Η νεαρή Μπαομπάο, 19 ετών σήμερα, εξακολουθεί να νιώθει την καρδιά της να χτυπάει δυνατά όταν μυρίζει υγρό χώμα μετά από πρωινή βροχή. Η μυρωδιά αυτή τη μεταφέρει νοητά βίαια στις πρώτες στρατιωτικές ασκήσεις πίσω από κλειδωμένες πύλες και στον φόβο που σημάδευε κάθε μέρα της στο σχολείο «Λιτζένγκ Ποιοτική Εκπαίδευση», στην Κίνα. Για έξι μήνες, όταν ήταν μόλις 14, έζησε τη φρίκη σχεδόν αποκλεισμένη από τον έξω κόσμο, σε ένα απομακρυσμένο χωριό της Κίνας, όπου οι εκπαιδευτές επιχειρούσαν να «διορθώσουν επαναστάτες εφήβους» που οι οικογένειές τους θεωρούσαν αντιδραστικούς ή «προβληματικούς» με ακραίες μεθόδους.
Σύμφωνα με την ίδια, όσοι μαθητές δεν υπάκουαν υφίσταντο τόσο έντονα χτυπήματα που δεν μπορούσαν να κοιμηθούν ή να καθίσουν για ημέρες. Η Μπαομπάο αποκαλύπτει ότι σκέφτηκε την αυτοκτονία και γνωρίζει συμμαθητές της που αποπειράθηκαν να τερματίσουν τη ζωή τους. Μια έρευνα του BBC Eye έφερε στο φως πολλαπλές καταγγελίες για σωματική κακοποίηση τόσο στο συγκεκριμένο σχολείο όσο και σε άλλα που ανήκουν στο ίδιο δίκτυο, καθώς και περιπτώσεις απαγωγής νέων που μεταφέρονταν βίαια στις εγκαταστάσεις.
Παρότι η σωματική τιμωρία απαγορεύεται στην Κίνα εδώ και δεκαετίες, 23 πρώην μαθητές περιέγραψαν ξυλοδαρμούς, εξαντλητική άσκηση και, σε τρεις περιπτώσεις, σεξουαλική κακοποίηση από εκπαιδευτές. Δεκατρείς από αυτούς είπαν πως απήχθησαν με τη συγκατάθεση των γονιών τους από άτομα που προσποιούνταν την αστυνομία ή κρατικούς αξιωματούχους. Οι μαρτυρίες αφορούν πέντε σχολεία που αποτελούν μέρος ενός δικτύου τουλάχιστον δέκα τέτοιων ιδρυμάτων, όλα συνδεδεμένα με τον βετεράνο Λι Ζενγκ, όπως αναφέρει το δημοσίευμα του BBC.
Τα σχολεία – λύση που επιλέγουν κάποιοι γονείς
Τα κέντρα αυτά προωθούνται ως λύση για γονείς που ανησυχούν για «ανυπάκουους» νέους, εθισμένους στο διαδίκτυο, που έχουν μπλέξει σε σχέσεις ή που έχουν κατάθλιψη, καθώς και για θέματα ταυτότητας φύλου ή σεξουαλικότητας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, γονείς στέλνουν ακόμα και ενήλικους άνω των 18 ετών. Παρά τις καταγγελίες, ορισμένα σχολεία συνεχίζουν να λειτουργούν, συχνά αλλάζοντας ονόματα ή τοποθεσία για να αποφύγουν τον έλεγχο.
Η Μπαομπάο θυμάται ότι η μητέρα της την πήγε στο σχολείο, αφού άρχισε να κάνει κοπάνες. Η μητέρα της έφυγε χωρίς να της μιλήσει και η έφηβη κατάλαβε ότι δεν επιτρεπόταν να βγει: «Μου είπαν ότι αν φερόμουν καλά, ίσως κάποια στιγμή να με άφηναν». Λίγο αργότερα την υπέβαλαν σε έναν εξευτελιστικό σωματικό έλεγχο, που η ίδια περιγράφει ως σεξουαλική επίθεση. Η μητέρα της πλήρωσε περίπου 40.000 γουάν, δηλαδή σχεδόν 5.000 ευρώ, για τους έξι μήνες παραμονής της, χρήματα για μια «εκπαίδευση» χωρίς μαθήματα.

Υπογράφοντας ως υποψήφια μητέρα ενός 15χρονου, μια ερευνήτρια του BBC κατέγραψε πρόσφατα κρυφά εικόνες από το ίδιο σχολείο, το οποίο σήμερα λειτουργεί ως «Ποιοτική Εκπαίδευση για Εφήβους». Φάνηκαν κλειδωμένες σκάλες, μεταλλικά κιγκλιδώματα σε διαδρόμους και κάμερες σε κοιτώνες όπου παιδιά αλλάζουν, ξεκουράζονται και κάνουν μπάνιο. Οι υπεύθυνοι εξήγησαν ότι για τη «βελτίωση» ενός παιδιού απαιτούνται τουλάχιστον έξι μήνες και συμβούλευσαν τη «μητέρα» να μην ενημερώσει τον γιο της. Εφόσον αντιστεκόταν, θα τον έπαιρναν άνδρες που θα παρίσταναν κρατικούς λειτουργούς. Αν κι αυτό αποτύγχανε, θα τον άρπαζαν με τη βία.
Η Τζανγκ Ενξού, σήμερα 20 ετών, περιγράφει παρόμοια εμπειρία. Στα 19 της, τρία άτομα που προσποιούνταν την αστυνομία την άρπαξαν παρουσία των γονιών της και τη μετέφεραν στο σχολείο «Σενγκμπό». Εκεί, όπως λέει, ξυλοκοπήθηκε μέχρι που υπέστη απώλεια ακοής και στη συνέχεια βιάστηκε. Τα γράμματα που έστελνε κρυφά προς τα έξω έγιναν viral στα κοινωνικά δίκτυα και η πίεση οδήγησε στο κλείσιμο της σχολής, χωρίς όμως να αναγνωριστεί επίσημα η κακοποίηση.
Και οι δύο νεαρές λένε ότι τα σχολεία αυτά χρησιμοποιούν ακραία βία, εξευτελισμό και εξαντλητικές ασκήσεις, ενώ το υποτιθέμενο «συμβουλευτικό πρόγραμμα» περιορίζεται σε πιέσεις για υπακοή και συμμόρφωση. Η Μπαομπάο δεν επέστρεψε ποτέ στο κανονικό σχολείο ύστερα από αυτή την εμπειρία, γεγονός που την κάνει να νιώθει «τρομερή λύπη» για την ευκαιρία που έχασε σχετικά με το μέλλον της. Σήμερα εργάζεται διαδικτυακά και πιστεύει ότι θα είχε φοιτήσει στο πανεπιστήμιο, αν δεν είχε σταλεί εκεί.
Όπως τονίζει, «αυτά τα σχολεία είναι ουσιαστικά απάτες». Για την ίδια, αλλά και για την Ενξού, η ακραία βία και ο παραλογισμός δείχνουν ότι «αυτές οι σχολές δεν πρέπει να υπάρχουν».