Σε σημείο δημοσιονομικής ανάφλεξης της ευρωζώνης έχει μετατραπεί πλέον η Γαλλία λόγω της παρατεταμένης πολιτικής κρίσης που επικρατεί στη χώρα, αναλαμβάνοντας έναν ρόλο που τα τελευταία χρόνια «παίζει» η Ιταλία.
Αυτή η μετατόπιση έγινε έντονα αισθητή την Παρασκευή, σύμφωνα με το Bloomberg, όταν η Γαλλία υπέστη τη δεύτερη υποβάθμισή της σε μια εβδομάδα, ακριβώς τη στιγμή που η Ιταλία κέρδισε την πρώτη αναβάθμιση από τη Fitch Ratings από το 2021.
Μπορεί οι βραχυπρόθεσμες αιτίες ανησυχίας για το Παρίσι, όπως η επικρατούσα αστάθεια, η μη επίτευξη των στόχων για το έλλειμμα και η έλλειψη σαφούς πορείας για τη δημοσιονομική εξυγίανση, να είναι σαφείς, ωστόσο τα τρέχοντα προβλήματα της Γαλλίας υποβόσκουν εδώ και δεκαετίες.
Είκοσι χρόνια απόκλισης
Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση πυροδότησε σχεδόν 20 χρόνια απόκλισης μεταξύ της Γαλλίας και της Ιταλίας. Οι εταιρείες αξιολόγησης αντέδρασαν στο υψηλό δημόσιο χρέος και τη χρόνια χαμηλή ανάπτυξη της Ιταλίας με μια σειρά υποβαθμίσεων από το 2011 και μετά.
Η Γαλλία έχασε τις κορυφαίες πιστοληπτικές της βαθμολογίες περίπου την ίδια εποχή, αλλά δεν έπεσε τόσο πολύ και σταθεροποιήθηκε από το 2016 και μετά. Η εκλογή του Εμανουέλ Μακρόν το 2017 παρέτεινε αυτή την περίοδο σταθερότητας, καθώς οι αξιολογητές και οι επενδυτές χαιρέτισαν τα φιλοαναπτυξιακά και επιχειρηματικά σχέδιά του.
Καθ’ όλη την περίοδο της χαμηλής απόδοσης της Ιταλίας, οι δαπάνες στη Γαλλία ήταν στην πραγματικότητα σημαντικά υψηλότερες. Το Bloomberg γράφει πως, αν και μειώθηκαν αισθητά μετά την ανάληψη των καθηκόντων του Μακρόν, όταν εμφανίστηκε η Covid, και οι δύο χώρες δαπάνησαν τεράστια ποσά. Ο Γάλλος πρόεδρος επανέλαβε τα λεγόμενα του Ιταλού Μάριο Ντράγκι υποσχόμενος να κάνει «ό,τι κοστίσει» για να αποτρέψει την κατάρρευση της οικονομίας.
Ωστόσο, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία του ΟΟΣΑ, μετά την πανδημία και την πληθωριστική κρίση που ακολούθησε την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι δαπάνες της Γαλλίας ήταν μόνο ελαφρώς χαμηλότερες από ό,τι όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του ο Μακρόν – και εξακολουθούν να είναι το υψηλότερο επίπεδο μεταξύ των προηγμένων οικονομιών του κόσμου.
Το χαμένο στοίχημα του Μακρόν
Το Bloomberg εξηγεί πως λόγω των μεγαλύτερων δαπανών της σε σχέση με την Ιταλία, η Γαλλία ανέκαθεν χρειαζόταν να εισπράττει περισσότερους φόρους.
Όμως, την ώρα που τα ταμεία του ιταλικού κράτους έχουν επωφεληθεί από την ψηφιοποίηση των διαδικασιών φορολογικού ελέγχου, το σχέδιο του Μακρόν να επιφέρει την οικονομική ανάπτυξη μέσω μεγάλων φορολογικών περικοπών για τις επιχειρήσεις και να μειώσει το σχετικό κόστος των τεράστιων δημόσιων δαπανών αποδείχθηκε ανεπαρκές.
Τώρα τα κόμματα της αντιπολίτευσης πιέζουν για μια αλλαγή πορείας και μια επιστροφή σε υψηλότερη φορολογία για τις εταιρείες και τους πλούσιους.
Η δημοσιονομική εξυγίανση της Ιταλίας της επέτρεψε να επιτύχει ξανά ένα μικρό πρωτογενές πλεόνασμα, το οποίο χρησιμοποιεί για να μειώσει τον δανεισμό της, αν και η διαδικασία είναι αργή.
Το μεγαλύτερο χρέος, σε συνδυασμό με τα υψηλότερα επιτόκια, αναμένεται να αυξήσει το κόστος εξυπηρέτησης και για τις δύο κυβερνήσεις. Ο ετήσιος λογαριασμός στη Γαλλία αναμένεται να αυξηθεί σε περισσότερα από 100 δισεκατομμύρια ευρώ έως το 2029 από περίπου 30 δισεκατομμύρια ευρώ το 2020, σύμφωνα με τον κρατικό ελεγκτή Cour des Comptes.
Αξιοσημείωτο είναι πάντως το γεγονός πως, ενώ εντός του ΟΟΣΑ οι κοινωνικές δαπάνες στη Γαλλία βρίσκονται κοντά στην κορυφή της κλίμακας, στο 30,6% του οικονομικού προϊόντος, και της Ιταλίας βρίσκονται στο 27,6%, όταν οι πολίτες ερωτώνται πόσο ικανοποιημένοι είναι με τις διοικητικές υπηρεσίες, και οι δύο χώρες βρίσκονται κοντά στο τέλος της κατάταξης.