Η αίτηση προεδρικής χάριτος, που επισημοποιήθηκε την Κυριακή με επιστολή προς τον πρόεδρο του Ισραήλ Ισαάκ Χέρτσογκ, αιφνιδίασε τους πάντες και θεωρήθηκε πολιτικό τέχνασμα που στοχεύει στην επιδιόρθωση της εικόνας του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, με απώτερο σκοπό την επανεκλογή του το 2026.
Οι δύο τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η σχετική πλειοψηφία, το 40% των πολιτών, είναι αντίθετη με κάθε κίνηση επιείκειας εκ μέρους του ισραηλινού προέδρου. Ο ίδιος ο Ισαάκ Χέρτσογκ έχει δεσμευθεί να μην λάβει υπ’ όψιν στην απόφασή του τίποτα άλλο «παρά το καλό του κράτους και της ισραηλινής κοινωνίας». Άλλες δημοσκοπήσεις καταγράφουν περί τους δύο στους τρεις Ισραηλινούς να θεωρούν πως ο Νετανιάχου πρέπει να παραδεχτεί την ευθύνη του για το ότι οι αρμόδιοι θεσμοί της χώρας απέτυχαν να αποτρέψουν τις επιθέσεις της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023. Άλλα ευρήματα των δημοσκοπήσεων όμως δείχνουν ότι, σε περίπτωση εκλογών, ο πρωθυπουργός και το κόμμα του, το Λικούντ, θα είναι νικητές και θα έχουν την ευκαιρία να σχηματίσουν και πάλι κυβέρνηση.
Ο 76χρονος Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο μακροβιότερος πρωθυπουργός του Ισραήλ, είναι και ο πρώτος εν ενεργεία πρωθυπουργός που διώκεται δικαστικά. Ως εκ τούτου προσέρχεται κάθε εβδομάδα ενώπιον δικαστηρίου όπου δικάζεται για τρεις υποθέσεις διαφθοράς. Αιτείται μάλιστα χάριτος χωρίς να έχει καταδικασθεί και χωρίς να έχει καν αναλάβει την ευθύνη για όσα περιέρχονται στα τρία κατηγορητήρια. Ο ίδιος ισχυρίζεται ότι είναι αθώος και ότι η δικαστική του δίωξη για διαφθορά είναι σκευωρία των πολιτικών του αντιπάλων, ενώ δηλώνει ευθαρσώς ότι σχεδιάζει να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα στις εκλογές του 2026. Η παρούσα κοινοβουλευτική περίοδος λήγει τον Νοέμβριο. Μέχρι τότε, το ενδεχόμενο των πρόωρων εκλογών είναι υπαρκτό και εξαρτάται από τον ίδιο τον Νετανιάχου. Είτε θα επιλέξει να τις προκαλέσει ο ίδιος, είτε θα αναγκαστεί να το κάνει έχοντας χάσει την πολύ εύθραυστη κοινοβουλευτική του πλειοψηφία. Στην επιστολή με την οποία ζητά να του χορηγηθεί προεδρική χάρη, ο Νετανιάχου τονίζει την ανάγκη «να τεθεί ένα τέλος στις διαιρέσεις».

Το ισραηλινό εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής επιβάλλει αδόκητες ή απίθανες πολιτικές συμμαχίες για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Όπως επισημαίνει η πολιτική αναλύτρια Μίριαμ Σέρμερ, αν ο Νετανιάχου εξασφαλίσει την προεδρική «επιείκεια», αυτό «θα περιορίσει τις διαιρέσεις μόνο αν θα επιτρέψει (…) την εμφάνιση ενός ευρύτατου κεντρώου συνασπισμού έπειτα από το πολυετές πολιτικό αδιέξοδο». Για να γίνει αυτό, συνεχίζει η Μίριαμ Σέρμερ στο AFP, η αντιπολίτευση θα πρέπει να σταματήσει να εξοστρακίζει τον Νετανιάχου ώστε αυτός να δεχθεί να κυβερνήσει με άλλους πέραν των σημερινών συμμάχων του της ακροδεξιάς και των θρησκευτικών κομμάτων και να συστήσει «μία πραγματική επιτροπή που θα εξετάσει τα κενά τόσο ασφαλείας όσο και πολιτικής που οδήγησαν στην 7η Οκτωβρίου». Όπως μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Νετανιάχου είναι αντίθετος στη σύσταση τέτοιας επιτροπής, παρά την αντίθετη γνώμη της συντριπτικής πλειονότητας των ισραηλινών πολιτών.
Σύμφωνα με τη Ντορίτ Κόσκας, η οποία έχει υπάρξει αντιπρύτανης της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Τελ Αβίβ, η αίτηση χάριτος αποτελεί «πολιτικό εργαλείο» για τον Νετανιάχου, μέσω του οποίου «επιδιώκει να σβήσει τις συνέπειες των αποτυχιών του για να συνεχίσει την πολιτική του καριέρα αντί να λογοδοτήσει». Ο Αρι Σάβιτ, πολιτικός συντάκτης στη Yediot Aharonot, θεωρεί ότι ο πρωθυπουργός του Ισραήλ προτείνει μία δοσοληψία: χορήγηση χάριτος στον ίδιο έναντι της ματαίωσης της δικαστικής μεταρρύθμισης που δίχασε τη χώρα το 2023, πριν από τον πόλεμο.
Η επίμαχη μεταρρύθμιση είχε προωθηθεί από την κυβέρνηση Νετανιάχου ως απαραίτητη για την επανεξισορρόπηση της δικαστικής και της εκτελεστικής εξουσίας. Η αντιπολίτευση όμως την χαρακτήρισε ως απειλή για τη δημοκρατία. Η μεταρρύθμιση αυτή προκάλεσε τις μεγαλύτερες αντικυβερνητικές εκδηλώσεις που έχει ζήσει ποτέ το Ισραήλ.