«Η πολιτική είναι management με πειθώ – Αν καταλήξεις να είσαι ένας πολιτικός των δημοσίων σχέσεων, δεν μπορείς να έχεις ουσιαστικό ρόλο»
Κωστής Χατζηδάκης
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Κωστής Χατζηδάκης, σκιαγραφεί τις καθοριστικές προκλήσεις της επόμενης δεκαπενταετίας. Το οξύ δημογραφικό, την ερήμωση της υπαίθρου, τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, αλλά και τη ριζική επίδραση της τεχνητής νοημοσύνης στην οικονομία, την εργασία και την πολιτική.
Παράλληλα, αναλύει την ανάγκη ενός νέου παραγωγικού μοντέλου, μιας δημοκρατίας που θα ενσωματώνει τη φωνή των νέων και ενός πολιτικού συστήματος που θα ανανεώνεται με θεσμικό θάρρος.
Μια συνέντευξη που θέτει καθαρά το ερώτημα: ποια Ελλάδα θέλουμε να παραδώσουμε το 2040;

– Κύριε Αντιπρόεδρε, σας ευχαριστούμε για τη συμμετοχή σας στο επετειακό αφιέρωμα του Newsbeast, με αφορμή τα 15 χρόνια ανελλιπούς παρουσίας στον χώρο των Μέσων Ενημέρωσης.
Το Newsbeast είναι ένα δυναμικό μέσο ενημέρωσης, μία δυναμική ιστοσελίδα, η οποία συμπληρώνει 15 χρόνια, σαν να είναι χθες που θυμάμαι ότι ξεκίνησε, συμβάλλει στην πολυφωνία και στην ενημέρωση των πολιτών και έχει σίγουρα θετική παρουσία στον χώρο αυτό. Εύχομαι να τα εκατοστίσετε και να προχωρήσετε με δυναμισμό και ενθουσιασμό μπροστά, με σοβαρότητα και εγκυρότητα.
– Κύριε Χατζηδάκη, το 2040 ακούγεται μακρινό, αλλά η πολιτική σχεδιάζεται πάντα με ορίζοντα δεκαετιών. Ποιο είναι, κατά τη γνώμη σας, το βασικό ζητούμενο της πολιτικής σήμερα, ώστε να παραδώσει ένα καλύτερο 2040;
Δύο πράγματα θα έλεγα,για να μην χαθούμε σε σχοινοτενείς τοποθετήσεις. Από τη μία πλευρά να δει τα μεγάλα προβλήματα και τις μεγάλες αλλαγές που έρχονται. Το δημογραφικό είναι ένα από αυτά, η ανάγκη να μην ερημωθεί η ύπαιθρος, η προστασία μας από την κλιματική αλλαγή, η τεχνητή νοημοσύνη και ό,τι αυτή συνεπάγεται. Και από την άλλη πλευρά η πολιτική να μην απομακρυνθεί από αξίες. Δεν ισχυρίζομαι ότι στην πολιτική έχουν μαζευτεί άγιοι πουθενά και σε καμία χώρα. Αλίμονο, όμως, αν δεχθούμε ότι η πολιτική είναι ένας χώρος κυνισμού, δεν πας πουθενά, διότι αυτοί που ηγούνται πρέπει να δίνουν το παράδειγμα με τη στάση τους, για μία πολιτική με αξίες.
– Η πολιτική συχνά κατηγορείται ότι αλλάζει πιο αργά από την κοινωνία. Πώς μπορεί να γίνει πιο ευέλικτη, χωρίς να χάσει τη θεσμική της σταθερότητα;
Η πολιτική είναι management με πειθώ. Αυτή είναι η δυσκολία. Και γι’ αυτό, όταν κάνεις διοίκηση στον δημόσιο τομέα και από ένα κυβερνητικό πόστο, είναι πιο δύσκολο, πιστέψτε με, από το να είσαι ιδιώτης και να κουμαντάρεις απλά και μόνο την επιχείρησή σου. Ωστόσο, αν καταλήξεις να είσαι ένας πολιτικός των δημοσίων σχέσεων, που ξέρει το σωστό και αδιαφορεί, ή είσαι στην πολιτική αλλά δεν ακολουθείς τις σύγχρονες εξελίξεις, τότε δεν μπορείς να έχεις και κάποιον ουσιαστικό ρόλο. Όλοι μπορούμε να συμφωνήσουμε στο πού πρέπει να πάμε; Όχι προφανώς. Ποτέ δεν θα συμφωνήσουμε, αλλά τουλάχιστον χρειαζόμαστε ανθρώπους που να έχουν ανοιχτά τα μάτια τους, να έχουν διεθνείς παραστάσεις και να θέλουν να συμβάλουν δημιουργικά να πάει ο τόπος παρακάτω.

– Είστε χρόνια στην πολιτική και έχετε διατελέσει και υπουργός σε καίριες θέσεις. Βλέπετε σήμερα μια νέα γενιά πολιτικών που μπορεί να σηκώσει το βάρος σε 15 χρόνια; Και ποια χαρακτηριστικά θα πρέπει να έχει αυτή η γενιά;
Μπαίνουν άνθρωποι νέοι στην πολιτική, οι οποίοι φέρνουν πολλές φορές και καινούριες ιδέες. Βλέπω, όμως, να ασχολούνται με την πολιτική και άνθρωποι που απλώς είναι απορριπτικοί. Καλά κάνουν και είναι απορριπτικοί για οτιδήποτε αρνητικό. Αλλά δεν φτάνει ο αρνητισμός, η καταγγελία ούτε και η προβολή εύκολων λύσεων. Εκείνο το οποίο χρειαζόμαστε είναι συμμετοχή, καταγγελία της όποιας καθεστηκυίας αντίληψης που υπάρχει και μας ενοχλεί, αλλά την ίδια στιγμή και κάτι που πράγματι να βελτιώνει τα πράγματα, ιδιαίτερα για τους νέους ανθρώπους.
– Έχετε στο πρόσφατο παρελθόν ταυτιστεί με δύο δύσκολες κατά βάση αποκρατικοποιήσεις ή μεταρρυθμίσεις. Αναφέρομαι στην Ολυμπιακή και στη ΔΕΗ. Με χρονικό ορόσημο το 2040, μπορείτε να υιοθετήσετε δύο προτεραιότητες, δύο ανάλογες μεταρρυθμίσεις, και σε ποιους τομείς;
Έχω ακούσει τα εξ αμάξης και για τη μία μεταρρύθμιση και για την άλλη. Ωστόσο, εξακολουθώ να πιστεύω ότι ήταν χρήσιμες, γιατί μας βοήθησαν να περάσουμε σε μία επόμενη σελίδα. Τώρα, μπροστά μας υπάρχουν αρκετές προκλήσεις και από αυτές θα ξεχωρίσω δύο προβλήματα, ειδικά στην Ελλάδα, που πρέπει να τα δούμε. Το ένα είναι το δημογραφικό, είναι μάλιστα το δεύτερο οξύτερο στην Ευρώπη μετά την Ιταλία, και η κυβέρνηση ολοένα και περισσότερο υιοθετεί καινούριες δέσμες μέτρων ακριβώς για αυτό το πρόβλημα. Και ένα δεύτερο πρόβλημα που εμένα με ανησυχεί είναι το μέλλον ιδιαίτερα της ελληνικής υπαίθρου. Ερημώνουν τα χωριά μας, αλλάζουν οι ισορροπίες στον χάρτη, αυτό έχει και περιβαλλοντική διάσταση και κοινωνική και εθνική. Και είναι για μένα, επίσης, ένα ζήτημα προτεραιότητας.
– Άρα πρέπει πρωτίστως να επενδύσουμε στην παραγωγή.
Στην παραγωγή, στην περιφερειακή ανάπτυξη, στην αντιμετώπιση των ανισοτήτων μεταξύ των μεγάλων πόλεων και της υπαίθρου.

– Η δημόσια συζήτηση στην Ελλάδα συχνά παγιδεύεται ανάμεσα στο δίπολο «κρατισμός» και «νεοφιλελευθερισμός». Πιστεύετε ότι αυτός ο διαχωρισμός έχει νόημα πια σε μια εποχή που το κράτος και η αγορά συνεργάζονται για να αντιμετωπίσουν παγκόσμιες κρίσεις;
Στην Ελλάδα οτιδήποτε δεν μας αρέσει το θεωρούμε νεοφιλελεύθερο. Το μόνο που έχει απομείνει για να κατηγορήσουν κάποιοι ως νεοφιλελεύθερο είναι ο καιρός, όταν έχει καύσωνα ή όταν έχει πολύ κρύο. Θα έλεγα να απλοποιήσουμε τα πράγματα. Αντί να αναζητούμε μαγικές λύσεις, να δούμε τι έχει γίνει στις χώρες που έχουν προχωρήσει μπροστά στην Ευρώπη, στην Αμερική, και να υιοθετούμε πάντα τις καλύτερες πρακτικές. Δεν γίνεται το κράτος να παράγει πλούτο και να καταναλώνει τον πλούτο των ιδιωτών. Βεβαίως έχει μια υποχρέωση το κράτος: να ασκεί ουσιαστική κοινωνική πολιτική. Και για να την ασκήσει, θα πρέπει να έχει μία παραγωγική μηχανή στην οικονομία η οποία να δουλεύει. Αυτό είναι που προσπαθούμε να κάνουμε ως κυβέρνηση. Και αυτής της πολιτικής υπεραμύνομαι σταθερά.
– Ο νεοφιλελευθερισμός συχνά κατηγορείται ότι αποδυναμώνει τη συνοχή των κοινωνιών, ενώ ο κρατισμός ότι στραγγαλίζει την πρωτοβουλία. Ποιο είναι το σημείο ισορροπίας για μια χώρα σαν την Ελλάδα;
Αυτός ο συλλογισμός υπαινίσσεται ότι, εφαρμόζοντας αυτό που ορισμένοι θεωρούν ακραίες φιλελεύθερες πολιτικές, μένουν πίσω κάποιες κατηγορίες συμπολιτών μας. Πρώτον, αυτό δεν είναι ηθικά αποδεκτό από κανέναν και σίγουρα όχι από εμένα και όχι από τη Νέα Δημοκρατία. Δεύτερον, όπως σωστά έχει λεχθεί, ο καλός Σαμαρείτης δεν θα διδασκόταν στα θρησκευτικά, αν δεν είχε πρωτύτερα λεφτά να μοιράσει. Άρα και εδώ δεν θα μπορούσε το κράτος να ασκήσει κοινωνική πολιτική, αν προηγουμένως δεν υπήρχε ανάπτυξη στον τόπο. Τα λεφτά που είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης ότι θα δοθούν -ήδη ξεκίνησαν να δίνονται κάποια, τα υπόλοιπα από τον Ιανουάριο- οι πρωτοβουλίες της ΔΕΘ, βασίζονται σε μεγάλο βαθμό και στο ότι αναπτύσσεται η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια παραπάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Αν δεν ακούσουμε τα νέα παιδιά, θα έχουμε υποστεί διπλή ζημιά. Και για εμάς τους ίδιους, γιατί θα απομονωθούμε, αλλά και τα παιδιά θα ζημιωθούν, με συνέπεια να νιώσουν μεγαλύτερη απογοήτευση και δεν θα δουν αυτό το οποίο θέλουν να ενσωματώνεται όχι μόνο στον πολιτικό λόγο αλλά και στην πολιτική πρακτική
– Επειδή αναφερθήκατε και στη Νέα Δημοκρατία, πώς την οραματίζεστε σε δεκαπέντε χρόνια από τώρα; Μία Νέα Δημοκρατία φιλελεύθερη, μία Νέα Δημοκρατία με βάση τη λαϊκή δεξιά, μία Νέα Δημοκρατία συντηρητική όπως πολλές κοινωνίες στην Ευρώπη;
Μία Νέα Δημοκρατία πλατιά, όπως την οραματίστηκε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όταν την ίδρυσε. Που να καλύπτει από τη δεξιά μέχρι τις παρυφές της σοσιαλδημοκρατίας. Αλλά από την άλλη, τα κόμματα δεν πρέπει να κοιτάνε μόνο προς τα πίσω – ναι πρέπει να κοιτάς σε μεγάλο βαθμό και προς τα πίσω για να εμπνέεσαι, για να μην ξεχνάς τις ρίζες σου και τις αξίες σου. Ο κόσμος, όμως, αλλάζει και μαζί πρέπει να αλλάζουμε και εμείς. Η τεχνητή νοημοσύνη πριν από μία πενταετία δεν υπήρχε στη συζήτηση. Τώρα έχει εισβάλει δυναμικά στη ζωή μας. Αυτό κατά την άποψή μου θα πρέπει να είναι ένα από τα βασικά θέματα των επόμενων εκλογών. Τι έχει να πει ένα κόμμα σήμερα στην Ελλάδα για αυτή την παράμετρο η οποία θα έρθει και θα αλλάξει ριζικά τη ζωή μας, όχι στα επόμενα δέκα χρόνια αλλά στα επόμενα δύο χρόνια. Η Νέα Δημοκρατία προφανώς πρέπει να κοιτάξει μπροστά, να δει την τεχνητή νοημοσύνη, τα μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα, τις επιπτώσεις που υπάρχουν στην κοινωνία όπως το δημογραφικό. Και όλα τα μεγάλα θέματα, προκειμένου να παραμείνει ένα κόμμα χρήσιμο. Και βέβαια, για να είσαι χρήσιμος, θα πρέπει να είσαι πάντα και υπεύθυνος.
– Οι επιχειρήσεις ήδη μετασχηματίζονται μέσω της τεχνητής νοημοσύνης και της πράσινης μετάβασης. Θεωρείτε ότι υπάρχουν αγκυλώσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση υπό αυτές τις συνθήκες ειδικά για τις μικρομεσαίες; Και το λέω αυτό γιατί δεν φαίνεται να υπάρχουν ευρωπαϊκές επιχειρήσεις μεγάλου μεγέθους που να είναι ανταγωνιστικές, όσον αφορά την τεχνητή νοημοσύνη, απέναντι στην Κίνα και στην Αμερική.
Η Ελλάδα έχει πληθώρα μικρομεσαίων επιχειρήσεων και ακόμα περισσότερων μικρών επιχειρήσεων. Αυτό δεν είναι κακό, δείχνει ότι ο Έλληνας συνδέεται με την επιχειρηματικότητα. Και πολλές από αυτές τις επιχειρήσεις εξελίσσονται, μεγαλώνουν και αυτό είναι η επιδίωξή μας. Όμως υπάρχουν δύο παράμετροι που δεν πρέπει να ξεχνάμε. Η μία είναι ότι οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις αυτή τη στιγμή στον κόσμο, στα σημερινά μεγέθη της οικονομίας, είναι συνήθως πιο ανταγωνιστικές. Δεν μπορούμε να το επιβάλλουμε, δίνουμε ισχυρά κίνητρα όμως για συγχωνεύσεις. Η δεύτερη παράμετρος είναι οι τεχνολογικές εξελίξεις. Όχι μόνο οι ψηφιακές αλλά και η τεχνητή νοημοσύνη. Εάν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν προσαρμοστούν το ταχύτερο με τη βοήθεια του κράτους στις εξελίξεις της νέας εποχής, θα έχουν πραγματικά πολύ μεγάλο ζήτημα. Αν εκμεταλλευτούν την τεχνητή νοημοσύνη, μπορεί να είναι ένα σοβαρό όπλο για τις ίδιες, τόσο σε σχέση με τις προμήθειες, όσο και με τις προτιμήσεις των καταναλωτών και με μια σειρά από άλλες παραμέτρους. Πρέπει οι Έλληνες επιχειρηματίες να αντιληφθούν ότι τα πράγματα αλλάζουν και δουλειά δική μας είναι, πέρα από τη ρευστότητα για την οποία συζητάμε συχνά, πέρα από την απλούστευση των αδειοδοτήσεων, να δούμε πώς μπορεί κανείς να αξιοποιήσει τις νέες τεχνολογίες προς αυτή την κατεύθυνση.
– Υπάρχει εθνικό σχέδιο από την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη όσον αφορά την τεχνητή νοημοσύνη;
Και σχέδιο υπάρχει και αναγνωρίζεται από τον ΟΟΣΑ η Ελλάδα ως μία χώρα η οποία έχει κάνει βήματα προς αυτόν τον τομέα και το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης αποφασίστηκε να μετονομαστεί σε υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης και Τεχνητής Νοημοσύνης, χωρίς να είναι μόνο συμβολικού χαρακτήρα αλλά και ουσίας. Γίνονται επίσης πολύ σημαντικά βήματα όπως το AI factory στο Λαύριο, είναι η μεγάλη επένδυση της ΔΕΗ AI Giga factory που επιδιώκει να προωθήσει στη Δυτική Μακεδονία, αλλά υπάρχει και κάτι που δείχνει τις ευκαιρίες που έχουμε ως Ελλάδα σε αυτό το πεδίο, που έχουμε όμως και πάρα πολλούς κινδύνους. Είναι ότι στους εκατό κορυφαίους επιστήμονες στην τεχνητή νοημοσύνη στην Ευρώπη περίπου το ένα δέκατο προέρχονται από την Ελλάδα. Αυτό δείχνει ότι είμαστε ένας λαός που έχουμε έφεση στις νέες τεχνολογίες, έχουμε πολλούς νέους μηχανικούς που ασχολούνται με αυτό το αντικείμενο. Όταν ήμουν υπουργός Οικονομικών με βάση προτάσεις που ήρθαν από την αγορά υιοθετήσαμε φορολογικά κίνητρα, υπεραποσβέσεις για τις start-ups και γενικότερα για τον χώρο της καινοτομίας, κίνητρα που είναι τα πιο προωθημένα σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλίμονο, δεν μπορούμε να κοιτάμε μόνο το πώς μπορούμε να μοιράσουμε το εθνικό εισόδημα, το οποίο, ναι, θα πρέπει να το μοιράσουμε αλλά δίκαια. Βασικά, όμως πρέπει να συμμετέχουμε στην καινούρια επανάσταση που ανοίγεται μπροστά μας και εδώ δεν απαιτούνται τεράστιες επενδύσεις, που απαιτούνταν στη βιομηχανική επανάσταση. Είναι πιο προσαρμοσμένη η καινούρια εποχή στα δεδομένα της Ελλάδας και του λαού της.

– Πώς φαντάζεστε το ελληνικό παραγωγικό μοντέλο σε δεκαπέντε χρόνια από τώρα; Θα εξακολουθούμε να βασιζόμαστε στον τουρισμό και την κατανάλωση ή μπορούμε να μιλάμε για μια πραγματική οικονομία γνώσης;
Στον τουρισμό θα βασιζόμαστε και όλες οι προβλέψεις λένε ότι η Ευρώπη, λόγω της ιστορίας της και του περιβάλλοντός της, θα στηρίζεται σε σημαντικό βαθμό στον τουρισμό. Αλλά προφανώς όχι μόνο σε αυτό. Δεν μπορεί η Ευρώπη να γίνει το ξενοδοχείο της υφηλίου και εμείς να είμαστε ένα σημαντικό κομμάτι αυτού του ξενοδοχείου. Επίσης, η ναυτιλία θα έχει ένα σημαντικό ρόλο να διαδραματίζει. Παράλληλα, όμως, είναι και άλλοι κλάδοι. Και επειδή μιλάμε για το 2040, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι νέες τεχνολογίες θα έχουν μετασχηματίσει τη βιομηχανία, θα έχουν μετασχηματίσει το εμπόριο, θα έχουν μετασχηματίσει γενικότερα ολόκληρη την οικονομία. Και θα είναι ένα όχημα στο οποίο θα πρέπει να ανέβουμε το ταχύτερο δυνατό. Χρειάζεται ένα σχέδιο για την Ελλάδα του 2030 και του 2040, με βάση κυρίως μεγάλες διεθνείς τάσεις που υπάρχουν αυτή την ώρα στον πλανήτη. Θέλουμε σχέδιο για το κλίμα, θέλουμε σχέδιο για το δημογραφικό και άλλα μεγάλα κοινωνικά ζητήματα, θέλουμε σχέδιο για τις νέες τεχνολογίες. Χωρίς να παραγνωρίζουμε άλλα θέματα, όπως είναι η ανάγκη προστασίας των συνόρων της χώρας, μία εξωστρεφής εξωτερική πολιτική, ένα εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο να είναι και αυτό προσαρμοσμένο στις εξελίξεις και ένα σύστημα υγείας το οποίο και αυτό μπορεί να είναι κερδισμένο από όλες αυτές τις τεχνολογικές εξελίξεις.
Σε ένα γεωπολιτικό περιβάλλον που αλλάζει ραγδαία, πώς φαντάζεστε τη θέση της Ελλάδας το 2040; Μπορούμε να είμαστε πρωταγωνιστές σε ενέργεια, ναυτιλία, καινοτομία ή θα παραμείνουμε μια μικρή δύναμη με μεγάλη ιστορία;
Οι Έλληνες έχουμε προσαρμοστεί ιστορικά και για αυτό έχουμε επιβιώσει. Αυτό ισχύει και στον χώρο της ναυτιλίας, ήμασταν παρόντες από τους Μινωίτες μέχρι την εποχή με τις σκούνες και μέχρι σήμερα με τα σύγχρονα σκάφη των Ελλήνων εφοπλιστών. Η προσαρμογή είναι δύναμη και αυτό, τηρουμένων των αναλογιών, χρειάζεται να συμβεί σε όλους τους τομείς της οικονομίας.
– Οι νέοι σήμερα δεν ορίζουν την επιτυχία όπως οι προηγούμενες γενιές – δεν μετριέται μόνο με καριέρα ή περιουσία, αλλά με ελευθερία, ισορροπία, εμπειρίες. Η γενιά Ζ έχει μεγαλώσει με αβεβαιότητα, κλιματικό άγχος και κρίση εμπιστοσύνης προς την πολιτική. Μπορούν οι πολιτικοί να ανταποκριθούν σε αυτή τη νέα αξιακή κλίμακα; Τι μπορεί να προσφέρει στη νέα γενιά σήμερα μια κυβέρνηση, και δεν αναφέρομαι μόνο στη δική σας, που προέρχεται από την «παλιά πολιτική σχολή»;
Αν δεν ακούσουμε τα νέα παιδιά, θα έχουμε υποστεί διπλή ζημιά. Και για εμάς τους ίδιους, γιατί θα απομονωθούμε, αλλά και τα παιδιά θα ζημιωθούν, με συνέπεια να νιώσουν μεγαλύτερη απογοήτευση και δεν θα δουν αυτό το οποίο θέλουν να ενσωματώνεται όχι μόνο στον πολιτικό λόγο αλλά και στην πολιτική πρακτική. Κάθε νέα γενιά, ιστορικά, έρχεται και πάει τον κόσμο παρακάτω. Με τον τρόπο που θέλει, ανάλογα με τις προτεραιότητές της και τις αναγκαιότητες της κάθε εποχής. Όλα αυτά που λέτε τα έχουμε δει και εμείς, οι νέοι συμπολίτες μας, όπως συμβαίνει και σε όλη την Ευρώπη, θέλουν παραπάνω χρόνο εις βάρος πολλές φορές και των χρημάτων. Θέλουν ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, θέλουν περισσότερες ελευθερίες και θέλουν να ακουστούν, γιατί είναι ένα χαρακτηριστικό των νέων σε όλες τις εποχές. Άρα πρέπει να τους ακούσουμε, να προσαρμόσουμε τους νόμους εκεί που είναι αναγκαίο, ιδιαίτερα στα θέματα εργασίας και να ενσωματώσουμε, όσο περισσότερο γίνεται, όχι μόνο τις ιδέες τους αλλά και νέους ανθρώπους μέσα στην πολιτική. Γιατί είναι το οξυγόνο, η ανανέωση της πολιτικής ζωής.
– Θα πάμε σε κοινωνίες των λίγων ή υπάρχει προοπτική για μια νέα στέρεη δημοκρατία;
Επειδή εμείς ζούμε εδώ και 51 χρόνια σε δημοκρατικό καθεστώς μετά την πτώση της χούντας, σταδιακά δεν συνειδητοποιούμε την αξία της δημοκρατίας και των ατομικών ελευθεριών. Ωστόσο, αυτό είναι η βάση όπου στηρίζεται η προσωπική και κοινωνική ανάπτυξη και πρόοδος. Επομένως, σε κάθε περίπτωση πρέπει να δούμε πώς θα στηρίξουμε τη δημοκρατία μας και αυτό δεν είναι ένα γράμμα κενό. Παλαιότερα υπήρχαν ολοκληρωτικά καθεστώτα. Ο ναζισμός, ο κομμουνισμός όπως εκφράστηκε στα ανατολικά καθεστώτα, όλα αυτά όμως κατέρρευσαν. Σήμερα υπάρχουν καινούριες απειλές, άλλα καθεστώτα ολοκληρωτικά, είτε οι ακραίοι λαϊκιστές που σε σύνθετα προβλήματα σπεύδουν να παρουσιάσουν πολύ απλουστευτικές λύσεις. Σε καμία περίπτωση δεν χρειάζεται φοβισμένα να προσχωρήσει κάποιος σε λαϊκίστικα συνθήματα και λαϊκίστικες λύσεις οι οποίες είναι βλαπτικές. Αυτό που χρειάζεται είναι μια συνεχής ανανέωση του πολιτικού συστήματος. Όταν γύρισε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής από το Παρίσι το 1974, δεν επανέφερε την Ελλάδα εκεί που την άφησε το 1963. Υιοθέτησε καινούριους θεσμούς που προέκυψαν μέσα από την πείρα των ετών που είχαν μεσολαβήσει και από τα παθήματα της δικτατορίας. Και τώρα, όλα τα πολιτικά κόμματα μπορούμε να βρούμε κοινούς παρονομαστές στην καινούρια συνταγματική αναθεώρηση που θα προωθηθεί από το 2026 ενόψει των εκλογών του 2027. Να δούμε τι μας λένε οι νέοι άνθρωποι, ποια είναι ζητήματα που έχουμε δει ότι προκύπτουν και που μέσα από το Σύνταγμα υπάρχουν εμπόδια με τον έναν και τον άλλον τρόπο, για να γίνουν οι καινούριες πολιτικές πραγματικότητα και να κάνουμε τα συγκεκριμένα ανοίγματα στη κοινωνία. Για παράδειγμα, θεωρούμε σήμερα με αυτά τα δεδομένα ότι δεν θα έπρεπε να έχουμε θεσμοθετήσει την αξιολόγηση στον δημόσιο τομέα; Χρειαζόμαστε τη μονιμότητα στον δημόσιο τομέα έτσι όπως την έχουμε συνηθίσει; Ή θα πρέπει να το σκεφτούμε διαφορετικά; Εμείς, οι πολιτικοί, τον νόμο περί ευθύνης υπουργών τον θέλουμε έτσι όπως είναι ή πρέπει να τον αλλάξουμε σε μία διαφορετική κατεύθυνση; Το πρόβλημα στην πολιτική αφορά και τους ανθρώπους και τους θεσμούς. Αν συγκρίνουμε το Σύνταγμα μίας σκανδιναβικής χώρας με μία χώρα των Βαλκανίων που δεν έχει μπει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα δείτε ότι δεν υπάρχουν τόσο μεγάλες διαφορές. Οι άνθρωποι, και αυτοί που ασχολούνται με την πολιτική, κάνουν όμως τις διαφορές. Άρα χρειαζόμαστε θεσμούς αλλά και ανθρώπους που να πιστεύουν στους θεσμούς, που να μη λένε μεγάλα λόγια και που να είναι αποφασισμένοι να κάνουν πράξη το νέο.
– Μπορεί η δημοκρατία να εκφράσει τη σημερινή γενιά που ζει στο TikTok και στους αλγορίθμους; Χρειάζεται μια επανεφεύρεση ή μια πολιτική συμμετοχή;
Αυτό είναι καίριο ερώτημα. Διότι το ίντερνετ και τα social media και οι νέες τεχνολογίες αλλάζουν τα πράγματα στην έκφρασή μας, αλλά επηρεάζουν άμεσα και την πολιτική. Νομίζω ότι σε αυτό το πλαίσιο θα έπρεπε κανείς να σκεφτεί διαδικασίες συμμετοχικές. Περισσότερες από αυτές που υπάρχουν μέχρι σήμερα. Και οι οποίες θα ενθάρρυναν νέους ανθρώπους να μπούνε στα πράγματα περισσότερο από ό,τι είναι σήμερα. Μια ιδέα θα μπορούσε να είναι και οι ηλεκτρονικές ψηφοφορίες για ζητήματα τοπικού ή ευρύτερου ενδιαφέροντος.
– Να σας κάνω μία υποθετική ερώτηση. Το 2040 ο Κωστής Χατζηδάκης θα είναι πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας; Θα είναι υπουργός ή θα έχει αφήσει την ενεργό πολιτική δράση;
Δεν ξέρω ποια θα είναι η εξέλιξη των πολιτικών πραγμάτων, δεν υπάρχει κανείς στην πολιτική που να μην έχει φιλοδοξίες. Σίγουρα όμως ξέρω την τεράστια σημασία που έχει η ψυχική γαλήνη, το να κοιμάσαι ήσυχος το βράδυ, αισθανόμενος ότι έκανες αυτό το οποίο επιτάσσει η συνείδησή σου και επίσης γνωρίζω πια και τη ζεστασιά που δίνει η οικογένεια. Επομένως η ζωή μου δεν είναι μόνο η πολιτική και οι φιλοδοξίες. Όλα τα άλλα είναι που σε κάνουν να αισθάνεσαι περισσότερο άνθρωπος.

– Αν βάλουμε σήμερα ένα προσωπικό μήνυμα σε μια χρονοκάψουλα ώστε να ανοιχτεί το 2040, τι θα θέλατε να πείτε στον Κωστή μετά από 15 χρόνια;
Κοιτάζοντας πίσω, επειδή ένα πολύ μεγάλο κομμάτι το έχω αφιερώσει στην πολιτική, θα ήθελα να είμαι σίγουρος, παρότι μπορεί πρόσκαιρα να δυσαρέστησα κάποιους, εφαρμόζοντας την Α ή τη Β λύση που ενδεχομένως να μην άρεσε, ότι εγώ έκανα το σωστό και βοήθησα με τις δικές μου δυνάμεις η Ελλάδα να ανέβει ψηλότερα. Αυτό ήθελα από τότε που ήμουν πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ και ως ευρωβουλευτής οραματιζόμουν μία Ελλάδα της Ευρώπης, που θα έχει ξεπεράσει χρόνιες παθογένειες και σε αυτό θέλω να συμβάλω. Αν ήθελα να είμαι απλώς βουλευτής των γάμων και των μνημοσύνων, αυτό θα ήταν απλούστερο και δεν θα είχε τις καθημερινές στεναχώριες. Όταν όμως αποφασίζεις να ασχοληθείς με την πολιτική και να αφιερώσεις τον εαυτό σου, κοίταξε τουλάχιστον να αφήσεις και κάτι χρήσιμο πίσω σου.