Το δημογραφικό ζήτημα δεν είναι απλώς μια στατιστική πρόβλεψη, είναι μια πραγματικότητα που επηρεάζει βαθιά το παρόν και το μέλλον της Ελλάδας. Μειωμένες γεννήσεις, αυξανόμενος μέσος όρος ηλικίας και μια ολόκληρη κοινωνία που δυσκολεύεται να στηρίξει την οικογένεια και να δώσει προοπτική στη νέα γενιά.
Η απόκτηση παιδιών δεν είναι μόνο ζήτημα προσωπικής επιθυμίας, αλλά βαθιά συνδεδεμένη με τις οικονομικές πιέσεις, την εργασιακή ανασφάλεια αλλά και την ακρίβεια στη στέγαση. Όπως ανέδειξε και πρόσφατη έρευνα της Metron Analysis για λογαριασμό της Eurobank, οι νέοι στην Ελλάδα σχεδιάζουν τη ζωή τους βραχυπρόθεσμα, καθώς η αβεβαιότητα της εποχής περιορίζει τον ορίζοντα των προσδοκιών. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 65% των νέων ηλικίας 19-35 ετών δηλώνει ότι ζει χειρότερα από τη γενιά των γονιών τους και όσο μεγαλώνουν οι προσδοκίες για το μέλλον τους περιορίζονται.
Οι φόροι και η επιβάρυνση των νοικοκυριών
Η Ελλάδα παραμένει μία από τις λιγότερο φιλικές προς την οικογένεια χώρες της Ευρώπης. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), η χώρα κατατάσσεται μεταξύ εκείνων με τη μεγαλύτερη επιβάρυνση των νοικοκυριών από το άθροισμα φόρων και ασφαλιστικών εισφορών. Η λεγόμενη «φορολογική σφήνα» (tax wedge) φτάνει στο 37,3% για έναν εργαζόμενο με δύο παιδιά και στο 39,3% για έναν εργαζόμενο χωρίς παιδιά, όταν ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ διαμορφώνεται στο 34,9%.
Το πρόβλημα της υπογονιμότητας
Ταυτόχρονα, όλο και περισσότερα ζευγάρια αντιμετωπίζουν προβλήματα υπογονιμότητας, μια πραγματικότητα που δεν αφορά μόνο τις γυναίκες αλλά και τους άνδρες, και που επιδεινώνεται με την αύξηση της ηλικίας τεκνοποίησης, το στρες, τον τρόπο ζωής και περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Το ερώτημα δεν είναι πλέον μόνο «πώς θα αυξήσουμε τις γεννήσεις», αλλά πώς θα δημιουργήσουμε ένα πλαίσιο που δεν θα αφήνει κανέναν πίσω: ούτε αυτούς που θέλουν αλλά δεν μπορούν, ούτε αυτούς που μπορούν αλλά δεν αντέχουν.
Πού βρισκόμαστε σήμερα: Τα προγράμματα στήριξης στην Ελλάδα

Τα τελευταία χρόνια, έχουν γίνει ορισμένα βήματα προς την ενίσχυση της οικογένειας στην Ελλάδα – από επιδόματα και παροχές έως προγράμματα στέγασης για νέους.
1. Επίδομα γέννησης παιδιού
Από το 2020, κάθε οικογένεια λαμβάνει επίδομα 2.000 ευρώ για κάθε παιδί που γεννιέται στην Ελλάδα, καταβαλλόμενο σε δύο δόσεις. Το μέτρο θεωρήθηκε μια συμβολική αλλά θετική κίνηση, όμως δεν αρκεί για να καλύψει το υψηλό κόστος ανατροφής ενός παιδιού.
2. Επίδομα παιδιού (Α21)
Το βασικό οικογενειακό επίδομα χορηγείται ανάλογα με το εισόδημα και τον αριθμό παιδιών, με ανώτερο ποσό 140 ευρώ ανά παιδί μηνιαίως για τις χαμηλότερες εισοδηματικές κατηγορίες. Ωστόσο, οι δικαιούχοι είναι περιορισμένοι και πολλοί μένουν εκτός λόγω των αυστηρών εισοδηματικών ορίων.
3. Ειδικά επιδόματα για τρίτεκνες και πολύτεκνες οικογένειες
Υπάρχουν επιπλέον επιδοτήσεις για οικογένειες με τρία ή περισσότερα παιδιά, όμως και αυτές υπόκεινται σε εισοδηματικά κριτήρια και δεν αντιμετωπίζουν ριζικά το κόστος ζωής ή τη δυσκολία εύρεσης στέγης.
4. Πρόγραμμα δωρεάν παιδικών σταθμών
Μέσω ΕΣΠΑ, επιδοτούνται χιλιάδες θέσεις σε δημοτικούς και ιδιωτικούς παιδικούς σταθμούς για παιδιά εργαζομένων και ανέργων. Κάθε χρόνο, ωστόσο, σημαντικός αριθμός αιτήσεων μένει εκτός λόγω περιορισμένων θέσεων ή αυστηρών προϋποθέσεων.
5. Επέκταση του ολοήμερου σχολείου και δημιουργία βρεφονηπιακών μονάδων σε δήμους
Η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει την καθολική εφαρμογή του ολοήμερου σχολείου μέχρι τις 5:30 μ.μ. και τη δημιουργία νέων δομών για παιδιά κάτω των 2 ετών, για την παροχή ίσων ευκαιριών στην εκπαίδευση, προς όλους τους μαθητές της ίδιας βαθμίδας, για όλους τους τύπους δημοτικών σχολείων της χώρας.
6. Πρόγραμμα στεγαστικής ενίσχυσης νέων ζευγαριών
Το πρόγραμμα «Σπίτι μου» παρέχει δάνεια με χαμηλό ή μηδενικό επιτόκιο για την απόκτηση πρώτης κατοικίας από νέους, με βασικό κριτήριο το εισόδημα. Το ενδιαφέρον υπήρξε έντονο, αλλά η έλλειψη διαθέσιμων κατοικιών σε προσιτές τιμές περιορίζει την πραγματική αποτελεσματικότητα του μέτρου.
7. Voucher εξωσωματικής γονιμοποίησης και επίδομα μητρότητας σε ελεύθερους επαγγελματίες
Μέτρα για την ενίσχυση ζευγαριών με προβλήματα γονιμότητας, καθώς και για την κάλυψη γυναικών σε άτυπες ή επισφαλείς μορφές εργασίας. Οι μητέρες ασφαλισμένες στον e- ΕΦΚΑ που εργάζονται ως ελεύθερες επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενες ή αγρότισσες, μπορούν να υποβάλουν αίτημα για ειδική παροχή προστασίας μητρότητας, για χρονικό διάστημα εννέα μηνών.
Εθνικό Σχέδιο Δράσης για το Δημογραφικό
Το 10ετές Εθνικό Σχέδιο Δράσης για το Δημογραφικό, του Υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, με ορίζοντα υλοποίησης το 2035, περιλαμβάνει πέντε άξονες, 20 στόχους και περισσότερες από 100 δράσεις.
Κάθε άξονας έχει στόχους που προωθούνται μέσα από συγκεκριμένες δράσεις:
- Ενίσχυση Γεννήσεων – Στήριξη Οικογένειας
- Ενίσχυση Απασχόλησης
- Διαχείριση της Μακροζωίας – Γήρανσης
- Τοπική Ανάπτυξη – Προώθηση Καινοτομίας
- Ενημέρωση – Ευαισθητοποίηση – Έρευνα
Σύμφωνα με το υπουργείο, το εθνικό σχέδιο στοχεύει στη διαμόρφωση ενός ευνοϊκού για την οικογένεια και το παιδί περιβάλλοντος, το οποίο παράλληλα θα σέβεται τις επιθυμίες, θα παρέχει επιλογές και θα υποστηρίζει τις ανάγκες των πολιτών. Απώτερος στόχος η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου μέσα από τον σχεδιασμό, την εφαρμογή, τον συντονισμό και αξιολόγηση δράσεων που αφορούν το σύνολο των πολιτών σε όλο τον κύκλο ζωής.
Προσαρμογή στη νέα δημογραφική πραγματικότητα
Ακόμη κι αν τα μέτρα έχουν αποτέλεσμα, το δημογραφικό δεν αντιστρέφεται από τη μία μέρα στην άλλη. Η Ελλάδα πρέπει να προσαρμοστεί σε μια κοινωνία με λιγότερους νέους και περισσότερους ηλικιωμένους. Αυτό σημαίνει:
- Επένδυση στην ενεργό γήρανση και στην ένταξη των ηλικιωμένων στην κοινωνική και οικονομική ζωή
- Αυτοματοποίηση και ψηφιοποίηση υπηρεσιών για να καλυφθεί η μείωση του εργατικού δυναμικού
- Νέα μοντέλα παραγωγικότητας που δεν εξαρτώνται από τον αριθμό των εργαζομένων αλλά από την ποιότητα, την τεχνολογία και τη συνεργασία
Η δημογραφική πρόκληση είναι μπροστά μας και η ανατροπή της υπογεννητικότητας είναι μια μαραθώνια προσπάθεια. Αφορά το μέλλον της οικονομίας, του κοινωνικού κράτους, της ίδιας της εθνικής ταυτότητας. Η αντιμετώπισή της απαιτεί συνέργεια πολιτικής βούλησης, κοινωνικής συνεννόησης και συλλογικής ευθύνης.