Τον κώδωνα του κινδύνου έκρουσε σήμερα ο Μπαν Γκι Μουν για επέκταση των βίαιων επεισοδίων και σε άλλα σημεία του Νότιου Σουδάν. Τις τελευταίες ημέρες εκατοντάδες άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους εξαιτίας των επεισοδίων που σημειώνονται στη χώρα.

«Πρόκειται για μια πολιτική κρίση, η οποία πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα μέσω του πολιτικού διαλόγου», δήλωσε στους δημοσιογράφους ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ. «Υπάρχει κίνδυνος η βία να επεκταθεί και σε άλλες πολιτείες, καθώς έχουν ήδη δει κάποια σχετικά σημάδια», πρόσθεσε.

Ο πρόεδρος του Νότιου Σουδάν, Σάλβα Κιρ ανακοίνωσε ότι επιθυμεί να «συνομιλήσει» με τον αντίπαλό του πρώην αντιπρόεδρο της χώρας Ρικ Μάκαρ, τον οποίο κατηγορεί ότι πρωτοστάτησε σε ένα πραξικόπημα εναντίον του, το οποίο κατέληξε σε μάχες στην Τζούμπα.

Ο Μάκαρ, που διέψευσε σήμερα σε συνέντευξή του σε ανεξάρτητο ιστότοπο ότι υπήρξε απόπειρα πραξικοπήματος, θεωρείται πλέον επισήμως «φυγόδικος» από τις αρχές του Νότιου Σουδάν. «Δεν υπήρξε πραξικόπημα. Αυτό που συνέβη στη Τζούμπα ήταν μια παρανόηση μεταξύ των μελών της προεδρικής φρουράς. Δεν επρόκειτο για πραξικόπημα. Δεν έχω καμία σχέση και δεν γνωρίζω τίποτα για οποιαδήποτε απόπειρα πραξικοπήματος», δήλωσε ο Μάκαρ από μια άγνωστη τοποθεσία μιλώντας για πρώτη φορά μετά την έναρξη των μαχών στη Τζούμπα την Κυριακή το βράδυ.

«Θέλω να καθίσω με το Ρικ Μάκαρ και να μιλήσουμε, όμως δεν γνωρίζω ποια θα είναι τα αποτελέσματα των συζητήσεων», σημείωσε σήμερα ο Κιρ στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.

Ο πρόεδρος του Νότιου Σουδάν υπογράμμισε ότι «οι άνθρωποι που σκότωσαν θα προσαχθούν στη δικαιοσύνη και θα δικαστούν», ενώ κατηγόρησε τον αντίπαλό του ότι «έχει διαφύγει με τις δυνάμεις που του είναι πιστές».

Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, από τις μάχες στη Τζούμπα έχουν χάσει τη ζωή τους 400 ως 500 άνθρωποι, ενώ περίπου 800 έχουν τραυματιστεί. Παράλληλα, 15.000 με 20.000 άνθρωποι έχουν αναζητήσει καταφύγιο στις βάσεις της αποστολής του ΟΗΕ στο Νότιο Σουδάν, στη Τζούμπα.

Ο πρόεδρος της χώρας ζήτησε από τους κατοίκους της πρωτεύουσας να παραμείνουν στα σπίτια τους και κάλεσε μια μερίδα των στρατιωτών να επιστρέψει στους στρατώνες. Επίσης, ο Κιρ κατηγόρησε τον επικεφαλής της πολιτοφυλακής Πίτερ Γκάντετ, ο οποίος στη διάρκεια του εμφυλίου με το Σουδάν άλλαξε πολλές φορές στρατόπεδο και έχει υπογράψει συμφωνία με τη Τζούμπα το 2011, ότι στασίασε ξανά και επιτέθηκε στην πόλη Μπορ στην ασταθή πολιτεία Τζόνγκλεϊ, χωρίς να καταφέρει να την καταλάβει, για λογαριασμό του Μάκαρ.

Η επέκταση των μαχών μεταξύ ομάδων του στρατού της χώρας στη Μπορ προκαλεί φόβους για έναν ευρύτερο εμφύλιο πόλεμο στο νεοϊδρυθέν κράτος, μεταδίδει το ΑΜΠΕ. Η πρωτεύουσα ήταν ήρεμη στη διάρκεια της νύχτας έπειτα από σποραδικά πυρά, όμως οι συγκρούσεις έχουν επεκταθεί και στην Τόριτ, ανατολικά της Τζούμπα.

«Η ανησυχία είναι ότι μόλις οι συγκρούσεις επεκταθούν εκτός της Τζούμπα σε περιοχές με μεγαλύτερες εθνοτικές διαφορές, τότε ενδέχεται να κινητοποιηθούν και πάλι οι παλιές πολιτοφυλακές», σχολίασε ένας δυτικός διπλωμάτης.

Ο ίδιος επεσήμανε ότι η επέκταση των μαχών ωθεί το Νότιο Σουδάν σε εμφύλιο πόλεμο που θα είναι δύσκολο να αποφευχθεί, ενώ πρόσθεσε ότι ο Κιρ ανέβασε τους τόνους όταν χαρακτήρισε απόπειρα πραξικοπήματος τις συγκρούσεις στους κόλπους του στρατού.

Στην Μπορ, όπου στρατιώτες Νούερ πιστοί στον Μάκαρ σφαγίασαν το 1991 εκατοντάδες Ντίνκα, μέλη της φυλής στην οποία ανήκει ο Κιρ, οι κάτοικοι φοβούνται ότι οι μάχες ενδέχεται να επεκταθούν εκτός των στρατώνων.

Η Minuss ανακοίνωσε σήμερα μέσω Twitter ότι περισσότεροι από 1.000 πολίτες στην περιοχή της Μπορ έχουν ζητήσει καταφύγιο στη βάση του, ενώ επιβεβαίωσε την επέκταση των συγκρούσεων στην Τόριτ.

Βρετανία και Νορβηγία ζήτησαν σήμερα την απομάκρυνση μέρους του προσωπικού τους από τις πρεσβείες τους στο Νότιο Σουδάν. Οι ανακοινώσεις αυτές έγιναν μία ημέρα αφού οι ΗΠΑ αποφάσισαν να απομακρύνουν διπλωμάτες και το μη απαραίτητο προσωπικό τους από τη χώρα, αλλά και να αναστείλουν τη λειτουργία της πρεσβείας τους. Το Φόρεϊν Όφις ζήτησε επίσης από τους βρετανούς πολίτες να αποφεύγουν να ταξιδέψουν στη Τζούμπα και συνέστησε σε όσους βρίσκονται στην πόλη να παραμείνουν στα σπίτια τους.