Παρότι το ταξίδι του Πάπα Λέοντα ΙΔ΄ θα συνεχιστεί στον Λίβανο, το γεγονός ότι ξεκινά από το Φανάρι προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η επιλογή αυτή δεν προέκυψε τυχαία: είναι η πρώτη φορά που εγκαταλείπει τη Ρώμη μετά την εκλογή του και το κάνει για να συναντήσει τον Οικουμενικό Πατριάρχη στην ιστορική έδρα του.
Για τους ειδικούς των εκκλησιαστικών θεμάτων, αυτή η κίνηση αποτελεί σαφή δήλωση για το πού τοποθετείται το Βατικανό σε μια περίοδο όπου οι σχέσεις εντός της Ορθοδοξίας βρίσκονται σε ένταση.
Ενοχλημένη η Μόσχα – Το μήνυμα του Βατικανού
Η κόντρα της Ρωσικής Εκκλησίας με το Φανάρι έχει βαθιές ρίζες. Από την αναγνώριση της αυτοκεφαλίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας και μετά, η Μόσχα έχει επιλέξει πλήρη αποστασιοποίηση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Παράλληλα, έχει ακολουθήσει τακτική αντικανονικής εισπήδησης σε άλλες Ορθόδοξες δικαιοδοσίες, όπως εκείνη του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, υπονομεύοντας κάθε έννοια κανονικής εκκλησιαστικής τάξης.

Σύμφωνα με εκκλησιαστικούς αναλυτές, στη ρίζα αυτής της στάσης βρίσκεται η ενόχληση της Μόσχας απέναντι στον ιστορικό ρόλο των ελληνικών Πατριαρχείων. Η Ρωσία προωθεί εδώ και χρόνια τη θέση ότι, λόγω πληθυσμιακού μεγέθους, δικαιούται πρωτεύοντα λόγο στον ορθόδοξο κόσμο και επιδιώκει να ελέγξει ή να διαμορφώσει εκ νέου ισορροπίες και σε θεσμούς σε όλα τα Πατριαρχεία που «ελέγχονται» από Έλληνες αλλά προσπαθεί να ελέγξει εκκλησιαστικά και το Άγιον Όρος.
Σε αυτό ακριβώς το κλίμα, η παρουσία του Πάπα στο Φανάρι λειτουργεί ως άμεση έμμεση απάντηση προς τη ρωσική πλευρά: υπογραμμίζει ότι για το Βατικανό, το Οικουμενικό Πατριαρχείο παραμένει η ανώτερη πνευματική αρχή της Ορθοδοξίας.
Μήνυμα και προς την Τουρκία
Αντίστοιχη βαρύτητα έχει και η διάσταση που αφορά το τουρκικό κράτος. Στην Τουρκία, το Πατριαρχείο δεν αναγνωρίζεται ως οικουμενικό· χαρακτηρίζεται απλώς ως θρησκευτική αρχή της ελληνικής μειονότητας.

Η επιλογή του Πάπα να σταθεί δίπλα στον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, δίνει έμμεση διεθνή επιβεβαίωση της παγκόσμιας εμβέλειας του θεσμού — κάτι που αντιτίθεται τόσο στη ρωσική όσο και στην τουρκική θέση.
Η κοινή τους εμφάνιση, γίνεται σε μια ιστορική συγκυρία κατά την οποία επανέρχεται στο προσκήνιο ο θεολογικός διάλογος που είχε ξεκινήσει την προηγούμενη δεκαετία.
Η Νίκαια ως τόπος αναφοράς
Η επέτειος των 1.700 ετών από την Α΄Οικουμενική Σύνοδο αποτέλεσε την αφορμή για την κοινή μετάβαση Πάπα και Πατριάρχη στη Νίκαια.

Η πόλη, ιδρυμένη αρχικά ως Αντιγόνεια από τον Αντίγονο τον Μονόφθαλμο και μετέπειτα μετονομασμένη από τον Λυσίμαχο, παραμένει σημείο–ορόσημο της χριστιανικής ιστορίας. Εκεί το 325 μ.Χ. διαμορφώθηκε το Σύμβολο της Πίστεως, ενώ το 787 μ.Χ. φιλοξενήθηκε η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος. Αργότερα έγινε προσωρινή πρωτεύουσα της βυζαντινής αυτοκρατορίας, μέχρι την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης μετά το 1204.

Η επιστροφή δύο κορυφαίων χριστιανικών ηγετών σε αυτόν τον χώρο δεν έχει μόνο ιστορική διάσταση· υπενθυμίζει και την ευθύνη των δύο Εκκλησιών να προσεγγίσουν ξανά τα σημεία θεολογικής απόκλισης.
Η παλαιότερη πρόσκληση και η σημερινή συνέχεια
Η πρόσκληση για μια τέτοια κοινή τιμητική παρουσία είχε διατυπωθεί ήδη το 2014 από τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο προς τον τότε Πάπα Φραγκίσκο. Ωστόσο, οι εξελίξεις στην υγεία του τελευταίου δεν επέτρεψαν την πραγματοποίηση της επίσκεψης. Η πρόσκληση ανανεώθηκε στον Πάπα Λέοντα ΙΔ΄κατά την ενθρόνισή του, ο οποίος ανταποκρίθηκε άμεσα, δείχνοντας ότι επιθυμεί να συνεχιστεί ο διαχριστιανικός διάλογος.