Η έξοδος από την κρίση δεν είναι έργο μιας κυβέρνησης, αλλά απαίτηση ολόκληρης της κοινωνίας, ανέφερε η υπουργός Εργασίας, Λούκα Κατσέλη, κατά την ομιλία της στο Συνέδριο με τίτλο «In the aftermath of the global economic crisis: What next?», που διοργανώνει το περιοδικό «Economist».

«Δεν κατανοώ όσους διαβλέπουν δήθεν μεταρρυθμιστική κόπωση στην κυβέρνηση», τόνισε η κ. Κατσέλη και πρόσθεσε ότι, «ποτέ άλλοτε μια κυβέρνηση δεν έδειξε τέτοια αποφασιστικότητα και τόσο ισχυρή πολιτική βούληση για να προωθηθούν αλλαγές που εδώ και δεκαετίες θα έπρεπε να είχαν γίνει».

«Μπορούμε να πετύχουμε», είπε η υπουργός Εργασίας η οποία εξέφρασε την αισιοδοξία της για την πορεία της χώρας και την βεβαιότητα ότι είναι δυνατή η οικοδόμηση μιας «νέας ανταγωνιστικής και βιώσιμης οικονομίας» κάτω από τρεις, όπως ανέφερε, προϋποθέσεις.

«Η πρώτη, ότι θα προχωρήσουμε όσο πιο αποτελεσματικά γίνεται στις αλλαγές οι οποίες έχουν ήδη δρομολογηθεί και η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να προχωρήσει. Η δεύτερη, ότι οι εταίροι μας, είναι αποφασισμένοι να εργασθούν για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στην Ευρωζώνη και τη διοχέτευση ρευστότητας σε όλα τα κράτη μέλη που έχουν δυσκολίες να αντλήσουν χρηματοδότηση από τις αγορές. Η τρίτη, ότι θα επικρατήσει σύνεση από κόμματα, κοινωνικούς εταίρους και πολίτες. Ακόμη και εκεί που υπάρχουν διαφωνίες και εναλλακτικές προσεγγίσεις στο τέλος όλοι θα σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων».

«Όλοι έχουμε συνειδητοποιήσει» επεσήμανε η κ. Κατσέλη, ότι η επαναφορά της οικονομίας σε τροχιά σταθεροποίησης και ανάπτυξης αποτελεί εθνική προτεραιότητα. Η έξοδος από την κρίση προϋποθέτει ισχυρή πολιτική βούληση και την προώθηση κρίσιμων τολμηρών μεταρρυθμίσεων τόσο στη χώρα μας όσο και στο ευρωπαϊκό θεσμικό οικοδόμημα.

Στη συνέχεια η υπουργός Εργασίας έκανε αναλυτική παρουσίαση των πολιτικών που προωθεί το υπουργείο Εργασίας προκειμένου να διατηρηθούν οι θέσεις απασχόλησης και να συγκρατηθεί η ανεργία και να υποστηριχθούν οι ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.

Αναφέρθηκε στη συνέχεια σε μια σειρά ρυθμίσεων που προώθησε το υπουργείο Εργασίας στις εργασιακές σχέσεις, όπως οι ρυθμίσεις για την δοκιμαστική περίοδο των εργαζομένων, τις συμβάσεις αορίστου χρόνου, την εκ περιτροπής απασχόληση και τη μερική απασχόληση. Με τις ρυθμίσεις αυτές, η αγορά εργασίας στην Ελλάδα ευθυγραμμίστηκε με ότι ισχύει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, προσδίδοντας στις επιχειρήσεις μεγαλύτερη ευελιξία προσαρμογής, ώστε να καταστούν πιο ανταγωνιστικές και να διατηρήσουν θέσεις εργασίας, τόνισε η κ. Κατσέλη.

Η υπουργός Εργασίας ανέλυσε τον σχεδιασμό για μείωση κατά 6,5 δισ. των δαπανών στο χώρο της ευθύνης του υπουργείου Εργασίας, μέσω του περιορισμού της σπατάλης των ασφαλιστικών ταμείων, της καταπολέμησης της αδήλωτης εργασίας και της ανατιμολόγησης 240.000 φαρμάκων των περασμένο Σεπτέμβριο.

«Ανατιμολόγηση δεν είχε γίνει εδώ και πολλά χρόνια, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να είναι η πιο ακριβή χώρα στον ΟΟΣΑ και μια από τις ακριβότερες στον κόσμο τόσο για τα πρωτότυπα όσο και για τα αντίγραφα φάρμακα», είπε.

«Είμαστε στη μέση ενός ανηφορικού δρόμου, όπου ακόμη απομένουν να γίνουν πολλά. Καταφέραμε όμως να συγκρατήσουμε το ποσοστό ανεργίας κατά 3-4 ποσοστιαίες μονάδες. Μέσα στους λίγους μήνες που ισχύει το νέο θεσμικό πλαίσιο έχουν ήδη κατατεθεί 6 νέες επιχειρησιακές συμβάσεις εργασίας και έχουν υπογραφεί τρεις».

Επίσης, ανακοίνωσε ότι την επόμενη εβδομάδα κατατίθεται στη Βουλή ο νόμος για την αναβάθμιση του ΣΕΠΕ που θα επιτρέψει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στον συμφιλιωτικό, ελεγκτικό και κυρωτικό ρόλο του Οργανισμού και τη δημιουργία ενός ενιαίου μηχανισμού ελέγχου στο υπουργείο Εργασίας.