Σήμερα γνωρίζουμε σίγουρα ότι η αρτηριακή πίεση στο 95% των περιπτώσεων δεν έχει σαφή παθολογική αιτία. Το πρόβλημα φαίνεται ότι βρίσκεται στον καθημερινό τρόπο ζωής: στις καθημερινές συνήθειες, στα ψυχοσωματικά stress, στη διατροφή και ενδεχομένως σε πολλούς άγνωστους παράγοντες της καθημερινότητας. Ο απλός κόσμος μιλά για νευροπίεση και εννοεί όλα αυτά μαζί.

Η αυξημένη πίεση κάποτε ήταν συνήθης αιτία στην οποία αποδίδονταν όλα τα καρδιαγγειακά προβλήματα και ειδικότερα τα εγκεφαλικά επεισόδια. Ήταν η εποχή που τα φάρμακα που την αντιμετώπιζαν ήταν ελάχιστα και αναποτελεσματικά. Σήμερα ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις εκείνες που δεν αντιμετωπίζονται εύκολα με φάρμακα.

Είναι αξιοσημείωτο ότι ο πρόεδρος της Αμερικής κατά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ, έπασχε από υπερτασική εγκεφαλοπάθεια, καθώς η πίεσή του ανέβαινε πάνω από το 25 (250 mmHg).

Για να την αντιμετωπίσουν, χρησιμοποιούσαν αναισθητικά φάρμακα, αφού τότε δεν υπήρχαν τα σύγχρονα αντιυπερτασικά, δηλαδή τον νάρκωναν. Ευτυχώς σήμερα δεν υπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις, δεδομένου ότι τα σύγχρονα αντιυπερτασικά φάρμακα είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικά.

Σήμερα η θεραπεία της υπέρτασης αρχίζει πρώτα από την αντιμετώπιση των λεγόμενων προδιαθεσικών παραγόντων. Προτού δηλαδή ο υπερτασικός πάρει οποιοδήποτε φάρμακο, πρέπει να ακολουθήσει την ανάλογη δίαιτα, να χάσει το επιπλέον βάρος, να κινείται κανονικά και να γυμνάζεται.

Προδιαθεσικοί είναι οι παράγοντες εκείνοι που σκληραίνουν τα τοιχώματα των αρτηριών και προκαλούν βλάβες στον εσωτερικό τους χιτώνα, το λεγόμενο ενδοθήλιο. Έτσι, σιγά σιγά οι αρτηρίες χάνουν την ελαστικότητά τους και επιτρέπουν, μέσα από τα ρήγματα που δημιουργούνται στο εσωτερικό του τοιχώματός τους, να εισέρχονται τα μόρια τη κακής χοληστερόλης (LDL) και να δημιουργείται η αθηροσκληρωτική πλάκα, η οποία είναι η αρχή όλων των δεινών (εγκεφαλικά, εμφράγματα).

Μέσα στο πλαίσιο της διατροφής των υπερτασικών που αναμφισβήτητα έχουν ιδιαίτερη σημασία, μετά το αλάτι, ένα προς ένα τα συστατικά της διατροφής διερευνώνται από τους ερευνητές. Έτσι, θα ήταν αδύνατο να μη διερευνηθεί και ο ρόλος της ζάχαρης.

Είναι γνωστό ότι η ζάχαρη, που αποτελεί βασικό συστατικό κάθε γλυκού, προκαλεί αυξημένη έκκριση της ινσουλίνης, η οποία με τη σειρά της προκαλεί αύξηση της αδρεναλίνης, η οποία σε μεγάλες ποσότητες μπορεί να προκαλέσει μεταβολή του τόνου των αρτηριών και να παρατηρηθεί αύξηση της πίεσης.

Όμως κατά πόσο τα ηδύποτα (ποτά που περιέχουν ζάχαρη) μπορεί να προκαλέσουν σταθερή αύξηση της πίεσης είναι ένα θέμα προς συζήτηση.

Πρόσφατα δημοσιεύθηκε μια μελέτη στο εξειδικευμένο περιοδικό για την πίεση, το «Hypertension» που πραγματοποιήθηκε σε 2.500 άτομα. Η μελέτη απέδειξε ότι τα άτομα αυτά έπιναν σταθερά πάνω από 350 ml ποτών που περιείχαν ζάχαρη παρουσίαζαν συγκριτικά αύξηση της πίεσης τους σε σχέση με τα άτομα που έπιναν αντίστοιχα ποτά χωρίς ζάχαρη.

Το μήνυμα αυτής της μελέτης δεν θα πρέπει να παρεξηγηθεί. Αλίμονο αν οι άνθρωποι πάψουν να τρώνε γλυκά, να πίνουν χυμούς ή αναψυκτικά. Όμως θα πρέπει να γνωρίζουν ότι η αυξημένη κατανάλωση γλυκών, σε συνδυασμό μάλιστα με αλμυρά φαγητά που περιέχουν αυξημένη ποσότητα αλατιού, αναμφισβήτητα δημιουργεί προϋποθέσεις αύξησης της πίεσης.

Άλλωστε είναι γνωστό ότι η αυξημένη ποσότητα ζάχαρης οδηγεί στην παχυσαρκία που και αυτή με τη σειρά της προάγει την υπέρταση.

Εύλογα, κατά συνέπεια, ο απλός άνθρωπος διερωτάται: «Να μην καπνίζω, να μην πίνω αλκοολούχα ποτά, να μην τρώω αλμυρά, να μην τρώω γλυκά, να μην πίνω ούτε ηδύποτα;» Η απάντηση σαφώς είναι διαφορετική για κάθε ένα από αυτά. Ειδικότερα όμως όσον αφορά τα γλυκά, μόνο η σταθερή υπερκατανάλωση μπορεί να βλάψει. Πρακτικό συμπέρασμα: όχι στην καθημερινή μεγάλη κατανάλωση ποτών που περιέχουν ζάχαρη.

Πηγή: mednutrition