Λίγες ώρες μετά τον θάνατο 35 αμάχων και τον τραυματισμό περισσότερων από 100 από τη ρωσική επίθεση με βαλλιστικούς πυραύλους στην ουκρανική πόλη Σούμι, ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, χαρακτήρισε την επίθεση «φρικτή».
Ωστόσο, αμφισβήτησε τις προθέσεις πίσω από το χτύπημα, υπονοώντας ότι μπορεί να ήταν λάθος και ότι η Ρωσία ίσως να μην το εννοούσε.
Όπως αναφέρει το Politico, οι δηλώσεις του Τραμπ για το πιο φονικό ρωσικό χτύπημα στην Ουκρανία για φέτος έρχονται σε έντονη αντίθεση όχι μόνο με εκείνες του Ουκρανού προέδρου, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, «μόνο τελείως διεστραμμένα καθάρματα μπορούν να ενεργούν έτσι», αλλά και με τις τοποθετήσεις του ίδιου του ειδικού απεσταλμένου του, Κιθ Κέλογκ.
Ο Κέλογκ δεν αναζήτησε δικαιολογίες, δηλώνοντας χωρίς δισταγμό ότι η επίθεση στο Σούμι «ξεπερνά κάθε όριο ευπρέπειας».
Το Κρεμλίνο αρνείται ότι στοχεύει σκόπιμα αμάχους, κάτι που συνιστά έγκλημα πολέμου βάσει του διεθνούς δικαίου. Ωστόσο, οι ρωσικές επιθέσεις περιλαμβάνουν χτυπήματα σε νοσοκομεία, σχολεία, μαιευτήρια, θέατρα… ο κατάλογος δεν έχει τέλος. Πρόκειται για καθιερωμένη στρατιωτική τακτική της Μόσχας. Δεν επιδιώκει να κερδίσει τις καρδιές και τα μυαλά των πολιτών, αλλά εφαρμόζει πάντα πολιτική πυγμής.
«Εκτιμούμε ότι η Ρωσία έχει σκοπίμως πλήξει υποδομές πολιτών και μη στρατιωτικούς στόχους, με σκοπό να προκαλέσει αχρείαστο κακό και να σπείρει τον τρόμο στον ουκρανικό πληθυσμό», είχαν δηλώσει αμερικανοί στρατιωτικοί αξιωματούχοι το 2022.
Αυτή η τακτική συνεχίζεται, με στόχο να καμφθεί η θέληση των Ουκρανών να αντισταθούν, να αποθαρρυνθεί και να εξαντληθεί ο πληθυσμός, ώστε να υποκύψει από ψυχική και σωματική εξάντληση.
Γι’ αυτόν τον λόγο η Ρωσία στοχεύει εδώ και τρία χρόνια το ενεργειακό σύστημα της Ουκρανίας. Όπως είχε δηλώσει ο δήμαρχος του Κιέβου, Βιτάλι Κλίτσκο, στο Politico στα τέλη του 2022, καθώς προετοίμαζε την πόλη να αντέξει έναν παγωμένο χειμώνα υπό ρωσική επίθεση: «Θέλουν να μας παγώσουν, να καταστρέψουν το ρεύμα μας, τη θέρμανση, τις γεννήτριές μας». Και το ίδιο προσπάθησαν να κάνουν και τους δύο χειμώνες που ακολούθησαν.
Η επίθεση στο Σούμι δεν ήταν λάθος, ούτε ατύχημα ή εξαίρεση. Η φύση της ταιριάζει με τις τακτικές που η Ρωσία εφαρμόζει εδώ και καιρό, δύο χτυπήματα στην καρδιά της πόλης σε αυτό που αποκαλείται «διπλό χτύπημα». Δηλαδή, μια αρχική επίθεση ακολουθείται μετά από παύση από δεύτερη, με στόχο τη θανάτωση ή τον τραυματισμό διασωστών και πρώτων ανταποκριτών που έχουν σπεύσει στο σημείο.
Την Κυριακή των Βαΐων, ο δεύτερος πύραυλος έπεσε πέντε λεπτά μετά τον πρώτο. Ήταν υπολογισμένο.
Οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις είναι διαβόητες για τα διπλά χτυπήματα σε πόλεις. Το έκαναν επανειλημμένα στη Συρία, πλήττοντας νοσοκομεία, αγορές και κατοικημένες περιοχές στο Χαλέπι και την Ιντλίμπ, με πολλούς διασώστες των White Helmets να χάνουν τη ζωή τους. Η τακτική θυμίζει ελεύθερο σκοπευτή που τραυματίζει έναν στρατιώτη για να προσελκύσει τους συντρόφους του στη γραμμή βολής, αλλά σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα.
Και τότε, όπως και τώρα, οι Ρώσοι αξιωματούχοι επέμεναν πως οι στόχοι ήταν στρατιωτικοί. Μετά την επίθεση στο Σούμι, το υπουργείο Άμυνας της Ρωσίας ισχυρίστηκε ότι οι δύο βαλλιστικοί πύραυλοι Iskander-M στόχευαν συνάντηση μιας «τακτικής επιχειρησιακής ομάδας των ενόπλων δυνάμεων της Ουκρανίας» και ότι σκοτώθηκαν περισσότεροι από 60 Ουκρανοί στρατιώτες. Φυσικά, έριξαν το φταίξιμο στο Κίεβο, κατηγορώντας τις ουκρανικές αρχές ότι χρησιμοποιούν αμάχους ως ανθρώπινες ασπίδες τοποθετώντας στρατιωτικές εγκαταστάσεις στο κέντρο κατοικημένων πόλεων.
Το ίδιο υποστήριζε η Μόσχα και για τα χτυπήματά της στη Συρία, ακόμα κι όταν στόχευε λαϊκές αγορές τις πρωινές ώρες ή πρόχειρες κλινικές και προσφυγικούς καταυλισμούς.
Οι στρατηγοί του Βλαντίμιρ Πούτιν διεξάγουν πάντα ολοκληρωτικό πόλεμο: χωρίς όρια, χωρίς σεβασμό στους διεθνείς κανόνες πολέμου, τους οποίους η Μόσχα θεωρεί «συναισθηματικούς», εξού και τα φρικτά εγκλήματα σε Μπούτσα και Ιρπίν.
Το ίδιο έκανε ο Πούτιν και στον πόλεμο της Τσετσενίας ως πρωθυπουργός, όταν επέβλεψε μια καταστροφική εκστρατεία βομβαρδισμών που ισοπέδωσε την πρωτεύουσα της αποσχισθείσας δημοκρατίας, το Γκρόζνι, το 1999, αναγκάζοντας πάνω από 100.000 ανθρώπους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.
Όλα αυτά είναι καλά τεκμηριωμένα, οπότε η προσπάθεια του Τραμπ να υποβαθμίσει το γεγονός ερμηνεύεται πιθανόν ως επιθυμία να αποφύγει άμεση ρητορική σύγκρουση με το Κρεμλίνο, από το οποίο φαίνεται ακόμη να ελπίζει ότι μπορεί να κάνει συνομιλίες ειρήνης. Όμως το Σούμι αποτελεί άλλη μια απόδειξη ότι ο Πούτιν τον εμπαίζει, όπως κάνει σε όλες τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, μέχρι να τα πάρει όλα με τους δικούς του όρους.
Τον Μάρτιο, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο είχε δηλώσει: «Το Σχέδιο Α είναι να σταματήσουν οι πυροβολισμοί», τονίζοντας πως ο βασικός στόχος της Ουάσινγκτον είναι μια γρήγορη κατάπαυση του πυρός πριν προχωρήσουν σε ευρύτερες συνομιλίες για την οριστική λήξη του πολέμου. Αλλά αυτό δεν είναι στις προθέσεις του Πούτιν, κάτι που απέδειξε αρνούμενος να συμφωνήσει σε πλήρη κατάπαυση του πυρός διάρκειας 30 ημερών, την οποία η Ουκρανία είχε αποδεχτεί. Και μετά το τηλεφώνημά του με τον Τραμπ τον Μάρτιο, σχεδόν αμέσως ακολούθησε μαζική επίθεση με drones στο Κίεβο και άλλες ουκρανικές πόλεις.
Ο Ρώσος ηγέτης, σε μια διπλωματική χειρονομία ελάχιστης αξίας, είπε στον Τραμπ ότι δεν θα στοχεύσει τις ενεργειακές υποδομές της Ουκρανίας για 30 ημέρες, αλλά η «παραχώρηση» αυτή ήταν χωρίς κόστος, καθώς ο βαρύς χειμώνας είχε ήδη περάσει. Συμπτωματικά, εκείνη την περίοδο έγινε γνωστό ότι η Ουκρανία είχε καταφέρει να αυξήσει δραματικά την εμβέλεια των ισχυρών πυραύλων κρουζ Neptune από 200 χιλιόμετρα σε 1.000, κάτι που της επιτρέπει να πλήττει διυλιστήρια βαθιά μέσα στο ρωσικό έδαφος.
Παρ’ όλα αυτά, από την υποτιθέμενη αυτή παραχώρηση και μετά, δεν υπήρξε καμία ουσιαστική πρόοδος από τη ρωσική πλευρά, παρά τις επαφές του Ειδικού Απεσταλμένου των ΗΠΑ για τη Μέση Ανατολή, Στιβ Γουίτκοφ, με τον Πούτιν. Στην τελευταία τους συνομιλία την περασμένη Παρασκευή, ο Γουίτκοφ εξέφρασε αισιοδοξία, λέγοντας πως βρισκόμαστε «στο χείλος μιας εξέλιξης πολύ σημαντικής για ολόκληρο τον κόσμο».
Ωστόσο, το Κρεμλίνο υπονόμευσε άμεσα την αισιοδοξία του, με τον εκπρόσωπο του Πούτιν, Ντμίτρι Πεσκόφ, να δηλώνει στους δημοσιογράφους πως δεν υπάρχει σαφές πλαίσιο συμφωνίας ΗΠΑ-Ρωσίας για την Ουκρανία, αν και, όπως είπε, υπάρχει πολιτική βούληση για πρόοδο.
Μέχρι τότε, οι Ουκρανοί πρέπει να σκύβουν το κεφάλι και να καλύπτονται.