Η πρόσβαση σε αξιοπρεπή και οικονομικά προσιτή στέγη συνιστά σήμερα ένα από τα πλέον οξυμένα και σύνθετα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία. Η εκρηκτική άνοδος των ενοικίων τα τελευταία χρόνια, σε συνδυασμό με τη στασιμότητα ή και μείωση των πραγματικών εισοδημάτων, έχει περιορίσει σημαντικά τη δυνατότητα χιλιάδων νοικοκυριών — και κυρίως νέων, εργαζόμενων και ευάλωτων ομάδων — να εξασφαλίσουν βασική στεγαστική επάρκεια. Παράλληλα, η επέκταση της βραχυχρόνιας μίσθωσης και η ένταση των επενδυτικών πρακτικών στον αστικό χώρο έχουν επιβαρύνει περαιτέρω την αγορά κατοικίας, ιδίως σε τουριστικά επιβαρυμένες περιοχές.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, το ζήτημα της στέγασης δεν είναι πια μόνο κοινωνικό – είναι δομικό και πολυεπίπεδο, με επιπτώσεις στην παραγωγικότητα, τη δημογραφία και τη συνοχή του κοινωνικού ιστού. Η ανάγκη για μια ολοκληρωμένη στεγαστική πολιτική είναι πλέον επιτακτική. Σε αυτό το πλαίσιο, η επικείμενη υλοποίηση του πρώτου κρατικού προγράμματος κοινωνικής κατοικίας στην Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό βήμα, εφόσον βασιστεί σε βιώσιμες και δοκιμασμένες πρακτικές.
Η ευρωπαϊκή εμπειρία προσφέρει πλούσια παραδείγματα πολιτικών κοινωνικής στέγασης που συνδυάζουν κοινωνική στόχευση, οικονομική αποδοτικότητα και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Από την Αυστρία έως την Ολλανδία και από τη Γερμανία μέχρι την Ιρλανδία, κοινός παρονομαστής των πιο αποτελεσματικών προσεγγίσεων είναι η ενεργή παρουσία του κράτους — όχι μόνο ως ρυθμιστή, αλλά και ως στρατηγικού επενδυτή — η αξιοποίηση της κοινωνικής και συνεταιριστικής οικονομίας, καθώς και η σταθερότητα του πλαισίου σε βάθος χρόνου.
Για την Ελλάδα, που μέχρι σήμερα στερείται μιας οργανωμένης πολιτικής στον τομέα της κοινωνικής κατοικίας, η πρόκληση δεν έγκειται μόνο στην τεχνική εφαρμογή ενός μοντέλου, αλλά στη συγκρότηση ενός νέου στεγαστικού παραδείγματος που θα απαντά στις ανάγκες της εποχής με κοινωνική ευαισθησία και οικονομικό ρεαλισμό.
Η Βιέννη δεν αφήνει περιθώρια στην αγορά
Η αυστριακή πρωτεύουσα έχει καταφέρει να ελέγχει τις τιμές κατοικίας και να εξασφαλίζει κοινωνική συνοχή μέσω ενός εκτεταμένου μοντέλου κοινωνικής στέγασης. Περίπου τα δύο τρίτα των κατοίκων της Βιέννης διαμένουν σε κατοικίες που δεν διέπονται από λογικές αγοράς – είτε υπό δημόσια είτε υπό συνεταιριστική διαχείριση. Ο δήμος παραχωρεί γη με συγκεκριμένους όρους, καθορίζει όρια στα ενοίκια και προωθεί την ενεργειακή αποδοτικότητα και την κοινωνική ενσωμάτωση. Το μοντέλο της Βιέννης θεωρείται διεθνές υπόδειγμα μακροχρόνιας σταθερότητας και διαχειριστικής διαφάνειας.
Στη Γερμανία, η κοινωνική κατοικία γίνεται υπόθεση των πολιτών

Μια διαφορετική προσέγγιση εφαρμόζεται σε αρκετές πόλεις της Γερμανίας μέσω του δικτύου Mietshäuser Syndikat, ενός μηχανισμού που στηρίζεται στην αυτοδιαχείριση και τη συλλογική ιδιοκτησία. Συνεταιρισμοί και ομάδες κατοίκων αποκτούν εγκαταλελειμμένα ακίνητα, τα οποία μετατρέπουν σε κοινότητες στέγασης, αποσυνδεδεμένες από τις πιέσεις της αγοράς. Οι ενοικιαστές συμμετέχουν άμεσα στη διαχείριση, με ενοίκια που παραμένουν χαμηλά και σταθερά, ενισχύοντας την κοινωνική συνοχή και τον έλεγχο από τα κάτω.
Η Ολλανδία ρυθμίζει την αγορά με κοινωνικές υποχρεώσεις

Επιδότηση με ανταποδοτικά κριτήρια και ξεκάθαρες υποχρεώσεις για κοινωνική στέγαση είναι το μοντέλο που ακολουθεί η Ολλανδία. Η πολιτική της προβλέπει ότι τουλάχιστον το 30% κάθε νέας οικιστικής ανάπτυξης πρέπει να προορίζεται για κοινωνικές κατοικίες. Το κράτος ενισχύει τους ιδιώτες μέσω φορολογικών και χρηματοδοτικών κινήτρων, διατηρώντας όμως τον στρατηγικό έλεγχο στον σχεδιασμό και την υλοποίηση των έργων.
Η Ιρλανδία ενεργοποιεί τον ιδιωτικό τομέα με πολυετή συμβόλαια

Σε μια άλλη κατεύθυνση, η Ιρλανδία έχει αναπτύξει ένα σύστημα Συμπράξεων Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (PPP), δίνοντας ώθηση στην κοινωνική κατοικία με τη συμβολή κατασκευαστικών και επενδυτικών εταιρειών. Το κράτος οργανώνει έργα σε πακέτα και τα προκηρύσσει μέσω διεθνών διαγωνισμών. Οι ιδιώτες αναλαμβάνουν την κατασκευή και τη διαχείριση των κατοικιών για διάστημα 25-30 ετών, με την υποχρέωση να διατηρούν χαμηλά ενοίκια και να εφαρμόζουν κοινωνικά κριτήρια επιλογής των ενοικιαστών μέσω κρατικής πλατφόρμας.
Παρά τις διαφοροποιήσεις, τα παραπάνω παραδείγματα αναδεικνύουν κοινές σταθερές: τον ενεργό ρόλο του κράτους, την αξιοποίηση μη κερδοσκοπικών σχημάτων και την ανάγκη για μακρόπνοο σχεδιασμό. Για την Ελλάδα, όπου η στέγαση εξελίσσεται σε πεδίο κοινωνικών αποκλεισμών, το στοίχημα δεν είναι απλώς η υιοθέτηση ενός έτοιμου μοντέλου, αλλά η προσαρμογή εκείνων των αρχών που διασφαλίζουν σταθερότητα, κοινωνική ισορροπία και οικονομική αποδοτικότητα. Οι λύσεις δεν είναι απλές — αλλά υπάρχουν.