο θα ενεργήσουν.
Το επόμενο βήμα είναι η ενημέρωση του σχολείου για το περιστατικό και η συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς. Οι γονείς θα ρωτήσουν πώς θα κινηθούν οι εκπαιδευτικοί, το πρωτόκολλο που ακολουθούν και θα ζητήσουν το εύλογο: να σταματήσει άμεσα ο εκφοβισμός. Θα πρέπει να ενημερώνονται αναλυτικά οι γονείς για τα μέτρα που θα ληφθούν, και τους τρόπους με τους οποίους θα καταφέρουν οι εκπαιδευτικοί να βοηθήσουν το παιδί να αισθανθεί ξανά εμπιστοσύνη και ασφάλεια στο χώρο του σχολείου: Ποια δηλαδή θα είναι η στήριξη των καθηγητών και ποιες θα είναι οι συνέπειες της συμπεριφοράς του δράστη.
- Οι γονείς και το σχολείο μπορούν να ενισχύσουν την αυτοεκτίμηση και την ανθεκτικότητα του παιδιού;
Φυσικά μπορούν. Οι γονείς αποτελούν βασικό άξονα για να βοηθήσουν παιδί από νωρίς τόσο στην ανάπτυξη της αυτοεκτίμησής του όσο και της ψυχικής του ανθεκτικότητας. Με τη στάση τους, την στήριξή τους, αναθέτοντας του πρωτοβουλίες, ενισχύοντας την αυτενέργειά του, μαθαίνοντας να αναγνωρίζουν και να συζητούν για τα συναισθήματά του, αφιερώνοντάς του χρόνο αλλά και από το παράδειγμά τους και τη στάση τους στη ζωή.
Αλλά και από το σχολείο μέσα από προγράμματα, συζητήσεις αλλά και δραστηριότητες που θα ενισχύουν την ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης του παιδιού, της ανθεκτικότητας, της ενσυναίσθησης, της δυνατότητας επίλυσης συγκρούσεων, της εκμάθησης συνεργασίας, της αποδοχής της διαφορετικότητας, αλλά και της συμπερίληψης.
- Ποια είναι τα σημάδια ότι το παιδί χρειάζεται περισσότερη επαγγελματική βοήθεια, από ψυχολόγο ή κάποια άλλη υποστήριξη;
Όταν ένα παιδί, παρά τις ενέργειες που έχουμε κάνει, έχει άγχος, φόβο ή άρνηση να πάει στο σχολείο, εξακολουθεί να μην έχει παρέες, αποσύρεται, δεν προχωρά η σχολική του φοίτηση, δεν δείχνει χαρούμενο ή γίνεται επιθετικό, διαμαρτύρεται για πονοκεφάλους, δεν δείχνει γενικότερα χαρά και ενδιαφέρον ή μπορεί να παρουσιάζει αλλαγή στις διατροφικές του συνήθειες και στον ύπνο, συμπεριφορές δηλαδή που δεν υποχωρούν, χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση και προσοχή.
Επίσης, όταν βλέπουμε ότι η χαμηλή του αυτοεκτίμηση παραμένει, αυτοτραυματίζεται και γενικότερα το παιδί εκφράζει άμεσα η έμμεσα, ακόμα και με τη σιωπή του, απελπισία, θλίψη, απογοήτευση, ίσως και θυμό, τότε αυτό είναι ηχηρό μήνυμα που μας λέει «κάντε κάτι καλύτερα».
Επίσης, αν παρά τα όσα έχουμε πει στο παιδί, βλέπουμε ότι δυσκολεύεται να αποκτήσει φίλους, δυσκολεύεται να βγαίνει έξω, δεν θέλει να συναντήσει τους φίλους του, στο σχολείο δεν θέλει να πάει σε μία ομαδική δραστηριότητα, αυτό είναι ένα ηχηρό καμπανάκι που μας λέει «δες με καλύτερα» και σε αυτές τις περιπτώσεις είναι καλύτερα να αναζητήσουμε επαγγελματική βοήθεια.

- Πάμε τώρα στην περίπτωση που ένα παιδί κάνει bullying. Αν λοιπόν ένα παιδί κατηγορηθεί ότι κάνει εκφοβισμό, πώς πρέπει να αντιδράσουν οι γονείς σε αυτή την ενημέρωση;
Θα έλεγα ότι πρέπει να αντιδράσουμε και εδώ με ψυχραιμία. Σε κανέναν γονιό δεν αρέσει να κατηγορείται το παιδί του για εκφοβισμό. Γιατί, εκτός των άλλων, αποτελεί μία μεγάλη μομφή όχι μόνο για το παιδί, αλλά και για τον τρόπο που το μεγάλωσαν, που το έχουν διαπαιδαγωγήσει.
Οι περισσότεροι γονείς δυσκολεύονται να το αποδεχτούν και να συνεργαστούν. Από τη στιγμή που ενημερώνονται από το σχολείο, συνήθως δεν παραμένουν ψύχραιμοι ώστε να κάνουν μία κουβέντα με το παιδί τους για να μάθουν ακριβώς αυτό που έχει συμβεί, αλλά το βρίζουν.
Στόχος τους θα πρέπει να είναι να μπορέσουν να καταλάβουν τι έχει συμβεί και να επικεντρωθούν στα αίτια που οδήγησαν το παιδί τους σε αυτή τη συμπεριφορά. Πρέπει να του ξεκαθαρίσουν ότι δεν είναι αποδεκτή αυτή η συμπεριφορά, ούτε είναι τρόπος επίλυσης των διαφορών του η βία. Να εξετάσουν και οι ίδιοι τη δική τους συμπεριφορά, μεταξύ τους και προς το παιδί τους.
Μήπως τα μηνύματα που έχουν δώσει το παιδί τους μέσα από το παράδειγμα τους είναι αυτά; Μήπως οι ίδιοι ήταν πάρα πολύ αυταρχικοί και αυστηροί με το παιδί τους; Από την άλλη, μήπως το παιδί τους έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση; Ο τρόπος επικοινωνίας μεταξύ τους χαρακτηριζόταν από σεβασμό και προήγαγε το διάλογο και τη συνεργασία; Μήπως το παιδί τους από νωρίς είχε εκδηλώσει σημάδια επιθετικής συμπεριφοράς και αυτοί τα υποτίμησαν; Άρα θα ήταν χρήσιμο να αναλογιστούν και οι ίδιοι τη συμπεριφορά τους και τη στάση τους μεταξύ τους και προς το παιδί τους. Θα πρέπει να προτρέψουν το παιδί τους, να συνεργαστεί και να ζητήσουν βοήθεια.
Αν ένα παιδί το οποίο λειτουργεί με αυτό τον τρόπο δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα, έχει πάρα πολλές πιθανότητες μελλοντικά να εμπλακεί σε παραβατικές συμπεριφορές, σε χρήση ουσιών και προβλήματα με το νόμο. Πρέπει να το καταλάβει ο γονιός. Δεν είναι κάτι που το κάνει το παιδί του και είναι όλα εντάξει. Δεν είναι καθόλου εντάξει, γι’ αυτό πρέπει να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί στα μηνύματα που περνάμε στα παιδιά μας και στις έγκαιρες ενδείξεις που βλέπουμε για τη συμπεριφορά τους.
- Πώς μπορούν οι γονείς να διαπιστώσουν αν είναι το πρώτο περιστατικό ή αν πρόκειται για επαναλαμβανόμενη συμπεριφορά του παιδιού τους;
Νομίζω ότι είναι λίγο δύσκολο αυτό να το διαπιστώσουν, αν δεν τους το εκμυστηρευτεί το ίδιο το παιδί ή δεν έχουν πληροφόρηση από το σχολείο. Εδώ έχει σημασία, να σκεφτούν οι ίδιοι ποια ήταν η συμπεριφορά του παιδιού τους κατά τη διάρκεια της σχολικής ζωής, όχι μόνο αυτής της χρονιάς, αλλά και στις κοινωνικές του σχέσεις. Αλλά να μην περιμένουν από το παιδί τους να τους το αποκαλύψει. Γιατί το παιδί φοβάται, κυρίως όταν έχει πέσει το προσωπείο και είναι υπόλογο για αυτές τις συμπεριφορές.
- Πώς θα μιλήσουν οι γονείς στο παιδί τους για τη συμπεριφορά του χωρίς να το στιγματίσουν;
Το πιο βασικό είναι να βοηθήσουν τα παιδιά τους να μάθουν να αναλαμβάνουν ευθύνες και να καταλάβουν ότι μία πράξη έχει και αντίκτυπο. Υπάρχει ευθύνη. Δεν υπάρχει πράξη χωρίς να έχουμε ευθύνη και βέβαια να ρωτήσουν το παιδί τους πώς πιστεύει ότι ένιωσε το άλλο παιδί. Πώς θα ένιωθε αν το ίδιο ήταν στη θέση αυτού του παιδιού; Πώς θα ήθελε να του συμπεριφέρονται οι άλλοι.
Δεν έχει νόημα να κατηγορήσουμε το παιδί πάλι, αλλά πρέπει να καταλάβει ότι εμείς το αγαπάμε απομονώνοντας αυτή τη συμπεριφορά που είναι μη αποδεκτή. Να τονίσουμε ότι οποιαδήποτε πράξη βίας είναι μη αποδεκτή στην οικογένειά μας και θα πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι σε αυτό το μήνυμα, και από κει και πέρα να εξετάσουμε ποιες θα είναι οι συνέπειες.
Γιατί χρειάζεται το παιδί να υποστεί συνέπειες. Γιατί πρέπει να καταλάβει ότι κάθε πράξη έχει συνέπειες και αυτές οι συνέπειες ισχύουν για τους μικρούς, για τους μεγάλους, για όλους. Οι οποίες συνέπειες έχουν να κάνουν με τη συγκεκριμένη συμπεριφορά και όχι με το σύνολο της αξίας του.
Γιατί εμείς δεν θέλουμε να το μηδενίσουμε ή να μηδενίσουμε την αξία του.
- Ποιοι είναι οι παράγοντες που οδηγούν ένα παιδί στο να ασκεί εκφοβισμό και πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν στο σχολείο και στο σπίτι;
Είναι πολυπαραγοντικό και σύνθετο φαινόμενο ο εκφοβισμός. Υπεισέρχονται τα ατομικά χαρακτηριστικά του παιδιού, π.χ. ψυχικές διαταραχές, επιθετική συμπεριφορά, χαμηλή αυτοεκτίμηση, αντικοινωνικότητα κ.λπ. Οι σχέσεις που διαμορφώνονται στην οικογένεια, η σχέση των γονιών, η ελλιπής επικοινωνία, η ενασχόληση με τα παιδιά τους, τα μηνύματα που τους περνούν με τη στάση τους, η συμπεριφορά στη σχέση τους, η σαφής οριοθέτηση, οι συγκρούσεις κ.λπ. Η συστηματική ενασχόληση των παιδιών με τα social media, με αμφιβόλου ποιότητας μηνύματα.
Έλλειψη εμπιστοσύνης προς το σχολείο, χωρίς ξεκάθαρα μηνύματα μη αποδοχής της βίας, ελάχιστα ή ανύπαρκτα προγράμματα για τη διαχείριση συγκρούσεων, τη συνεργασία, την ανάπτυξη αυτοεκτίμησης και τη συμπερίληψη. Μια διάχυτη ανασφάλεια γύρω μας που δεν δημιουργεί συνήθειες σταθερότητας και προοπτική.
Ας μη ξεχνάμε ότι το θύμα μετατρέπεται σε θύτη.
- Ποιες δεξιότητες επικοινωνίας και συναισθηματικής διαχείρισης θα πρέπει να καλλιεργήσουν οι γονείς ώστε να προλάβουν τον εκφοβισμό, είτε το να υποστεί το παιδί τους είτε να εκφράσει το παιδί τους;
Ως πρώτο βασικό θα έβαζα τη συμπεριφορά τους στη μεταξύ τους σχέση και επικοινωνία και προς το παιδί τους. Οι γονείς λειτουργούν ως μοντέλα για τα παιδιά. Ο τρόπος που επικοινωνούν οι ίδιοι μεταξύ τους, τα μηνύματα που περνούν στα παιδιά τους για το σεβασμό των άλλων, την ισότητα, τη δικαιοσύνη, την ενσυναίσθηση την αποδοχή της διαφορετικότητας, την οριοθέτηση. Το μήνυμα τους απέναντι στη βία και στην επιθετκότητα πρέπει να είναι ξεκάθαρο, καθώς και το παράδειγμά τους.
Στο σχολείο που παρότι οι κανόνες είναι πολύ πιο ξεκάθαροι, χρειάζεται τα παιδιά να αισθανθούν ότι είναι ένας ασφαλής χώρος όπου εκεί μπορούν να εκφράζονται με συγκεκριμένα όρια και κανόνες και είναι χώρος που σε καμία περίπτωση η βία δεν γίνεται αποδεκτή. Εκτός από τα μαθήματα, χρειάζεται να καλλιεργήσουν τη δυνατότητα συνεργασίας, την ενσυναίσθηση, τη διαχείριση συγκρούσεων, την αποδοχή του άλλου, το σεβασμό στη διαφορετικότητα, την αυτοεκτίμησή τους – που είναι πάρα πολύ σοβαρά μαθήματα ζωής.
- Υπάρχει διαφορά στη διαχείριση του cyberbullying σε σχέση με τον παραδοσιακό εκφοβισμό;
Απαιτεί μία διαφορετική διαχείριση υπό την έννοια ότι το cyberbullying μπορεί να συμβαίνει όλη τη μέρα για πάρα πολύ μεγάλο διάστημα – το παιδί μας μπορεί να είναι στο δωμάτιο και εμείς να αισθανόμαστε ήσυχοι, ενώ υφίσταται εκφοβισμό, εκβιασμό, διαπόμπευση και διασπορά ψευδών φημών για το ίδιο. Αυτό δημιουργεί ντροπή, ενοχές και απελπισία, και επιδρά καθοριστικά στον ψυχισμό του. Σύμφωνα με μελέτες περίπου 1 στους 4 εφήβους έχει βιώσει τέτοια εμπειρία, ενώ 1 στους 6 έχει συμμετάσχει ως δράστης.
- Ποιο είναι το πιο συχνό λάθος που κάνουν οι γονείς και ποια είναι η βασικότερη συμβουλή που θα δίνατε για την πρόληψη αυτών των φαινομένων;
Το πιο βασικό λάθος που κάνουν οι γονείς με το παιδί τους όταν είναι θύμα εκφοβισμού είναι ο θυμός που μπορεί να του δείξουν, η δυσπιστία και η αμφισβήτηση στις ικανότητές του αγνοώντας πώς έχει νιώσει. Ένα άλλο πολύ βασικό που το έχω δει πολλές φορές στη κλινική μου εμπειρία, είναι να λένε στο παιδί «γιατί δεν το χτύπησες κι εσύ;», δηλαδή ενισχύουν τη βία και την αντίδραση της βίας που είναι πέρα ως πέρα λάθος, γιατί αυτό αφενός κάνει το παιδί τους να αισθάνεται ακόμα πιο αδύναμο αφού δεν μπορεί να χτυπήσει, αφετέρου περνούν το λάθος μήνυμα ότι η βία είναι αποδεκτή έστω και ως αντίδραση.
Από την άλλη, όταν το παιδί τους είναι ο δράστης, δεν το δέχονται. Στην ιδέα αυτού που το παιδί τους έχει κάνει, μπορεί να λειτουργήσουν και οι ίδιοι επιθετικά προς το σχολείο ή προς το γονιό που τους έκανε την καταγγελία, κατηγορούν τον οποιονδήποτε για να μην κατηγορήσουν τον εαυτό τους.
Θεωρώ ότι οι γονείς μπορούν να μάθουν να επικοινωνούν ενεργητικά και ποιοτικά με το παιδί τους, να το ακούνε ήρεμα, με ενεργητικό τρόπο να ασχολούνται ουσιαστικά μαζί του και να μπορούν να ακούνε τα πάντα, ακόμα και αυτά που δεν τους αρέσουν.