Στην παραδοχή ότι δεν έχει ξεκάθαρη στρατηγική για το πώς θα διασφαλίσει την παροχή κρίσιμης σημασίας πρώτων υλών, εάν η Κίνα -ο μεγαλύτερος πάροχος σπάνιων γαιών στον κόσμο- χρησιμοποιήσει αυτές τις εξαγωγές ως μοχλό πίεσης στον κλιμακούμενο εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ προχώρησε σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Σύμφωνα με την Επίτροπο για το Εμπόριο, Σεσίλια Μάλμστρεμ, η Κομισιόν άρχισε να εξετάζει το θέμα προσεκτικά, αλλά δεν έχει αναπτύξει μια ξεκάθαρη στρατηγική. «Είναι σίγουρα κάτι που έχουμε αρχίσει να συζητάμε. Δεν έχουμε στρατηγική για αυτό ακόμα, διότι είναι μόνο μια απειλή», τόνισε σχετικά.

«Αλλά είναι κάτι που χρειάζεται για το οποίο χρειάζεται να διασφαλίσουμε ότι θα έχουμε και πάλι πρόσβαση», δήλωσε η Επίτροπος σε εκδήλωση που διοργάνωσε το ινστιτούτο Bruegel στις Βρυξέλλες, για να προσθέσει: «Ελπίζουμε ότι ο εμπορικός πόλεμος δεν θα κλιμακωθεί σε αυτό το επίπεδο».

Οι αυξανόμενες εντάσεις μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας έχουν δημιουργήσει ανησυχίες ότι το Πεκίνο θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την κυρίαρχη θέση που κατέχει στην προσφορά σπάνιων γαιών ως μοχλό πίεσης για τον εμπορικό πόλεμο μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομικών δυνάμεων του κόσμου.

Οι σπάνιες γαίες είναι μια ομάδα 17 σπάνιων χημικών στοιχείων που χρησιμοποιούνται σε μια σειρά από καταναλωτικά προϊόντα, από τα iPhones έως τα ηλεκτρικά οχήματα, καθώς και σε κρίσιμης σημασίας στρατιωτικές εφαρμογές.

Από το 2004 έως το 2017, η Κίνα αντιστοιχούσε στο 80% των αμερικανικών εισαγωγών σπάνιων γαιών. Λίγοι εναλλακτικοί προμηθευτές είναι αυτοί που κατάφεραν να ανταγωνιστούν με την Κίνα, όπου βρίσκεται το 37% των παγκόσμιων αποθεμάτων.

Σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, η Μάλμστρεμ δήλωσε ότι η εξάρτηση από την κινεζική παραγωγή κρίσιμης σημασίας υλών είναι ένα «πολύ περίπλοκο θέμα», που αποτυπώνει το παράλογον των εμπορικών πολέμων.

Ο Μόριτς Μπρούγκινκ, γενικός γραμματέας της Συμμαχίας Κρίσιμης Σημασίας Πρώτων Υλών, που αντιπροσωπεύει τις ευρωπαϊκές εταιρίες που παράγουν και εμπορεύονται τέτοιου είδους πρώτες ύλες, δήλωσε ότι η οργάνωσή του πιέζει για αυξημένη πρωτογενή παραγωγή στην Ευρώπη.

«Οι κίνδυνοι στην προσφορά από χώρες όπως η Κίνα, η Ρωσία, το Κονγκό θα υπάρχουν πάντα, άρα πρέπει να έχουμε εγχώρια παραγωγή όπου είναι δυνατόν», δήλωσε ο Μπρούγκινγκ. «Υπάρχει ακόμα δουλειά να γίνει», συμπλήρωσε καταληκτικά.