«Η τουρκική συγγνώμη αγνοείται…», τονίζει η υποψήφια ευρωβουλευτής ΝΔ, Νίκη Τζαβέλα, σε μήνυμά της για την ημέρα μνήμης της Ποντιακής γενοκτονίας.

Αναλυτικά, το μήνυμα της κ. Τζαβέλα:

«Σχεδόν εκατό χρόνια μετά τη γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού η Τουρκία συνεχίζει τη σιωπή και την προσπάθεια της ιστορικής αλλοίωσης. Σήμερα όσο ποτέ, η τουρκική κυβέρνηση οφείλει να αναγνωρίσει και να ζητήσει συγγνώμη για την αδιαμφισβήτητη σφαγή. Αντιθέτως προκαλεί με δηλώσεις και ενέργειες προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Είναι εντυπωσιακό που, παρ’ όλο τον πλούτο που αθροίζει ιστορικά και παρ’ όλη την ιδεολογική ανησυχία που την κινεί, η ελληνική γλώσσα δεν ήταν έτοιμη στις αρχές του 20ού αιώνα να περιγράψει την τραγική τύχη που περίμενε το έθνος μας εκείνη την περίοδο. Ο όρος «γενοκτονία» επινοήθηκε το 1944, δεκαετίες μετά από τις βαρβαρότητες των Νεότουρκων. Βεβαίως, η λεξιλογική απουσία δεν αλλοιώνει το ιστορικό περιεχόμενο. Και η έκφραση δεν μπορεί να κατηγορηθεί πως δεν όρισε κάτι που και ο νους δεν χωρά.

Η γενοκτονία των Ποντίων είναι ένα αναπόφευκτο συστατικό της γενοκτονίας των Ελλήνων, την οποία οργάνωσε με αμείλικτη μεθοδικότητα η πρώτη μορφή του σύγχρονου τουρκικού κράτους. Σήμερα, καθώς τιμούμε τη μνήμη εκατοντάδων χιλιάδων νεκρών και ζωντανών θυμάτων, καθώς τιμούμε την ίδια τη μνήμη ενός ακόμη απαλλοτριωμένου υψιπέδου του ελληνικού πολιτισμού, έχει σημασία να θυμόμαστε πως, μερικές φορές, η αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας ακούγεται πιο εύκολη από ό,τι είναι. Και πως, σίγουρα, πολλοί εργάτες της έχουν νομίσει πως έχουν πετύχει στην αποστολή τους, όταν στην πραγματικότητα δεν έχουν κάνει παραπάνω από δύο βήματα στην ίδια κατεύθυνση. Για να αποκατασταθεί η ιστορική αλήθεια δεν αρκεί να ακουστεί το πώς έγιναν τα πράγματα. Δεν αρκεί να ακουστούν οι πραγματικοί λόγοι. Στόχος της δεν είναι και δεν μπορεί να είναι η αναπαράσταση της μάχης. Στόχος της είναι η σκιαγράφηση της πορείας που ανακόπηκε από τη μάχη.

Κανείς δεν αμφισβητεί πως με τη γενοκτονία του Ελληνισμού, ποντιακού και μη, η Τουρκία διάλεξε να γκρεμίσει ένα ασυναγώνιστο πρότυπο κοινωνικής οργάνωσης, για να μπορέσει να θεμελιώσει την ανάπτυξή της σε μια περισσότερο βολική βάση, αλλά και για να την τροφοδοτήσει με το απαραίτητο εθνικιστικό μάννα. Το βάρος εκείνου του διωγμού είναι κάτι που είτε ως προσωπική, είτε ως εθνολογική κληρονομιά, κάθε Έλληνας κουβαλάει ακόμα στην πλάτη του. Για εμένα, το βάρος αυτό είναι το βάρος της προσφυγιάς της μητέρας μου, που εκδιώχθηκε από το Αϊβαλί.

Η μοναδική αξία του ποντιακού ελληνισμού και το ιστορικό μέγεθος της γενοκτονίας του, καταδεικνύεται από την επιτυχία των προσφύγων της. Κάποιοι από τους κατατρεγμένους εκείνης της εποχής, κατάφεραν να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Ένα πολύ μεγάλο κομμάτι έφτασε στη Ρωσία, στην Αυστραλία, στην Αμερική. Όπου και να βρέθηκαν, έφτιαξαν ξανά τη ζωή τους και στήριξαν πάνω της τις κοινότητες που τους δέχθηκαν. Το ίδιο φιλοπρόοδο πνεύμα που έστησε το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας, η ίδια θεϊκή ευλογία που άφησε τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας στο όρος Μελά προχώρησαν τους Ποντίους παραπέρα, όποιος τόπος κι αν έγινε αφετηρία τους. Αυτό τους το κατόρθωμα δείχνει όχι μόνο τις ρίζες του τουρκικού μίσους, αλλά και την πραγματική μορφή που πρέπει να έχει ο σεβασμός μας στην ποντιακή γενοκτονία. Διότι ο ποντιακός ελληνισμός φονεύτηκε και εκτοπίστηκε γεωγραφικά, αλλά η πορεία του δεν τελείωσε από τα τάγματα του θανάτου του. Οι τέχνες, η επιστήμη, η φιλοσοφία, η οικονομία, το πνεύμα σε κάθε έκφραση και η συνέπεια σε κάθε μόχθο κερδίζουν ακόμη όσα είχαν να κερδίσουν από τους Πόντιους, οι οποίοι βρήκε εύξεινη γη μακριά από τον Πόντο.

Ξαναλέω πως η αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας βασίζεται στην αποκατάσταση της ιστορικής πορείας. Η πραγματική τιμή που αξίζει στη γενοκτονία των Ποντίων είναι ο εντοπισμός των κατορθωμάτων τους που σκόρπισαν στην Υφήλιο και ο σεβασμός ενός αγώνα που ξεκίνησε αναίτια, αλλά κερδήθηκε με κάθε λόγο. Σήμερα, καθώς η μνήμη μας παίρνει επίσημο σχήμα, είναι υποχρέωσή μας να τονίσουμε αυτή την αλήθεια, πως ο ποντιακός ελληνισμός δεν ηττήθηκε και πως η επιβίωσή του δείχνει γιατί βρέθηκε στο στόχαστρο. Είναι υποχρέωσή μας να φωτίσουμε και να κρατήσουμε συνδεδεμένα στη συνείδησή μας τα στοιχεία της αδιαμφισβήτητης προκοπής του, που πλουτίζει το έργο και την αντοχή του ελληνισμού σε κάθε γωνιά του κόσμου».