Τους φακέλους με παλιές και φρέσκες υποθέσεις φορολογίας κεφαλαίου, δηλαδή μεταβιβάσεων ακινήτων, γονικών παροχών, δωρεών και κληρονομιών βγάζουν από τα συρτάρια τους οι ελεγκτές της ΑΑΔΕ.

Οι  έλεγχοι θα είναι απολύτως στοχευμένοι. Στο στόχαστρο μπαίνουν 2.500 υποθέσεις φορολογίας κεφαλαίου που αφορούν σε μη ετήσιες υποχρεώσεις. Στο κάδρο επομένως δεν μπαίνει ο ΕΝΦΙΑ, αλλά υποθέσεις που σχετίζονται με αγοραπωλησίες ακινήτων, κληρονομιές και δωρεές, με την ΑΑΔΕ να στρέφει τους προβολείς της σε μία αγορά η οποία τα τελευταία χρόνια έχει γνωρίσει άνθιση όπως το Airbnb και η Χρυσή Βίζα. Για τον έλεγχο των φακέλων  θα εφαρμοστούν κριτήρια ανάλυσης κινδύνου, point system και ένα αυτοματοποιημένο μοντέλο τελικής μοριοδότησης.

Προτεραιότητα δίνεται στις υποθέσεις αυξημένου ενδιαφέροντος και πιο συγκεκριμένα σε:

– Υποθέσεις φορολογίας μεταβίβασης ακινήτων με προσωρινή αξία ακινήτου άνω των 80.000 ευρώ

– Υποθέσεις φορολογίας μεταβίβασης ακινήτων για τις οποίες χορηγήθηκε απαλλαγή Α’ κατοικίας με κριτήριο το ύψος της αξίας του ακινήτου.

– Υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών – δωρεών – γονικών παροχών , στις οποίες περιλαμβάνονται κινητές αξίες, μετοχές, μερίδια, μερίδες και γενικά επιχειρήσεις (μη εισηγμένες σε χρηματιστήριο.

– Υποθέσεις φορολογίας μεγάλης ακίνητης περιουσίας εφόσον στην υποβληθείσα δήλωση έχουν αναγραφεί ενυπόθηκα χρέη από δάνεια.

– Υποθέσεις ενιαίου τέλους ακινήτων, εφόσον στην υποβληθείσα δήλωση περιλαμβάνονται ειδικά κτίσματα και δεν έχουν αναγραφεί στοιχεία οικοπέδου ή αγροτεμαχίου.

– Υποθέσεις ειδικού φόρου επί των ακινήτων, ως προς τα δικαιολογητικά απαλλαγής.

Σύμφωνα με τις πρώτες οδηγίες, που έχουν λάβει οι ελεγκτικές υπηρεσίες, πάνω από 16.000 έλεγχοι από τις ΦΑΕ, τις Δ.Ο.Υ., το Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων και το Κέντρο Φορολογούμενων Μεγάλου Πλούτου, θα πρέπει να είναι επικεντρωμένοι στην προηγούμενη πενταετία. Αυτήν τη φορά, μάλιστα, τα “εργαλεία” θα είναι ενισχυμένα, καθώς πέρα από τις εμπλουτισμένες βάσεις δεδομένων (π.χ. Κτηματολόγιο, Μητρώο τραπεζικών λογαριασμών), έχουν ενεργοποιηθεί νέες έμμεσες τεχνικές ελέγχου, προκειμένου το πραγματικό εισόδημα των ελεγχόμενων να προκύπτει από το προφίλ των φορολογούμενων (καταθέσεις, δάνεια, επαγγελματικές και προσωπικές δαπάνες, κινητή και ακίνητη περιουσία) αλλά και από συγκριτικά στοιχεία (τζίρος, δαπάνες, έσοδα, περιθώριο κέρδους) με ομοειδείς δραστηριότητες.