Η αγορά εργασίας στις Ηνωμένες Πολιτείες εμφάνισε σημάδια επιδείνωσης τον Νοέμβριο. Η ανεργία αυξήθηκε στο 4,6%, στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων τεσσάρων ετών, την ώρα που η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας συνεχίζει να επιβραδύνεται.

Ωστόσο, οι νέες θέσεις εργασίας αυξήθηκαν περισσότερο από το προβλεπόμενο, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε σήμερα το υπουργείο Εργασίας: δημιουργήθηκαν 64.000 νέες θέσεις, ενώ οι αναλυτές περίμεναν ότι δεν θα ξεπερνούσαν τις 45.000, με βάση την εταιρεία οικονομικών αναλυτών MarketWatch. Από την άλλη, ανέμεναν ότι η ανεργία θα ήταν ελαφρά χαμηλότερη, αφού την προέβλεπαν στο 4,5%. Ένδειξη της επιβράδυνσης είναι το γεγονός ότι ο αριθμός των βραχυχρόνια ανέργων (λιγότερο από πέντε εβδομάδες) αυξήθηκε κατά 326.000 σε σύγκριση με τον Σεπτέμβριο, τον τελευταίο μήνα για τον οποίο δημοσιοποιήθηκαν στοιχεία.

Παράλληλα, ο αριθμός των μερικώς απασχολούμενων, ανθρώπων που θα προτιμούσαν να έχουν πλήρη απασχόληση, αυξήθηκε κατά 909.000 (πάντα σε σύγκριση με τον Σεπτέμβριο), κάτι που σημαίνει ότι οι εταιρείες έχουν την τάση να προσαρμόζουν τον χρόνο εργασίας στην επιβράδυνση της δραστηριότητάς τους, αντί να απολύουν αμέσως προσωπικό. Πάντως, ο οικονομικός σύμβουλος του Λευκού Οίκου Κέβιν Χάσετ, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο τηλεοπτικό δίκτυο CNBC, είπε ότι βλέπει μια σταθερή ανοδική τροχιά στην αγορά εργασίας.

Τα στατιστικά στοιχεία προέρχονται από δύο ξεχωριστές έρευνες που δημοσιοποιήθηκαν ταυτόχρονα. Η μία έγινε σε επιχειρήσεις και η άλλη σε νοικοκυριά. Τα στοιχεία του Νοεμβρίου άργησαν να δημοσιοποιηθούν λόγω της δημοσιονομικής παράλυσης (shutdown) του ομοσπονδιακού κράτους επί 43 ημέρες, τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο, που δυσκόλεψε τη συλλογή τους. Λόγω της κατάστασης αυτής, το υπουργείο Εργασίας επέλεξε να μην δώσει στη δημοσιότητα στοιχεία για τον Οκτώβριο επειδή οι υπάλληλοί του δεν είχαν συλλέξει τα αναγκαία στοιχεία. Σύμφωνα με τη στατιστική υπηρεσία του (BLS), τα δεδομένα «δεν είναι δυνατόν να συλλεχθούν αναδρομικά».

Την περασμένη εβδομάδα η ομοσπονδιακή τράπεζα (Fed) αποφάσισε να μειώσει κατά 0,25% τα επιτόκια, ακριβώς επειδή ανησυχούσε για τις εξελίξεις στην αγορά εργασίας. Όπως μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Χάσετ, που είναι βασικός υποψήφιος για την ηγεσία της Fed μετά τη λήξη της θητείας του Τζερόμ Πάουελ, τον Μάιο, είπε στη συνέντευξή του ότι ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ πιστεύει πως τα επιτόκια θα πρέπει να μειωθούν περαιτέρω και «έχει δίκιο». «Υπάρχει μεγάλο περιθώριο» για τη μείωση των επιτοκίων, υποστήριξε, παραδεχόμενος ωστόσο ότι εάν ήταν μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Fed θα χρειαζόταν «να διαπραγματευτεί με τους υπόλοιπους» για να το πετύχει.