Το 1971, ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον κήρυξε «πόλεμο κατά του καρκίνου». Δύο χρόνια νωρίτερα, το πρόγραμμα Απόλλων είχε ενώσει την κρατική και επιστημονική ισχύ για να στείλει ανθρώπους στη Σελήνη, γεννώντας ελπίδες για ανάλογες νίκες και στην ιατρική. Ορισμένοι γιατροί μάλιστα μιλούσαν τότε για θεραπεία του καρκίνου μέσα σε λίγα χρόνια. Έτσι ξεκινά δημοσίευμα του Economist με τον τίτλο «Ο κόσμος κερδίζει τον πόλεμο κατά του καρκίνου», το οποίο αναφέρεται στις σύγχρονες επιτυχίες στη μάχη κατά της ασθένειας.
Αυτοί οι υπολογισμοί αποδείχθηκαν λανθασμένοι, σημειώνει ο Economist. Σήμερα, κάθε ενήλικας είτε έχει νοσήσει από καρκίνο, είτε γνωρίζει κάποιον που έχει νοσήσει. Στις ανεπτυγμένες χώρες, οι μισοί άνδρες και το ένα τρίτο των γυναικών αναμένεται να νοσήσουν κάποια στιγμή. Στις ΗΠΑ, που ο καρκίνος είναι η δεύτερη συχνότερη αιτία θανάτου μετά τα καρδιαγγειακά, περίπου 600.000 άνθρωποι πεθαίνουν ετησίως από αυτόν. Παγκοσμίως, ευθύνεται για έναν στους έξι θανάτους. Αν λοιπόν το κριτήριο επιτυχίας ήταν μια θεραπεία μέσα σε μία ή δύο δεκαετίες (ή ακόμα και σε τέσσερις), τότε θα μπορούσε εύκολα να πει κανείς πως ο πόλεμος χάθηκε.
Στην πραγματικότητα όμως, τα πράγματα είναι πολύ πιο αισιόδοξα απ’ όσο πιστεύουν πολλοί. Τα δεδομένα δείχνουν σαφή πρόοδο, η οποία μάλιστα συνεχίζεται σταθερά. Ο καρκίνος συνδέεται άμεσα με την ηλικία. Αν απομονώσουμε την επίδραση του αυξημένου προσδόκιμου ζωής, διαπιστώνουμε πως στις ανεπτυγμένες χώρες η δεκαετία του 1990 αποτέλεσε σημείο καμπής: από τότε, ο ηλικιακά προσαρμοσμένος δείκτης θανάτου από καρκίνο μειώνεται αργά αλλά σταθερά κάθε χρόνο. Στις ΗΠΑ, είναι πλέον κατά ένα τρίτο χαμηλότερος σε σχέση με τη δεκαετία του ’90. Παρόμοια τάση παρατηρείται και σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες.
Ο «κεραυνοβόλος πόλεμος» που ήλπιζαν κάποιοι επιστήμονες εξελίχθηκε τελικά σε έναν επίμονο, αλλά επιτυχημένο, πόλεμο φθοράς, σημειώνει ο Economist. Ορισμένες νίκες υπήρξαν εντυπωσιακές: η παιδική λευχαιμία, που παλαιότερα ισοδυναμούσε σχεδόν με θανατική καταδίκη, σήμερα έχει ποσοστά πενταετούς επιβίωσης άνω του 90%. Ωστόσο, επειδή ο καρκίνος δεν είναι μία νόσος αλλά μια ολόκληρη κατηγορία, η πρόοδος έχει προέλθει κυρίως όχι από «θεαματικά άλματα» αλλά από χιλιάδες μικρότερες βελτιώσεις σε έγκαιρη διάγνωση, χειρουργική και φαρμακοθεραπεία.
Τρεις βασικές κατευθύνσεις
Η περαιτέρω πρόοδος αναμένεται να προέλθει από τρεις βασικές κατευθύνσεις, σύμφωνα με το δημοσίευμα:
Επέκταση πρακτικών πρόληψης παγκοσμίως
Η πρόληψη είναι μια από τις πιο υποτιμημένες αλλά ουσιαστικές επιτυχίες στην αντιμετώπιση του καρκίνου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η μείωση του καπνίσματος στις πλούσιες χώρες, που εκτιμάται ότι έχει αποτρέψει πάνω από 3 εκατομμύρια θανάτους στις ΗΠΑ από το 1975. Επειδή το κάπνισμα εξακολουθεί να ευθύνεται για έναν στους πέντε θανάτους από καρκίνο παγκοσμίως, οι αντικαπνιστικές καμπάνιες σε φτωχότερες χώρες μπορούν να προσφέρουν τεράστια οφέλη.
Φθηνότερα φάρμακα και αυξημένη πρόσβαση
Ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας, ένας από τους πιο συχνούς στις γυναίκες, σχετίζεται σχεδόν αποκλειστικά με τον ιό HPV. Το 2008, η Βρετανία ξεκίνησε πρόγραμμα εμβολιασμού εφήβων κοριτσιών, και σήμερα τα περιστατικά στις γυναίκες 20–29 ετών έχουν μειωθεί κατά 90%. Ένα φθηνότερο εμβόλιο από την Ινδία επιτρέπει αντίστοιχες καμπάνιες σε αναπτυσσόμενες χώρες.
Εφαρμογή νέας επιστήμης στην κλινική πράξη
Η νέα εποχή στην καταπολέμηση του καρκίνου περιλαμβάνει τον εντοπισμό όσων κινδυνεύουν περισσότερο και την έγκαιρη παρέμβαση. Υπάρχουν πλέον γενετικοί δείκτες, όπως το γονίδιο BRCA-1, που αυξάνουν τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού ή του προστάτη. Παρόλα αυτά, λιγότεροι από τους μισούς ασθενείς έχουν γνωστό παράγοντα κινδύνου. Έρευνες εστιάζουν στον εντοπισμό προκαρκινικών κυττάρων, ώστε να αντιμετωπίζονται πριν εξελιχθούν σε καρκίνο. Νέοι βιοδείκτες σε αίμα ή αναπνοή, και η κατανόηση της αλληλεπίδρασης γονιδίων και περιβάλλοντος, ανοίγουν τον δρόμο για στοχευμένες παρεμβάσεις.
Ταυτόχρονα, οι γιατροί μπορούν να χρησιμοποιούν ένα συνεχώς διευρυνόμενο φαρμακευτικό οπλοστάσιο:
Η ασπιρίνη μειώνει τον κίνδυνο καρκίνου του εντέρου σε άτομα με σύνδρομο Lynch, μια γενετική διαταραχή που προδιαθέτει τους πάσχοντες σε ορισμένους τύπους καρκίνου.
Η μετφορμίνη, ένα φθηνό φάρμακο για τον διαβήτη, μειώνει την πιθανότητα υποτροπής σε ορισμένες γυναίκες με καρκίνο του μαστού.
Νεότερες θεραπείες όπως τα GLP-1 (π.χ. Ozempic) δείχνουν επίσης ενθαρρυντικά αποτελέσματα.
Επιπλέον, μια πολλά υποσχόμενη κατηγορία θεραπείας είναι η ανοσοθεραπεία: η ενεργοποίηση του ίδιου του ανοσοποιητικού συστήματος για να επιτεθεί σε καρκινικά κύτταρα. Υπό δοκιμή βρίσκονται εμβόλια, γενετικά προσαρμοσμένα σε κάθε ασθενή, που στοχεύουν ήδη υπάρχοντες καρκίνους, καθώς και «προληπτικά» εμβόλια που εντοπίζουν και καταστρέφουν προκαρκινικά κύτταρα, π.χ. για τον καρκίνο του μαστού ή του παχέος εντέρου.
Η πρόοδος συνεχίζεται – αλλά αθόρυβα
Τα καλά νέα συχνά περνούν απαρατήρητα, ειδικά όταν δεν είναι θεαματικά, σημειώνει ο Economicst. Αυτό συμβαίνει και με τον πόλεμο κατά του καρκίνου. Φυσικά, τα προβλήματα παραμένουν: οι θεραπείες είναι ακριβές, οι φαρμακευτικές εταιρείες φοβούνται αγωγές για παρενέργειες σε ασθενείς που ακόμη δεν νοσούν, ενώ η κυβέρνηση Τραμπ σχεδιάζει περικοπές στη χρηματοδότηση του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου, κάτι που αποθαρρύνει νέους ερευνητές. Ωστόσο, το κόστος θα μειωθεί, οι θεραπείες θα κυκλοφορήσουν, και η έρευνα συνεχίζεται – ιδίως στην Ευρώπη και την Κίνα, η οποία πλέον ξεπερνά τις ΗΠΑ σε δημοσιεύσεις για τον καρκίνο.
Και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, ο ηλικιακά προσαρμοσμένος δείκτης θανάτου από καρκίνο θα συνεχίσει να μειώνεται, χρόνο με τον χρόνο, καταλήγει το δημοσίευμα.