Δύο σπάνια δοκίμια της Virginia Woolf κυκλοφορούν για πρώτη φορά στα ελληνικά, μέσα από μία εξαιρετική έκδοση με τίτλο «Μια συζήτηση περί τέχνης / Λεξιτεχνία» σε μετάφραση και εισαγωγή του Μανώλη Βάρσου. Τα σπουδαία έργα της «πρωθιέρειας» του μοντερνιστικού κινήματος στην αγγλική λογοτεχνία, από τις εκδόσεις Περισπωμένη, αναδεικνύουν τη συνειδησιακή ροή ως πρακτική συγγραφής, δίνοντας στο κοινό στη χώρα μας την ευκαιρία να γνωρίσει τη συγγραφέα που άλλαξε ριζικά την αντίληψη για την τέχνη του λόγου. 

Στο μοναδικό αυτό βιβλίο που ακροβατεί και το ίδιο στα όρια τέχνης και τεχνικής, η μεγαλύτερη πρόκληση κρύβεται στην ανάδειξη της πρωτοπορίας στη σκέψη και της καινοτόμου συγγραφικής μεθοδολογίας της Virginia Woolf. Ξεδιπλώνονται αριστοτεχνικά στη γλώσσα μας δύο ρηξικέλευθες απόπειρες της ξεχωριστής συγγραφέως να πάρει αποστάσεις από τις αντιλήψεις περί Κριτικής της εποχής της αλλά και να αποκαλύψει την πραγματική δύναμη των λέξεων για έναν λογοτέχνη

Συγκεκριμένα, το πρώτο δοκίμιο, με τίτλο «Μια συζήτηση περί τέχνης», που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1934 στο Yale Review, αποτελεί πραγματεία για τον λογοτεχνικό κυβισμό. Μέσα από έναν φανταστικό διάλογο που λαμβάνει χώρα σε ένα δείπνο και με θέμα μια έκθεση ζωγραφικής, η συγγραφέας καταλήγει —μέσω της αναδόμησης, της σύγκρισης και της συνεκδοχής—στο απόλυτο μοντερνιστικό αξίωμα: «οι λέξεις, είναι μέσο αδόκιμο, ατελές και ατελέσφορο για τον λογοτέχνη σε σύγκριση με τον χρωστήρα, δηλαδή το άφωνο εργαλείο ενός μυθοπλαστικού ζωγράφου ο οποίος ελέγχει απολύτως το εκφραστικό του μέσο σε αντιδιαστολή με τον λογοτέχνη που παλεύει να το χειραγωγήσει».

Το δεύτερο δοκίμιο, «Λεξιτεχνία», αποτελεί μια οκτώ λεπτών εκφώνηση-ομιλία της συγγραφέως και μάλιστα από τις ελάχιστες ηχητικές καταγραφές της, στο ραδιόφωνο του BBC το 1937. Στο πλαίσιο της ραδιοφωνικής σειράς «Words Fail Me», η συγγραφέας μιλά για τις ίδιες τις λέξεις. Το κείμενο σε μορφή προφορικού λόγου ξετυλίγει τη δύναμη των λέξεων ως «εργαλείο που δρα ανεξάρτητα από τον δημιουργό του, αχειραγώγητο και κατά συνέπεια δύσχρηστο από τον λογοτέχνη», φέρνοντας στο προσκήνιο την αμφίπλευρη σχέση της ίδιας με τους αναγνώστες.

Στο τελευταίο μέρος της έκδοσης, μέσα από ένα αναλυτικό και πρωτότυπο χρονολόγιο αποκαλύπτεται ο τρόπος που σημαντικά γεγονότα από τη ζωή της Virginia Woolf, αλλά και την κοινωνία επηρέασαν το έργο της.Το βιβλίο «Μια συζήτηση περί τέχνης / Λεξιτεχνία», αποτελεί τομή για τη σύγχρονη λογοτεχνία συνδυάζοντας δύο μεγάλης αξίας κείμενα, ενδεικτικά του τρόπου σκέψης μιας συγγραφέως που πραγματικά επηρέασε την εξέλιξη της ευρωπαϊκής πεζογραφίας. Εκεί που κάθε λέξη ξεχωριστά έχει σημασία, η ελληνική τους απόδοση πολλαπλασιάζει τη νοητική πρόκληση για κάθε αναγνώστη που αναζητά τα εγγενή νοήματα και τα κρυμμένα «γιατί», εφόσον όπως άλλωστε αναφέρει κι η ίδια η Virginia Woolf «Το να νιώθεις συνιστά προτεραιότητα, το να ξέρεις γιατί, ωστόσο, είναι επίσης σημαντικό»