Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ υποστήριξε σήμερα ότι «τίποτα» δεν δείχνει ότι η χώρα έχει μπει σε ύφεση, σχολιάζοντας τις εντεινόμενες ανησυχίες για τις συνέπειες που θα έχουν στην οικονομική δραστηριότητα οι νέοι τελωνειακοί δασμοί.

«Πιστεύω στα δεδομένα και δεν υπάρχει τίποτα στα δεδομένα που να δείχνει ότι είμαστε σε ύφεση» είπε ο Σκοτ Μπέσεντ μιλώντας στην Επιτροπή Προϋπολογισμού της Βουλής των Αντιπροσώπων.

Ο υπουργός αναφέρθηκε στα πιο πρόσφατα στοιχεία για την απασχόληση «που αιφνιδίασαν, με την καλή έννοια», καθώς η ανεργία παρέμεινε σταθερή στο 4,2% και τον Απρίλιο δημιουργήθηκαν περισσότερες θέσεις εργασίας απ’ όσες προβλεπόταν αρχικά.

Οι ειδικοί αναμένουν ότι η ραγδαία αύξηση των δασμών στα εισαγόμενα προϊόντα θα οδηγήσει σε μικρότερη ανάπτυξη, περισσότερο πληθωρισμό και ανεργία. Η πιθανότητα ύφεσης στη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου έχει επίσης αυξηθεί, εκτιμούν οι αναλυτές.

Σήμερα, ο Μπέσεντ εξήγησε ότι η οικονομική πολιτική της αμερικανικής κυβέρνησης βασίζεται σε τρεις πυλώνες: το εμπόριο, τη μείωση των φόρων και την απορρύθμιση. Οι δύο τελευταίοι θα εξισορροπήσουν τις συνέπειες των δασμών.

«Ποιος πληρώνει τους δασμούς;» ρώτησε κατ’ επανάληψη ο Δημοκρατικός βουλευτής Μαρκ Πόκαν.

«Αυτό είναι ένα πολύ σύνθετο θέμα» απάντησε ο Μπέσεντ.

«Οι καταναλωτές πληρώνουν τους δασμούς του Τραμπ», σχολίασε ο Πόκαν, καθώς δεν έλαβε ικανοποιητική απάντηση από τον υπουργό.

Πολλές χώρες, στα προϊόντα των οποίων επιβλήθηκαν δασμοί, προσπαθούν να πείσουν την αμερικανική κυβέρνηση να επανεξετάσει την απόφασή της. «Ενδεχομένως και εντός της εβδομάδας θα είμαστε σε θέση να ανακοινώσουμε εμπορικές συμφωνίες με κάποιους από τους σημαντικότερους εμπορικούς εταίρους μας. Προσήλθαν με πολύ καλές προτάσεις», είπε ο Μπέσεντ σήμερα.

Όσον αφορά την Κίνα, ο υπουργός είπε ότι οι διαπραγματεύσεις δεν έχουν ξεκινήσει «ακόμη».

Το Πεκίνο απάντησε σχεδόν σε όλους τους δασμούς που επέβαλαν οι ΗΠΑ στα κινεζικά προϊόντα.

Ο Μπέσεντ δήλωσε πρόσφατα ότι οι δασμοί έφτασαν σε τέτοιο επίπεδο και από τις δύο πλευρές που ισοδυναμεί με «εμπάργκο» στις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ τους.

Πηγή: ΑΠΕ