Κατά τη διάρκεια της εξοδίου ακολουθίας του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου Β’ που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Δευτέρα στον ιερό μητροπολιτικό ναό Αθηνών, είχαν τοποθετηθεί μπροστά και πάνω στο φέρετρο του έκπτωτου μονάρχη τα παράσημά του, το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο που είχε κατακτήσει το 1960, τα βασιλικά διακριτικά της στολής του και το σκήπτρο με το αρχίγραμμά του. Έλειπε όμως κάτι πολύ βασικό που κανείς δεν ανέφερε και κανείς δεν εντόπισε: το στέμμα!

Πού βρισκόταν το βασιλικό στέμμα; Η απάντηση είναι πως κανείς δεν ξέρει!

Η κορώνα αγνοείται εδώ και δεκαετίες. Στο ελληνικό κράτος δεν έχει περιέλθει και ο αμέσως πιθανότερος κάτοχος είναι βέβαια η πρώην βασιλική οικογένεια. Θεωρητικά εάν την είχε θα έπρεπε να την εμφάνιζε τιμητικά στην κηδεία του Κωνσταντίνου. Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη – εκτός εάν την κατέχει και δεν θέλει να την επιδείξει.

Η ιστορία ξεκινάει από το μακρινό 1802

Η εξαφανισμένη ελληνική βασιλική κορώνα που κατασκευάστηκε στο Παρίσι το 1835

Το Newsbeast αναζήτησε τα ίχνη της μέσα από διάφορες πηγές. Η ιστορία που κρύβεται πίσω από το ελληνικό στέμμα, το βασικότερο έμβλημα του βασιλικού θεσμού μαζί με το σκήπτρο και το ξίφος, είναι άκρως ενδιαφέρουσα. Ξεκινάει από το μακρινό 1802 όταν τα μέλη του βαυαρικού οίκου των Βίτελσμπαχ (από τον οποίο θα προέλθει λίγα χρόνια αργότερα ο πρώτος μονάρχης του ελληνικού κράτους, ο Όθωνας Α’) προβιβάζονται χάρις στον Μέγα Ναπολέων από δούκες σε βασιλείς. Για τις ανάγκες αυτής της αναβάθμισης παραγγέλνονται στο Παρίσι στέμμα, σκήπτρο και ξίφος. Όταν ο οίκος μετά το βασίλειο της Βαυαρίας αποκτά και δεύτερο, αυτός της Ελλάδας, παρήγγειλε και πάλι στο Παρίσι την κατασκευή ενός δεύτερου σετ χρυσού στέμματος, σκήπτρου και ξίφους για τις ανάγκες της στέψης του νεαρού πρίγκιπα Όθωνα.

Κατασκευάστηκε σε ατελιέ χρυσοχοΐας του Παρισιού

Στυγμιότυπο από την τελετή παράδοσης του στέμματος, του σκήπτρου και του ξίφους του Όθωνα, στον βασιλιά Παύλο, το 1959, παρουσία του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή

Την κατασκευή της ανοικτής τοξωτής κορώνας και του σκήπτρου ανέλαβε το ατελιέ χρυσοχοΐας Fossin et Fils, που ασχολείτο και με τη δημιουργία κοσμημάτων, ενώ το βασιλικό ξίφος φτιάχτηκε από τον χαρακτηριζόμενο ως προμηθευτή όπλων του Όθωνα, ξιφοποιό και κατασκευαστή όπλων πολυτελείας, Jules Manceaux. Ωστόσο το σετ για μια σειρά από λόγους δεν συνέπεσε με τη στέψη του 20χρονου μονάρχη που πραγματοποιήθηκε με την ενηλικίωσή του, την 1η Ιουνίου 1835, κι έτσι δεν τα χρησιμοποίησε ο πρώτος βασιλιάς της Ελλάδος.

Όταν εκδιώχθηκε από τη χώρα μας τον Οκτώβριο του 1862 επιστρέφοντας «εις την γήν της γεννήσεώς του», όπως ανέφερε ο ίδιος, πήρε μαζί και το στέμμα μαζί με το σκήπτρο και το ξίφος, καθώς δεν παραιτήθηκε ποτέ επίσημα από τον θρόνο. Κατά συνέπεια το σετ παρέμεινε στον οίκο των Βίτελσμπαχ, στη Βαυαρία.

Ιστοριοδίφης εντοπίζει το στέμμα στον πύργο Hohenschwangau του Μονάχου

Το σκήπτρο (αριστερά) και το βασιλικό ξίφος του Όθωνα, των οποίων ο τόπος φύλαξης παραμένει άγνωστος

Περνούν τα χρόνια και αρχές της δεκαετίας του 1950 ο ιστοριοδίφης και λογοτέχνης Νύσης (Διονύσης) Μεταξάς – Μεσσηνέζης, απόγονος του Λέοντος Μεσσηνέζη που ήταν ένας από τους μετόχους και ιδρυτές της Εθνικής Τράπεζας, μεταβαίνει στη Βαυαρία με την οικονομική στήριξη του Ιστορικού Αρχείου και του Τμήματος Μελετών της Εθνικής Τράπεζας με σκοπό να εντοπίσει στα Μυστικά Βασιλικά Αρχεία του κρατιδίου, την αλληλογραφία του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου Α΄με τον γιο του, βασιλιά της Ελλάδος, Όθωνα Α’. Κατά την παραμονή του στη Γερμανία, θα εντοπίσει και το στέμμα, με το σκήπτρο και το ξίφος, τα οποία φυλάσσονταν στον πύργο Hohenschwangau του Μονάχου.

Ζητείται η επιστροφή της κορώνας στην Αθήνα

Ο βασιλιάς Όθων Α’ της Ελλάδος

Το 1956 βασιλιάς στην Ελλάδα είναι ο προερχόμενος από τον δανογερμανικό οίκο των Γκλύξμπουργκ (ο δεύτερος από τους οίκους που βασίλευσαν στην Ελλάδα) Παύλος Α’, πατέρας του Κωνσταντίνου Β’ που κηδεύτηκε την περασμένη Δευτέρα. Ο Παύλος εκδήλωσε την επιθυμία να επιστραφούν τα βασιλικά διάσημα στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 1959, με αφορμή την πανηγυρική τελετή που θα γινόταν στα Ανάκτορα για τη συμπλήρωση 125 ετών από την επίσημη είσοδο του Όθωνα στην πόλη και την ανακήρυξή της ως πρωτεύουσας του ελληνικού κράτους.

Ακολουθεί μια μακρά αλληλογραφία μεταξύ του πρέσβη μας στη Βόννη Θωμά Υψηλάντη, του Υπουργείου Εξωτερικών υπό τον Ευάγγελο Αβέρωφ και του δούκα της Βαυαρίας Αλβέρτου που τελικά δίνει τη συγκατάθεσή του κι έτσι η κορώνα, το σκήπτρο και το ξίφος φθάνουν το απόγευμα της 18ης Δεκεμβρίου 1959 στην Αθήνα με πτήση της Lufthansa συνοδευόμενα από τον πρίγκιπα Max (Μαξιμιλιανό) Emanuel της Βαυαρίας και τον διευθυντή εθιμοτυπίας της κυβέρνησης του κρατιδίου, βαρώνο Von Brand.

Τα ανταλλάγματα από το ελληνικό κράτος που δεν δόθηκαν ποτέ

Ο πατέρας του Όθωνα, βασιλιάς Λουδοβίκος Α’ της Βαυαρίας με το δικό του στέμμα και σκήπτρο

Ως αντάλλαγμα ο βαυαρικός βασιλικός οίκος των Βίττελσμπαχ ζήτησε να παραλάβει τυχόν οικογενειακά κειμήλια του Όθωνα και της συζύγου του Αμαλίας, ελλείψει δε τοιούτων «την ίδρυσιν ελληνοβαυαρικής εταιρείας ή οργανώσεως ασχολουμένης με τας ελληνοβαυαρικάς σχέσεις». Τελικά εμείς πήραμε το στέμμα, το σκήπτρο και το ξίφος αλλά πρακτικά δεν δώσαμε σχεδόν τίποτα. Η ελληνική κυβέρνηση διεμήνυσε ότι δεν υπάρχουν οικογενειακά κειμήλια για να δοθούν και ότι «λόγω των νομοθετικών και άλλων δυσχερειών» επί του παρόντος δεν θα μπορούσε να προχωρήσει η ίδρυση ελληνοβαυαρικής εταιρείας ή παρεμφερούς οργάνωσης. Το μόνο που κάναμε για να ικανοποιήσουμε τους Βαυαρούς ήταν να εκδώσει η Εθνική Τράπεζα, εκτός από την ελληνική γλώσσα, και στα γερμανικά, την απόρρητη αλληλογραφία μεταξύ του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου Α’ με τον γιο του, βασιλιά της Ελλάδος, Όθωνα Α’ για την ίδρυση του πρώτου χρηματοπιστωτικού ιδρύματος στη χώρα μας.

Οι γιοι του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου τοποθετούν τα παράσημά του λίγο πριν την κηδεία στη Μητρόπολη Αθηνών

1959: Τα βασιλικά διάσημα παραδίδονται από τον οίκο των Βίττελσμπαχ στον βασιλιά Παύλο
Τα τρία πολύτιμα βασικά διάσημα του Όθωνα, κορώνα, σκήπτρο και ξίφος, παραδόθηκαν τελικά στον βασιλιά Παύλο με επίσημη τελετή που πραγματοποιήθηκε στα Ανάκτορα την 20ή Δεκεμβρίου 1959, υπό την παρουσία του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή και των μελών Υπουργικού Συμβουλίου. Περνούν λοιπόν από τον οίκο των Βίττελσμπαχ στον οίκο των Γκλύξμπουργκ και φυλάσσονται στο Παλάτι (το νυν Προεδρικό Μέγαρο, στην οδό Ηρώδου Αττικού).

Το μόνο στέμμα που εμφανίστηκε στην κηδεία του Κωνσταντίνου ήταν αυτό που ήταν αποτυπωμένο στη σημαία με το οικόσημο της βασιλείας των Γκλύξμπουργκ στην Ελλάδα

«Από το 1967 η τύχη τους αγνοείται» είχε γράψει πριν από χρόνια σε σχετικό δημοσίευμα ο καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργος Μαυρογορδάτος («Εφημερίδα των Συντακτών», 16-17 Ιουλίου 2016). Ενδεχομένως να τα πήρε μαζί της η βασιλική οικογένεια διαφεύγοντας στη Ρώμη, μετά το αποτυχημένο Αντικίνημα της 13ης Δεκεμβρίου 1967 (όταν ο τότε βασιλιάς Κωνσταντίνος Β’ επιχείρησε να ανατρέψει χωρίς αποτέλεσμα τη Χούντα των Συνταγματαρχών).

Μετέφερε ο τέως τα κειμήλια εκτός Ελλάδος;

Ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος Β’

Από την πλευρά της πάντως η τέως επικεφαλής της Διεύθυνσης Ιστορικών Αρχείων του Υπουργείου Εξωτερικών και πρεσβευτής επί τιμή Φωτεινή Τομαή είχε γράψει στο «Βήμα της Κυριακής» (8 Νοεμβρίου 2009) πως το στέμμα, το σκήπτρο και το σπαθί του Όθωνα «φυλάσσονταν στα ανάκτορα της Αθήνας και μετά τη μεταπολίτευση στο Τατόι. Ο Κωνσταντίνος με τον διακανονισμό που έγινε για τη βασιλική περιουσία, τα μετέφερε εκτός Ελλάδος. Ο βασιλιάς Παύλος παρέλαβε τα εμβλήματα και ο τότε διάδοχος Κωνσταντίνος τα οικειοποιήθηκε».

Θεωρητικά όμως, ακόμη και έτσι να συμβαίνει, τουλάχιστον το στέμμα θα έπρεπε να εμφανιστεί στην κηδεία του τέως μονάρχη προ ημερών. Εκτός εάν βρίσκονται στην κατοχή της οικογένειας και δεν εμφανίστηκαν για να μην εγείρει αξιώσεις επ’ αυτών το ελληνικό κράτος. Εικασίες κάνουμε…

«Άγνωστος τόπος φύλαξης»

Τα παράσημα και το σκήπτρο του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου που εκτέθηκαν κατά τη διάρκεια της κηδείας του

Αξίζει να σημειωθεί τέλος, ότι το 1999 πραγματοποιήθηκε στο Μόναχο, στο Βαυαρικό Εθνικό Μουσείο, μια έκθεση με τίτλο «Η Νέα Ελλάς, Έλληνες και Βαυαροί την εποχή του Λουδοβίκου Α’» που ακολούθως μεταφέρθηκε στην Εθνική Πινακοθήκη της χώρας μας με τον πολύ πιο πεζό τίτλο «Αθήνα – Μόναχο».

Στον πολυσέλιδο κατάλογο αυτής της έκθεσης υπήρχαν και τρεις ασπρόμαυρες φωτογραφίες, η μια εκ των οποίων έδειχνε το στέμμα, η άλλη το σκήπτρο και η τρίτη το ξίφος, όλες με την ασυνήθιστη ένδειξη ότι είναι «άγνωστος ο τόπος φύλαξής τους».