Ένα σημαντικό αμυντικό μέτρο κατά του κινδύνου της πυρκαγιάς στο σπίτι είναι η εγκατάσταση συστήματος πυρανίχνευσης. Αυτό είναι το πρώτο βασικό μέρος ενός πλήρους συστήματος προστασίας – το δεύτερο είναι το σύστημα κατάσβεσης.

Ποιο είναι, όμως, το «αλφαβητάρι» ενός συστήματος πυρανίχνευσης; Το σύστημα πυρανίχνευσης είναι μια αυτόνομη συσκευή ή ένα πλήρες δίκτυο συσκευών, εγκατεστημένων σε ένα κτίριο, το οποίο δίνει ηχητική ή και οπτική προειδοποίηση για ξέσπασμα πυρκαγιάς. Βασίζεται σε ειδικούς ανιχνευτές, τοποθετημένους πάντα στην οροφή, και τα μπουτόν, που τοποθετημένα σε επίκαιρα σημεία επιτρέπουν την αυτόματη, την ημιαυτόματη ή τη χειροκίνητη λειτουργία του συστήματος.

Να σημειωθεί ότι τα συστήματα για συναγερμό πυρκαγιάς είναι υποχρεωτικά σε κτίρια, βιομηχανικές εγκαταστάσεις, αγορές, γραφεία, κοινόχρηστους χώρους και ορισμένα είδη μεταφορών. Για τα σπίτια η επιλογή είναι καθαρά προσωπική υπόθεση.

Σε περίπτωση πυρκαγιάς, μόλις ενεργοποιηθεί το σύστημα, ειδικά ηχητικά όργανα (σειρήνες, κουδούνια κ.ά.) σημαίνουν συναγερμό και είτε ενεργοποιούν το σύστημα κατάσβεσης (αν έχει εγκατασταθεί) είτε κινητοποιούν τους ενοίκους για να αντιδράσουν (πάντα καλώντας πρώτα την Πυροσβεστική). Επίσης, μπορούν να συνδεθούν με συστήματα συναγερμού ώστε να σταλεί έγκαιρα σήμα σε κέντρο λήψης σημάτων, και παράλληλα να εκτελέσουν ενέργειες όπως ενημέρωση φύλακα, αποστολή emails κ.ά.

Ένα από τα κύρια τμήματα μιας εγκατάστασης πυρανίχνευσης, είναι οι αυτόματοι πυρανιχνευτές, που συνήθως κατατάσσονται στις εξής κατηγορίες:

  • Ιονισμού: Αντιδρούν στα ορατά και αόρατα προϊόντα της καύσης -για να το θέσουμε περιγραφικά, είναι σαν να μυρίζουν τον καπνό.
  • Μέγιστης θερμοκρασίας: Αντιδρούν όταν η θερμοκρασία σ’ έναν χώρο φθάσει μια συγκεκριμένη (υψηλή) τιμή. Για να συμβεί αυτό, όμως, σημαίνει ότι η πυρκαγιά ήδη θα πρέπει να καίει πολλή ώρα, έτσι χρησιμοποιούνται σε ειδικές εγκαταστάσεις.
  • Θερμοδιαφορικοί: Αντιδρούν όταν η θερμοκρασία αυξάνεται σε προκαθορισμένα χρονικά όρια κατά 10°C λ.χ. Και αυτοί έχουν το ίδιο μειονέκτημα με τους ανιχνευτές μέγιστης θερμοκρασίας, γι’ αυτό και χρησιμοποιούνται σε ειδικές περιπτώσεις ή σε συνδυασμό με άλλους τύπους.
  • Φλόγας: Ανιχνεύουν οπτικά τη φλόγα. Χρησιμοποιούνται πάντα σε συνδυασμό με ανιχνευτές ιονισμού.
  • Ανιχνευτές ορατού καπνού: Αντιδρούν όπως το ανθρώπινο μάτι, αλλά αντιλαμβάνονται μόνο ένα μικρό φάσμα του καπνού. Χρησιμοποιούνται για την προστασία ηλεκτρονικών εγκαταστάσεων και συσκευών, πάντα σε συνδυασμό με ανιχνευτές ιονισμού.

Υπάρχει μια σημαντική παράμετρος στην εγκατάσταση των ανιχνευτών: όλοι οι τύποι που θα χρησιμοποιηθούν (ή μπορεί μελλοντικά να χρησιμοποιηθούν) σε μια εγκατάσταση πυροπροστασίας πρέπει να μπορούν να τοποθετηθούν στην ίδια βάση. Δηλαδή να είναι δυνατή η αλλαγή ενός ανιχνευτή με άλλον καταλληλότερο, χωρίς επέμβαση στην εγκατάσταση της πυρανίχνευσης μετά την ολοκλήρωσή της ή την πιθανή τροποποίηση της χρήσης του χώρου.

Οι εγκαταστάσεις πυρανίχνευσης συνδυάζονται συνήθως με μια σειρά από «πρώτες ή άμεσες ενέργειες», ανάλογα με τον χώρο, όπως η ενεργοποίηση μόνιμων εγκαταστάσεων πυρόσβεσης, το άνοιγμα παραπετασμάτων καπνού, η μετακίνηση και τοποθέτηση πυροφραγμών, ο έλεγχος του αερισμού, το κλείσιμο των θυρών πυροπροστασίας, η διακοπή της λειτουργίας των ανελκυστήρων ή των κυλιομένων σκαλών (σε μεγάλα κτίρια) κ.ά.

Παλιότερα, στόχος των κατασκευαστών ανιχνευτών ήταν η αύξηση της ευαισθησίας τους, ώστε τα συστήματα να εντοπίζουν ακόμα και τις μικρότερες εστίες φωτιάς. Όμως, έτσι αυξήθηκαν τα περιστατικά από ψευδείς συναγερμούς, καθώς ακόμα και η μεταβολή της θερμοκρασίας λ.χ. από τον ήλιο, μπορούσε να ενεργοποιήσει το σύστημα. Με τη σωστή επιλογή του στοιχείου που πυρανιχνεύεται, και επομένως με την τοποθέτηση συσκευής κατάλληλης ευαισθησίας, οι κατασκευαστές πλέον έχουν σαν κύριο στόχο την ορθή απόκριση του συστήματος. Σε κάθε περίπτωση, βασικό στοιχείο για την αξιοπιστία μιας εγκατάστασης πυρανίχνευσης, είναι η σωστή επιλογή των θέσεων όπου θα τοποθετηθούν οι ανιχνευτές.