Με την τηλεργασία να έχει αποκτήσει ισχυρό έδαφος μετά την περίοδο του κορονοϊού, η κατάσταση αυτή δίνει τη δυνατότητα στους εργαζομένους να δουλέψουν από όποιο σημείο του πλανήτη επιθυμούν. Έτσι, όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι που εργάζονται εξ αποστάσεως, επιλέγουν να μην κλειστούν στο σπίτι, αλλά να συνδυάσουν τη δουλειά με την αναψυχή.

Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι και οι Shirly και Erez Weinstein. Το ζευγάρι είχε πετύχει με πολλούς τρόπους το αμερικανικό όνειρο. Μετανάστευσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες από το Ισραήλ στις αρχές της δεκαετίας του ’80, αγόρασαν ένα σπίτι στα προάστια της Ατλάντα με πρόσβαση σε δημόσια σχολεία υψηλής ποιότητας για τα δύο παιδιά τους και διέπρεψαν στην τεχνολογική τους καριέρα. Υπήρχε μόνο ένα πρόβλημα: Δεν ήταν ευτυχισμένοι.

«Η ζωή μας ήταν πολύ απασχολημένη», είπε η Shirly Weinstein στον Simone Stolzoff του businessinsider.com. «Δουλειά, σχολείο – δεν είχαμε σχεδόν καθόλου ελεύθερο χρόνο ή χρόνο ως οικογένεια». Επίσης, δεν ήταν ικανοποιημένοι με τις εκπαιδευτικές επιλογές για τα παιδιά τους. «Θέλαμε κάτι περισσότερο από το σχολείο», δήλωσε ο Erez Weinstein. «Δοκιμάσαμε το Μοντεσσόρι, το τσάρτερ, το δημόσιο, αλλά όλες αυτές οι διαφορετικές επιλογές έμοιαζαν ίδιες». Έτσι αισθάνονταν και τα παιδιά τους. «Η ζωή ήταν βαρετή», είπε 11χρονη κόρη τους η Ella.

Έτσι, το 2018, πριν από την έξαρση της τηλεργασίας, η οικογένεια πούλησε τα περισσότερα από τα υπάρχοντά της, αγόρασε ένα τροχόσπιτο και άρχισε να ταξιδεύει στις ΗΠΑ και στο εξωτερικό, δουλεύοντας με πλήρη απασχόληση, ενώ παράλληλα τα παιδιά έκαναν μαθήματα στο σπίτι.

Όταν η Boundless Life μπήκε στη ζωή τους

Για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, τα παιδιά δεν παρακολουθούσαν επίσημα μαθήματα, αντίθετα μάθαιναν από τις εμπειρίες τους σε διάφορες χώρες και έκαναν περιστασιακά ακαδημαϊκή εργασία σε ψηφιακές πλατφόρμες. Στη συνέχεια, το 2022, η οικογένεια έμαθε για το Boundless Life, μια startup που προσπαθεί να δημιουργήσει ένα παγκόσμιο δίκτυο για οικογένειες «ψηφιακών νομάδων», με ενσωματωμένη κοινότητα, εκπαίδευση βασισμένη σε έργα και επιπλωμένα σπίτια όπου οι οικογένειες ζουν για τρεις μήνες κάθε φορά.

Η Boundless Life – η οποία διαθέτει τοποθεσίες στην Πορτογαλία, την Ινδονησία, την Ιταλία και την Ελλάδα – απευθύνεται σε μια διαφορετική δημογραφική ομάδα μακροχρόνιων ταξιδιωτών: τους γονείς και τα παιδιά τους ηλικίας δημοτικού σχολείου. Στόχος της startup, σύμφωνα με τον συνιδρυτή της Mauro Repacci, είναι να επιτρέψει στους γονείς «την ελευθερία να ταξιδέψουν όπως θα μπορούσε να ταξιδέψει κάποιος μόνος του, αλλά με τα παιδιά σας».

Αν και δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία σχετικά με αυτό, οι ειδικοί λένε ότι μόνο ένα μικρό μέρος των περίπου 35 εκατομμυρίων ψηφιακών νομάδων παγκοσμίως ταξιδεύουν με παιδιά. Είτε υπολογίζοντας το σχολείο είτε υποστηρίζοντας την ικανότητα των παιδιών να διατηρήσουν μόνιμες φιλίες, πολλοί γονείς είναι επιφυλακτικοί στο να ξεριζώσουν τη ζωή της οικογένειάς τους για μακροχρόνια ταξίδια.

Αλλά με την ανάπτυξη της εξ αποστάσεως εργασίας και τη νέα ενέργεια να επαναπροσδιορίσουν την εκπαίδευση ως απάντηση στην πανδημία του κορονοϊού, οι επιχειρήσεις αρπάζουν την ευκαιρία να κάνουν τα μακροχρόνια ταξίδια με τα παιδιά μια πραγματική δυνατότητα.

Ο Simone Stolzoff επισκέφθηκε το περασμένο καλοκαίρι την πανεπιστημιούπολη της Boundless στη Σίντρα της Πορτογαλίας. Σύμφωνα με τον ίδιο, η κοινότητα του Boundless, η οποία περιλαμβάνει οικογένειες από όλο τον κόσμο, μοιάζει λίγο με οικογενειακή κατασκήνωση. Οι οικογένειες είχαν η καθεμία τα δικά της ιδιωτικά καταλύματα διάσπαρτα σε όλη την πόλη, αλλά συχνά περνούσαν χρόνο ο ένας στα διαμερίσματα του άλλου για γεύματα. Οι γονείς έβγαιναν για απογευματινό εσπρέσο και παρέμεναν στο σχολείο για να συζητήσουν για επιχειρηματικές ευκαιρίες πριν πάνε σε έναν χώρο εργασίας.

Στο σχολείο, ομάδες μαθητών διάφορων ηλικιών έσκυβαν πάνω από σκάφη με νερό για να μάθουν για την πυκνότητα και τον όγκο. Για μεσημεριανό γεύμα, τα παιδιά έτρωγαν βιολογικά γεύματα που παρείχε ένας τοπικός σεφ. Μετά το σχολείο, τα παιδιά διασκέδαζαν στα πλακόστρωτα δρομάκια και τα πάρκα υπό την ελαφριά επίβλεψη ενηλίκων.

Ο Tim, ένας προγραμματιστής υπολογιστών από το Οχάιο, εντάχθηκε στο Boundless το 2022, αφού πήρε τα παιδιά του από το σχολείο κατά την έναρξη του κορονοϊού. «Το σχολείο έλεγε ‘’μαθήματα μέσω Zoom’’ και εγώ είπα να πάει στο δ….ο», είπε.

Ένα ζευγάρι από το Σιάτλ – ο Έντουαρντ, σύμβουλος μάρκετινγκ, και η Τζέσικα, επιχειρηματίας – όχι μόνο έβγαλαν τα τέσσερα παιδιά τους κάτω των 13 ετών από το σχολείο για να εγγραφούν στο Boundless Life, αλλά έπεισαν και μια άλλη οικογένεια να συμμετάσχει στο πείραμα. «Θέλαμε να ταξιδέψουμε, αλλά δεν μπορείς να προσέχεις ένα παιδί 1 έτους και να κάνεις ταυτόχρονα μαθήματα στο σπίτι σε ένα 7χρονο παιδί», δήλωσε η Jessica. «Η εκπαίδευση ήταν το ζητούμενο. Αν καταφέρναμε να βρούμε το κομμάτι της εκπαίδευσης, τα υπόλοιπα θα έμπαιναν στη θέση τους».

Πώς λειτουργούν οι «ψηφιακοί νομάδες»

Οι ιδρυτές του Boundless επέλεξαν τη μεσαιωνική ορεινή πόλη Σίντρα της Πορτογαλίας ως την πρώτη τους τοποθεσία. Η εταιρεία εξυπηρετεί περίπου 85 οικογένειες και 250 παιδιά κατά τη διάρκεια κάθε εξαμήνου. Όμως, παρά τις πρώτες επιτυχίες, η Boundless, εξακολουθεί να είναι σε μεγάλο βαθμό μια νεοσύστατη επιχείρηση. Το σχολείο δεν είναι διαπιστευμένο – αν και βρίσκεται σε διαδικασία διαπίστευσης – και η διοίκηση εξακολουθεί να συναντά δυσκολίες, όπως το πώς να μετρά ποσοτικά την ανάπτυξη των μαθητών και πώς να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των μεγαλύτερων και πιο προχωρημένων μαθητών.

Υπάρχουν επίσης οικονομικά και πολιτιστικά εμπόδια για την ένταξη στο Boundless. Πρώτον, το κόστος για τη συμμετοχή στην εκπαίδευση Boundless αντιστοιχεί σε περίπου 1.600 δολάρια ανά παιδί, το μήνα, και σε 460 δολάρια ανά γονέα, το μήνα, για υπηρεσίες συνεργασίας και θυρωρείου – και αυτό δεν περιλαμβάνει το κόστος στέγασης.

Επιπλέον, υπάρχουν πολιτιστικές και υλικοτεχνικές προκλήσεις για να πάρει κανείς την οικογένειά του και να ζήσει σε όλο τον κόσμο για μήνες κάθε φορά. Το Boundless συμβουλεύει τις οικογένειες σχετικά με το πώς να αποκτήσουν βίζες ψηφιακών νομάδων για τις χώρες που τις προσφέρουν, αλλά η προοπτική της μακροχρόνιας εργασίας στο εξωτερικό μπορεί να αποτελέσει πρόκληση ανάλογα με τη χώρα προέλευσης του ταξιδιώτη. «Τα μεγαλύτερα εμπόδια στο να γίνει κανείς ψηφιακός νομάς είναι τα πεθερικά, οι παππούδες και οι γιαγιάδες και η έλλειψη φαντασίας», δήλωσε ο Andreas Wil Gerdes, ηγέτης του κινήματος worldschooling. «Εδώ και 200 χρόνια, η πλειοψηφία των ανθρώπων ζει σε ένα εργασιοκεντρικό μοντέλο ύπαρξης. Επιτέλους, οι άνθρωποι επιστρέφουν σε ένα μοντέλο με επίκεντρο τη ζωή, αλλά θα χρειαστεί χρόνος για να επικρατήσει».