Η πρόσφατη συνάντηση Πούτιν-Τραμπ στην σύνοδο κορυφής στο Αμβούργο μπορεί να ικανοποίησε το Κρεμλίνο και τον Λευκό Οίκο ως συνάντηση γνωριμίας, αλλά σταδιακά αρχίζει να αποκτά τα χαρακτηριστικά μια σύντομης συνάντησης που είχε τον χαρακτήρα της μονομερούς ανακωχής από μέρους της Ουάσιγκτον στον πόλεμο κατά της «ρωσικής επιρροής» που έχουν κηρύξει οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες και το Κογκρέσο, στην προσπάθεια τους να εντοπίσουν τα «ίχνη» της ρωσικής παρέμβασης στις εσωτερικές πολιτικές υποθέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Μετά την υπόθεση που ξέσπασε, με αφορμή την συνάντηση που είχε ο Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ με την ρωσίδα δικηγόρο Νατάλια Βεσελίνσκαγια, η οποία υποτίθεται ότι θα έδινε στον Τραμπ τον νεότερο επιβαρυντικά στοιχεία για την υποψήφια των Δημοκρατικών στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές Χίλαρι Κλίντον, τα οποία όπως ισχυρίσθηκε η ρωσίδα δικηγόρος σε συνεντεύξεις της στο NBC και το AP, δεν διέθετε, ούτε είδαν ποτέ το φως της δημοσιότητας παρόμοια στοιχεία, ο αρχηγός της CIA Μάικλ Πομπέο δήλωσε στις 11 Ιουλίου, ότι η Ρωσία είχε παρέμβει στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές και νωρίτερα το 2012 αλλά και σε παλαιότερες εκλογικές αναμετρήσεις. Σύμφωνα με το CBS News o Πομπέο έκανε αυτές τις δηλώσεις κατά την διάρκεια εκδήλωσης των μυστικών υπηρεσιών. Στην ίδια εκδήλωση ο Πομπέο χαρακτήρισε την ιστοσελίδα Wikileaks «μη κυβερνητική εχθρική κατασκοπευτική υπηρεσία» που συχνά εμφανίζεται ως πράκτορας της Ρωσίας. Σύμφωνα μάλιστα με το περιοδικό Foreign Policy, ο αρχηγός της CIA θεωρεί ότι η ιστοσελίδα είχε χρησιμοποιηθεί από την ρωσική στρατιωτική κατασκοπεία για να δουν το φως της δημοσιότητας ηλεκτρονικές επιστολές που είχαν κλαπεί από τους σέρβερς του Δημοκρατικού Κόμματος

Σήμερα η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ απαγόρευσε στις αμερικανικές δημόσιες υπηρεσίες να χρησιμοποιούν συστήματα διαδικτυακής ασφάλειας της ρωσικής εταιρεία Lab Kaspersky. Μάλιστα τα προϊόντα της εταιρείας διαγράφηκαν από τον κατάλογο της Διεύθυνσης Γενικών Υπηρεσιών (GSA) που αφορά τα προϊόντα ξένων προμηθευτών που έχουν εγκριθεί και μπορούν να χρησιμοποιούν οι δημόσιες υπηρεσίες των Ηνωμένων Πολιτειών.

Η ρωσική εταιρεία Lab Kasperky, σχολιάζοντας την απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης, δήλωσε στο πρακτορείο Ria Novosti ότι «με βάση όλα τα δεδομένα η Lab Kaspersky ενεπλάκη σ’ ένα γεωπολιτικό παιχνίδι, όπου η κάθε πλευρά προσπαθεί να χρησιμοποιήσει την εταιρεία σαν πιόνι στο παιγνίδι που παίζει». Οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν στην ρωσική εταιρεία διαδικτυακής ασφάλειας έπειτα από δημοσίευμα του Bloomberg ότι η εταιρεία Kaspersky έχει στενούς δεσμούς με την ρωσική κυβέρνηση και τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες.

Η εταιρεία Lab Kasperky,η οποία ιδρύθηκε το 1997 και δραστηριοποιείται σε 200 χώρες του κόσμου, στην ανακοίνωση της επισημαίνει «ότι ουδέποτε συνέδραμε και δεν θα συνδράμει την κυβέρνηση οποιασδήποτε χώρας για την διενέργεια κυβερνοκατασκοπείας» όπως και ότι επί 20 χρόνια δραστηριοποιείται στον τομέα της διαδικτυακής ασφάλειας τηρώντας τις πιο «υψηλές προδιαγραφές στο τομέα του επιχειρείν» και «θεωρεί απαράδεκτη την κατάσταση, όταν διατυπώνονται εναντίον της ψευδείς και αβάσιμες κατηγορίες, που δεν βασίζονται σε κανένα στοιχείο». Η ρωσική εταιρεία υπενθυμίζει μάλιστα ότι ο ίδιος ο διευθυντής της εταιρείας Γιεβγκένι Κασπέρσκι πρότεινε αρκετές φορές σε αμερικανούς αξιωματούχους να εμφανιστεί και να μιλήσει στο Κογκρέσο, προτείνοντας ακόμη να τους αποκαλύψει των κώδικα αφετηρίας των προγραμμάτων της εταιρείας του. Τέλος η ρωσική εταιρεία Lab Kasperky προτίθεται να συνδράμει οποιεσδήποτε κρατικές υπηρεσίες που θέλουν να ερευνήσουν την δραστηριότητα της, καθώς πιστεύει ακράδαντα ότι η μελέτη σε βάθος της δραστηριότητας της, το μόνο που μπορεί να αποδείξει είναι ότι «οι κατηγορίες που της προσάπτουν δεν μπορούν να έχουν καμία τεκμηρίωση».

Την απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης για την Lab Kaspersky επέκρινε και ο πρόεδρος της Ένωσης Ρώσων Βιομηχάνων και Επιχειρηματιών, δηλώνοντας στο πρακτορείο Tass, ότι «είναι μια απόφαση σε λάθος κατεύθυνση και είναι λυπηρό που λαμβάνεται μετά την συνάντηση στο Αμβούργο, όπου ο Τραμπ έλεγε τα εντελώς αντίθετα».

Κανείς προς το παρόν δεν θεωρεί ότι ο αποκλεισμός της ρωσικής εταιρείας Lab Kaspersky θα είναι η τελευταία πράξη στον πόλεμο κατά της «ρωσικής επιρροής» στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η συχνότητα των αποκαλύψεων που προς το παρόν δεν τεκμηριώνονται με αδιάσειστα στοιχεία, προδιαθέτουν τους πάντες για το ότι η προσέγγιση Μόσχας- Ουάσιγκτον, μοιάζει προς το παρόν με κάποιο μακρινό στόχο, όπως και ότι το «κυνήγι μαγισσών», όπως είχε χαρακτηρίσει ο ίδιος ο αμερικανός πρόεδρος τις προσπάθειες που γίνονται από τους Δημοκρατικούς να τον εμπλέξουν σε μια σύμπραξη με τη Μόσχα, μετεξελίσσεται σ’ ένα σκληρό «γεωπολιτικό παιγνίδι» με απρόβλεπτες συνέπειες, το οποίο ο ίδιος αδυνατεί να σταματήσει.