Η οικογένεια του εκλιπόντα Πάνου Μαρινόπουλου διαθέτει το «άγγιγμα του Μίδα» εδώ και πολλές δεκαετίες, αποδεικνύοντας περίτρανα το επιχειρηματικό δαιμόνιο του Έλληνα. Και μπορεί να υπήρξαν και να υπάρχουν ακόμη κακές επιχειρηματικές στιγμές για αυτούς, ωστόσο η ιστορία που «κουβαλούν» πίσω τους είναι αυτή που ουσιαστικά ενώνει τα μέλη της μεγάλης οικογένειας των Μαρινόπουλων και τους δίνει ώθηση σε ό,τι και αν κάνουν στο μέλλον.
Ο bon viveur Πάνος -Πανάρας- Μαρινόπουλος

Ο Πάνος Γ. Μαρινόπουλος υπήρξε αδιαμφισβήτητα ο πιο αναγνωρίσιμος από τους υπόλοιπους τρεις Μαρινόπουλους. Υπήρξε άνθρωπος που ήξερε τόσο τη ζωή όσο και τις απολαύσεις της και ήταν ίσως ο μοναδικός επιχειρηματίας του μεγέθους του, που διατηρούσε τις περισσότερες φιλίες με εκπροσώπους του καλλιτεχνικού χώρου τόσο στην Αθήνα όσο και στο νησί των Ανέμων, τους καλοκαιρινούς μήνες. Μάλιστα πολλές φορές είχε απασχολήσει τις κοσμικές στήλες εφημερίδων και περιοδικών στο παρελθόν με τα νυχτοπερπατήματά του. Το πρωί, ωστόσο, ήταν ένας διαφορετικός άνθρωπος, ταγμένος στην εργασία του, και πάντα σε κοινή γραμμή με τον αδελφό του και τα ξαδέλφια του.
Στα νεανικά του χρόνια υπήρξε από τους αδιαφιλονίκητους playboy της εποχής με πολλές περιπέτειες αλλά και κατακτήσεις. Πηγαίνοντας χρόνια πίσω, η γεύση που άφηνε ο επιχειρηματίας ήταν αυτή του γόη που ήξερε να περνά καλά. Γρήγορα αυτοκίνητα, αγωνιστικά κότερα και πάντα δίπλα του να τον πλαισιώνουν ωραίες γυναίκες. Στην παρέα των νεανικών του χρόνων, που απαρτιζόταν από τον Πάνο Ζήνα και τον Σάμι Φάις, πάντα υπήρχαν γύρω τους εκπρόσωποι του ωραίου φύλου.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και στις αρχές του 1980 ο επιχειρηματίας, όπως είχε γίνει γνωστό, γνώρισε την ωραία Μπέλλα Αδαμοπούλου και υπήρξαν και για ένα διάστημα ζευγάρι. Πολλοί είναι εκείνοι που τους θυμούνται να περνούν τα καλοκαίρια τους στη Μύκονο πάνω στο κότερό του και τα βράδια, όταν ήταν στην Αθήνα, να διασκεδάζουν στα μαγαζιά της παραλιακής, στη «Νεράιδα» και στη «Φαντασία». Όμως όσο δυνατή κι αν ήταν αυτή η σχέση του ζευγαριού τότε, δεν κατάφεραν τελικά να παντρευτούν. Ο πρώτος του, ωστόσο, γάμος έγινε με την Όλγα Γουλανδρή. Ήταν τότε που η κοσμική Αθήνα μιλούσε για την ένωση δύο πολύ νέων παιδιών, που για μία δεκαετία περίπου μονοπώλησαν τα φλας της κοσμικής Αθήνας και ταυτόχρονα απέκτησαν έναν γιο, τον Γιάννη Μαρινόπουλο.

Όμως ο γάμος αυτός δεν κράτησε πολύ. Ωστόσο, το ζευγάρι χώρισε πολιτισμένα και πάντα κρατούσαν φιλία. Το επόμενο διάστημα, ο Πάνος Μαρινόπουλος πέφτει κυριολεκτικά με τα «μούτρα» στην εργασία του, αλλά συνεχίζει και τις νυχτερινές του εξορμήσεις. Μέχρι που ο έρωτας του χτυπά για δεύτερη φορά την πόρτα. Αυτή τη φορά στο πρόσωπο της ωραίας Μανιάτισσας, Ιωάννας Καπετανάκη, που σπουδάζει διακόσμηση και ταυτόχρονα έχει γνώσεις αρχιτεκτονικής, ενώ το γούστο της, κατά γενική ομολογία, είναι εκπληκτικό.
Το ειδύλλιο σύντομα εξελίχθηκε σε έρωτα με το ζευγάρι να ανεβαίνει τα σκαλιά της εκκλησίας με κουμπάρο τον μπιζουτιέ, Κώστα Καίσαρη, και σύσσωμη την κοσμική Αθήνα να παρευρίσκεται στην τελετή και στη δεξίωση. Η Ιωάννα Μαρινοπούλου αξιοποιεί το εκπληκτικό της γούστο και την υψηλή αισθητική της στη διακόσμηση που γίνεται γνωστή μέσω των κατοικιών της οικογένειας στο Παλαιό Ψυχικό και τη Μύκονο. Ενώ πριν από την εγκυμοσύνη της ασχολήθηκε και με τη διακόσμηση του ρεστοράν «Chairs» στην οδό Αλωπεκής που ανήκε στον Αλέξη Παπαδημητρίου και κάποια στιγμή έγινε ο πιο must χώρος στην Αθήνα.
Το ζευγάρι, ωστόσο, μετά από μια κοινή πορεία πολλών χρόνων αποφάσισε να ακολουθήσει διαφορετικούς δρόμους με πρώτη του προτεραιότητα τα παιδιά του.
Η αγάπη του για τον Ολυμπιακό
Την επομένη ενός ματς ή ενός φιλικού αγώνα της ομάδας του Ολυμπιακού, το πρώτο θέμα της συζήτησης στα συμβούλια και στα meeting ήταν, όπως λεγόταν τότε, αυτό της αγαπημένης ομάδας του Πάνου Γ. Μαρινόπουλου, ο οποίος και μετέφερε στους υπόλοιπους το «κλίμα» από τις κερκίδες αλλά και από τον αγώνα που παρακολουθούσε σε ένα από τα vip θεωρεία του γηπέδου Καραϊσκάκη, μαζί με κάλους φίλους. Ανάμεσά τους, εκείνη την εποχή, ο εφοπλιστής Μιχάλης Γουλανδρής αλλά και ο Κώστας Καίσαρης. Όπως μάλιστα είχε γίνει γνωστό στα κοσμικά πηγαδάκια, ο αείμνηστος Πάνος Γ. Μαρινόπουλος γινόταν ιδιαίτερα περιγραφικός στις καλύτερες στιγμές του αγώνα, ενώ υπήρξε πάντα ενημερωμένος για να μπορεί να περιγράψει τις καλύτερες φάσεις των αγώνων.
Η αρχή της ιστορίας των Μαρινόπουλων ήταν τα φαρμακεία
Η ιστορία της οικογένειας Μαρινόπουλου ξεκινάει πριν από εκατό και πλέον χρόνια. Συγκεκριμένα τον μήνα που διανύουμε, αλλά το 1893, όταν ο Δημήτρης Μαρινόπουλος, από την Ελίκη Αιγιαλείας, ίδρυσε το πρώτο φαρμακείο με την επωνυμία «Μαρινόπουλος» στη Νεάπολη της Αθήνας.
Το πρώτο αυτό μικρό κατάστημα μεταφέρθηκε στις αρχές του 1900 σε μεγαλύτερο χώρο, και πιο συγκεκριμένα στη γωνία Σόλωνος και Ζωοδόχου Πηγής, στο κέντρο της Αθήνας. Το 1905 ο Δημήτρης Μαρινόπουλος μαζί με τον αδελφό του, Πάνο, ίδρυσαν άλλο ένα φαρμακείο στην οδό Φιλελλήνων. Τρία χρόνια αργότερα, και πιο συγκεκριμένα το 1908, άνοιξε το γνωστό φαρμακείο στην περιοχή της Ομόνοιας και το 1938 ακολούθησε το φαρμακείο Μαρινόπουλος, στην περιοχή του Κολωνακίου.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’40, έπειτα από αλλεπάλληλες καταστροφές της ελληνικής οικονομίας, οι οποίες ωστόσο δημιούργησαν και πολλές ευκαιρίες, ήταν μάλλον εύκολο από τα φαρμακεία του κέντρο της Αθήνας η οικογένεια Μαρινόπουλου να περάσει στη βιομηχανία.
Από την Prisunic στην Carrefour
Μία ακόμα τομή στην ανάπτυξη του Ομίλου Μαρινόπουλου ήταν και η εμπλοκή που είχε με το λιανεμπόριο και μάλιστα σε μια περίοδο που η έννοια του σούπερ μάρκετ ήταν άγνωστη στην ελληνική αγορά. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 αποφασίζουν να εισάγουν τη μορφή του «self service» στο λιανεμπόριο, δηλαδή, το σύγχρονο σούπερ μάρκετ. Αυτό έγινε σε συνεργασία με τον γαλλικό Όμιλο «Le Printemps» και έτσι δίπλα στην επωνυμία Μαρινόπουλος έβαλαν το πολύ γνωστό σε όλους μας σήμα της Prisunic, το γνωστό «PM», όπως έγινε γνωστό στη δεκαετία του 1970 και στις αρχές του 1980. Η συνεργασία αυτή κράτησε αρκετά χρόνια και διαλύθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν η «Le Printemps» οδηγήθηκε σε παρακμή. Όμως με τη διάλυση της συνεργασίας αυτής, είχε ήδη βρεθεί άλλος συνέταιρος. Αυτή τη φορά ήταν ο Όμιλος «Promodes». Το 1999, όταν η εταιρεία συγχωνεύθηκε με την «Carrefour», προέκυψε η εταιρεία «Carrefour – Μαρινόπουλος Α.Ε.» με τη συμμετοχή των δυο εταίρων να κατανέμεται 50%-50%, μεταξύ δηλαδή του γαλλικού και του ελληνικού ομίλου. Στη μοναδική ίσως εταιρεία που η οικογένεια Μαρινόπουλου κατείχε μειοψηφική θέση ήταν η εταιρεία «Dia Hellas Α.Ε.», στην οποία είχε υπό τον έλεγχό της το 20% που είχε και τα αντίστοιχα σούπερ μάρκετ.