«Ο Πιερ Άντον παράτησε το σχολείο τη μέρα που συνειδητοποίησε πως τίποτα δεν άξιζε τον κόπο, αφού έτσι κι αλλιώς τίποτα δεν είχε σημασία. Οι υπόλοιποι μείναμε. Και παρά τη φιλότιμη προσπάθεια των δασκάλων μας να συμμαζέψουν την τάξη και τα μυαλά μας μετά τη φυγή του Πιερ Άντον, εμείς συνεχίσαμε να σκεφτόμαστε τον Πιερ Άντον. Ίσως γι’ αυτό να εξελίχθηκαν όλα έτσι όπως εξελίχθηκαν…».

Το βιβλίο «Τίποτα» (Nothing) της Janne Teller παρακολουθεί την συνειδητοποίηση ενός 12χρονου παιδιού πως δεν υπάρχει νόημα στη ζωή, την απόφασή του να αφήσει το σχολείο, να ανέβει σε ένα δέντρο και να μείνει εκεί αλλά και την απελπισμένη προσπάθεια των συμμαθητών του να του αποδείξουν πως η ζωή έχει όντως νόημα.

Το πολυβραβευμένο βιβλίο δίχασε τη λογοτεχνική κοινότητα όταν κυκλοφόρησε το 2010 και ήταν για χρόνια απαγορευμένο στις βιβλιοθήκες αρκετών ευρωπαϊκών χωρών.

«Το βιβλίο αυτό θα σας στοιχειώσει», έγραψε για το «Τίποτα» o κριτικός της London Chronicle, Brad Wilson, χαρακτηρίζοντας το , ταυτόχρονα τον «Άρχοντα των μυγών» του 21ου αιώνα. Πρόκειται για το κλασικό μυθιστόρημα του 1954, με συγγραφέα τον Γουίλιαμ Γκόλντινγκ, που ανήκει στα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας και συγκαταλέγεται στα καλύτερα βρετανικά βιβλία όλων των εποχών.

«Τι περισσότερο θα ήθελες από την λογοτεχνία» γράφει η Der Spiegel, «Όμορφο αλλά τρομακτικό βιβλίο» γράφει ο Guardian. «Αυτό το ασυμβίβαστο μυθιστόρημα έχει όλα τα στοιχεία ενός κλασικού αριστουργήματος» η κριτική από το περιοδικό Booklist, ΗΠΑ.

Μεταφρασμένο σε 25 γλώσσες και έχοντας τιμηθεί με 5 βραβεία (Michael L. Printz Honor, ΗΠΑ, Mildred. L. Batchelder Honor Award, ΗΠΑ, Die Zeit Luchs Preis, Γερμανία, Le Prix Libbylit, Γαλλία, Βραβείο Υπουργείου Πολιτισμού, Δανία), το «Τίποτα» αποτέλεσε επανάσταση στο χώρο της λογοτεχνίας με θέμα τη νεολαία και έγινε παγκόσμια επιτυχία.

Όλα ξεκινούν όταν στη μέση του μαθήματος ο Πιερ Άντον σηκώνεται από την θέση του για να πει πως «τίποτα δεν έχει σημασία και τίποτα δεν αξίζει τον κόπο». Το σχολείο δεν έχει νόημα, λέει ο Πιερ, κι έτσι ήρεμος, συγκεντρωμένος και με ένα βλέμμα αδιάφορο, βγαίνει από την τάξη, ανεβαίνει σε ένα δέντρο κοντά στο σχολείο και εκεί θα εγκατασταθεί. Κάθε μέρα που οι συμμαθητές του παίρνουν το δρόμο για το σχολείο, εκείνος τους «παρενοχλεί» από ψηλά: «Πηγαίνετε σχολείο για να πιάσετε δουλειά και πιάνετε δουλειά για να πάρετε άδεια και να μην κάνετε τίποτα. Άρα γιατί να μην κάνετε τίποτα εξαρχής;»

«Η ηλικία της Γης είναι τέσσερα δισεκατομμύρια εξακόσια εκατομμύρια χρόνια, κι εσείς θα ζήσετε το πολύ μέχρι τα εκατό!» τους φωνάζει «Δεν αξίζει καν τον κόπο».

Τα λόγια του τους εξαγριώνουν αλλά και τους πεισμώνουν. Δεν μπορούν να συγκεντρωθούν στο μάθημα, τα λόγια του Πιερ, αυτό το «τίποτα δεν έχει σημασία», στροβιλίζει στο μυαλό τους, γίνεται κάτι σαν εμμονή. Του πετούν δαμάσκηνα για να τον κατεβάσουν από αυτό το «καταραμένο» δέντρο και ως «θεραπεία» αποφασίζουν να του αποδείξουν ότι κάνει λάθος, ότι υπάρχει νόημα. Έτσι το κάθε παιδί θα παραιτηθεί από κάτι σημαντικό στη ζωή του και όλα αυτά τα σημαντικά θα γίνουν ένας σωρός, ένας «σωρός νοήματος» όπως τον αποκαλούν για να αποδείξουν στον Πιερ ότι η ζωή έχει νόημα.

Είναι αυτή η απεγνωσμένη προσπάθεια των συμμαθητών του να πείσουν τον Πιερ πως η ζωή έχει όντως νόημα και να τον κάνουν να κατέβει από το δέντρο που σε στοιχειώνει. Και ακόμα και όταν αυτός ο σωρός νοήματος είναι πια έτοιμος, εκείνος με μία ατάκα τα καταστρέφει όλα:

«Τίποτα δεν έχει σημασία και τίποτα δεν αξίζει το ενδιαφέρον σου. Ούτε αυτός ο σωρός με τα σκουπίδια που έχετε μαζέψει» λέει. «Γιατί δεν παραδέχεσαι εξαρχής πως τίποτα δεν έχει νόημα και δεν κάθεσαι να απολαύσεις αυτό το τίποτα;» έρχεται η αποστομωτική απάντησή του που δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης.

Όση ώρα διαβάζεις το βιβλίο, αναρωτιέσαι πότε και πώς θα τελειώσει αυτή η δοκιμασία. Δεν περιμένεις ένα happy end αλλά φοβάσαι τις επιπτώσεις. Η συγγραφέας χρησιμοποιεί με μία αλληγορική διάθεση την «αφελή» απελπισία των μαθητών της για να απεικονίσει το μήνυμά της με μία πρωτοτυπία.

«To “Tίποτα” της Δανής συγγραφέως Janne Teller είναι ένα έξοχο δείγμα σύγχρονης νεανικής λογοτεχνίας και πάγια επιδίωξη των Εκδόσεων Οξύ είναι η κυκλοφορία βιβλίων που έχουν στ’ αλήθεια κάτι να πουν στον σκεπτόμενο αναγνώστη. Το γεγονός πως ένα βιβλίο με αναγνωρισμένη πλέον λογοτεχνική αξία είχε απαγορευτεί σε αρκετές χώρες, επειδή θεωρήθηκε πολύ «βαρύ» και πεσιμιστικό, δεν αποτελεί για μας ούτε διαφημιστικό τρικ ούτε αποτρεπτικό παράγοντα για την έκδοσή του.  Όπως γνωρίζετε κι εσείς, εξάλλου, η ελεύθερη σκέψη δεν είναι κάτι που μπορεί να λογοκριθεί» λέει στο newsbeast.gr ο κ. Θάνος Καραγιαννόπουλος, υπεύθυνος των εκδόσεων «Οξύ», που πρόσφατα κυκλοφόρησαν το βιβλίο στα ελληνικά.

Στο τέλος του βιβλίου, ηθική και αξίες δεν βρίσκουν πλέον εφαρμογή. Αυτό που ήταν ένας πόλεμος ανάμεσα στις δύο πλευρές -τον Πιερ και τους συμμαθητές του- καταλήγει σε μία και μόνη λύση. Αυτό που συμβαίνει στο τέλος, χωρίς να θέλουμε να προδώσουμε πολλά από τα στοιχεία της ιστορίας, είναι άγριο, βίαιο, ίσως και για κάποιους ικανοποιητικό.

«Τα παιδιά φοβούνται το τίποτα, φοβούνται ότι τίποτα δεν έχει σημασία στη ζωή» έχει πει η συγγραφέας Janne Teller για το βιβλίο της, το οποίο έγραψε στα 30 της χρόνια όταν ήταν και η ίδια καταθλιπτική, όπως έχει εξομολογηθεί στην Telegraph.

«Θα ήθελα να είχα διαβάσει αυτό το βιβλίο στα 14 μου. Τα παιδιά έχουν ανάγκη να αποδείξουν ότι κάτι έχει νόημα και είναι πιο ανοιχτά για να συζητήσουν ένα τέτοιο θέμα όσο είναι νέοι».

Το βιβλίο είχε απαγορευτεί ακόμα και στη γενέτειρά της τη Δανία, κάτι που την στενοχώρησε:

«Σοκαρίστηκα, δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί το Τίποτα απαγορεύτηκε. Δεν έχει σεξουαλικό περιεχόμενο και σε σχέση με τα βιντεοπαιχνίδια και τα αστυνομικά μυθιστορήματα το βιβλίο έχει πολύ λιγότερη βία. Μου πήρε καιρό να καταλάβω ότι είναι αυτός ο φόβος της αμφισβήτησης όσων θεωρούμε δεδομένων που έκανε κάποιους ενήλικες να αισθάνονται τόσο άβολα με το βιβλίο και θέλησαν να απαγορευτεί. Δεν πιστεύω στην λογοκρισία αλλά πιστεύω στην ευθύνη. Και οι συγγραφείς έχουμε ευθύνη για αυτό που παραδίδουμε στα χέρια των ανθρώπων. Όταν κάποιος ψάχνει μία βαθύτερη ανθρώπινη αλήθεια μέσα από την λογοτεχνία, δεν πιστεύω ότι μπορεί να γίνει επικίνδυνος, ούτε εκείνος ούτε και οι αναγνώστες».

Είναι γεγονός ότι ένα απαγορευμένο βιβλίο ιντριγκάρει, κάνει τους ανθρώπους να θέλουν να το διαβάσουν και κάποιες φορές λειτουργεί ως διαφημιστικό τρικ.

«Θα προτιμούσα να μην είχε απαγορευτεί» έχει παραδεχτεί η ίδια σε συνέντευξή της. «Οι έντονες αντιδράσεις κατά του βιβλίου ήταν πολύ ενοχλητικές. Υπήρχαν άρθρα σε εφημερίδες που υποστήριζαν ότι νέοι που θα διάβαζαν το βιβλίο θα μπορούσαν να αυτοκτονήσουν! Δεν ήξερα πώς να το διαχειριστώ όλο αυτό. Δεν έγραψα το “Τίποτα” για να προκαλέσω αλλά επειδή τα ερωτήματα πάνω στο νόημα της ζωής που είχε ο πρωταγωνιστής μου και οι συμμαθητές του, ήταν και δικά μου ερωτήματα. Με έπληξαν οι έντονες αντιδράσεις, δεν κατάλαβα ποτέ γιατί οι άνθρωποι αντιδρούσαν τόσο έντονα. Τα υπαρξιακά ερωτήματα, οι υπαρξιακές αγωνίες υπάρχουν όσο και οι άνθρωποι. Δεν καταλαβαίνω γιατί το βιβλίο πολεμήθηκε τόσο πολύ» παραδέχεται και πλέον είναι χαρούμενη που το βιβλίο της, για εφήβους και ενήλικες, έχει εκτιμηθεί από αναγνώστες σε όλον τον κόσμο.

Μια ιστορία για το τέλος της αθωότητας, μια υπαρξιακή διερεύνηση, ένα ασφαλές στοίχημα; Το «Τίποτα» ίσως να μην είναι ένα βιβλίο για όλους.

Η βία με πρωταγωνιστές τόσο νέους ανθρώπους σε σοκάρει αλλά σε προβληματίζει. Διαβάζοντας την τελευταία σελίδα, ανακουφίζεσαι που τελείωσε ενώ την ίδια στιγμή γίνεσαι μάρτυρας μίας τρομακτικής κατάληξης.

Η αφήγηση σε κάνει να αναρωτιέσαι πόσο εύκολα μπορείς να υπερβείς τα όρια για να αποδείξεις τι; Και σε ποιον; Ίσως ο Πιερ Άντον θέλησε να αποδείξει στον εαυτό του -ή στους άλλους- αυτό που οι αναστατωμένοι συμμαθητές του προσπαθούν να αποδείξουν σ’ εκείνον: πως το νόημα της ζωής βρίσκεται σ’ αυτό που ο καθένας από εμάς οραματίζεται, συνειδητοποιεί, πιστεύει.

Το “Τίποτα” δείχνει πόσο εύθραυστη είναι η έννοια της ζωής. Και μιας και είναι ένα βιβλίο που απευθύνεται σε εφήβους και σε ενήλικες, αναρωτήθηκα πολλές φορές αν θα το έδινα στα δύο παιδιά μου να το διαβάσουν και για να είμαι ειλικρινής δεν κατέληξα ακόμα κάπου. Χωρίς να ξέρω ακριβώς σε ποια σημεία του διαφωνώ, σε ποια σημεία του σοκάρομαι και σε ποια σημεία του σιχαίνομαι, οφείλω να παραδεχτώ ότι πέρα από έναν προφανή πανικό που προκαλεί αυτό το βιβλίο, σου δίνει τροφή για σκέψη…