Αρκετές φορές κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα η θαλασσοκράτειρα Μεγάλη Βρετανία προέβαινε σε επίδειξη ισχύος, αλλά η ενέργειά της το 1850 να αποκλείσει με τον στόλο τη μικρή και πρόσφατα ανεξαρτητοποιηθείσα Ελλάδα επί 41 ολόκληρες ημέρες, επειδή κάποιοι Αθηναίοι επιτέθηκαν στο σπίτι ενός Άγγλου τυχοδιώκτη με αφορμή την… απαγόρευση του εθίμου του καψίματος του Ιούδα το Πάσχα, είναι ανήκουστη. Πρόκειται για μια ιστορία εν πολλοίς ξεχασμένη, αλλά ενδεικτική του τρόπου που ασκούνταν η διπλωματία εκείνη την εποχή.

Ο μεγαλοτραπεζίτης Ρότσιλντ στην Αθήνα

Όλα ξεκίνησαν το 1841 καθώς εκείνη τη χρονιά ιδρύεται η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος με κύριο χρηματοδότη τον οίκο των πάμπλουτων Γερμανοεβραίων Ρότσιλντ. Ως μεγαλομέτοχοι συμβάλλουν στη δημιουργία του σύγχρονου χρηματοπιστωτικού και νομισματικού συστήματος της χώρας, επενδύοντας παράλληλα σε πλειάδα επιχειρήσεων. Θα μου πείτε τί σχέση έχουν όλα αυτά με όσα προαναφέραμε. Συνεχίστε την ανάγνωση και θα καταλάβετε.

Έξι χρόνια αργότερα, Απρίλιο του 1847, η ελληνική κυβέρνηση υπό τον πρωθυπουργό Ιωάννη Κωλέττη αναμένει στην Αθήνα τον τραπεζίτη Τζέιμς Μάγιερ Ρότσιλντ προκειμένου να μας χορηγηθεί ένα ακόμη δάνειο. Υπάρχει όμως ένα μικρό πρόβλημα. Η επίσκεψη θα πραγματοποιηθεί προς τα τέλη της Μεγάλης Εβδομάδας και σύμφωνα με το έθιμο που ισχύει μέχρι τις μέρες μας, οι πιστοί μετά την Ανάσταση θα έκαιγα τον «Ιούδα» ή τον «Εβραίο» όπως τον αποκαλούσαν εκείνη την εποχή. «Ένα τέτοιο θέαμα προφανώς και δεν θα αρέσει καθόλου στον σημίτη Ρότσιλντ» σκέφτηκαν στην κυβέρνηση που δεν ήθελε για κανέναν λόγο να μείνει ανικανοποίητος. Θα μπορούσε να τιναχτεί στον αέρα η σύναψη του δανείου. Έτσι εκδίδεται διάταγμα που… απαγορεύσει την τήρηση του εθίμου για εκείνη τη χρονιά.

James Mayer
O Τζέιμς Μάγιερ Ρότσιλντ ο τραπεζίτης που μας επισκέφθηκε το 1847

Η απόφαση προκαλεί θύελλα αντιδράσεων καθώς ο λαός της ευάριθμης ακόμα πρωτεύουσας αρνείται να αναστείλει τα βαθιά ριζωμένα έθιμα και παραδόσεις. Στην βυζαντινή εκκλησία των Αγίων Ασωμάτων, στο Θησείο, αλλά και στον γειτονικό ναό του Αγίου Φιλίππου, οι «ανυπάκουοι» πιστοί ετοίμασαν κανονικά το ομοίωμα του Ιούδα ώστε να του βάλουν φωτιά το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα 4 Απριλίου 1847, τιμωρώντας για μια ακόμα φορά συμβολικά τον φιλάργυρο μαθητή που πρόδωσε τον Ιησού. Έτσι, πήραν ανδρικά παλιόρουχα, τα παραγέμισαν με βαμβακόσπορο και βρεγμένο μπαρούτι, ετοίμασαν και ένα ομοίωμα κεφαλιού σχηματίζοντας με μαύρο καπνό τα γένια και τα μαλλιά του και αφού το κρέμασαν με χοντρό σκοινί, περίμεναν ανυπόμονα να έρθει η ώρα να το λαμπαδιάσουν.

Οι αρχές όμως ξεκαθαρίζουν για μια ακόμη φορά ότι δεν πρόκειται να επιτρέψουν την τήρηση του εθίμου. Και πράγματι, το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα προκαλείται ένταση. Οι πιστοί οργίζονται. Νιώθουν ότι καταπιέζεται η θρησκευτική τους ελευθερία. Δεν στρέφονται όμως κατά του πρωθυπουργού ή του βασιλέα Όθωνα. Άλλος θα την πληρώσει.

Ο Πατσίφικο αντιδρά στο «κάψιμο του Εβραίου»

κάψιμο Ιούδα
Κάψιμο του Ιούδα στις μέρες μας

Μόλις 80 μέτρα μακριά από την εκκλησία των Αγίων Ασωμάτων, στη συμβολή Σαρρή και Λεωκορίου ζει ένας διπλωμάτης, εβραίος σεφαραδίτης (δηλαδή ιουδαίος με καταγωγή από την Ιβηρική χερσόνησο), μαζί με τους δυο του κόρες. Πρόκειται για τον 37χρονο Δαυίδ Μπονιφάτσιο Πατσίφικο που φέρεται να έχει γεννηθεί από Πορτογάλους γονείς στο αγγλοκρατούμενο Γιβραλτάρ, άρα ήταν τυπικά Βρετανός υπήκοος. Είχε εγκατασταθεί στην Αθήνα από το 1836 ως πρόξενος της Πορτογαλίας, ωστόσο το 1842 ανακαλύφθηκε ότι εμπλεκόταν σε οικονομικές καταχρήσεις και παύθηκε από τα καθήκοντά του. Κατόπιν προσκολλήθηκε στον κύκλο της ευκατάστατης Αμερικανογαλλίδας δούκισσας της Πλακεντίας, Σοφίας ντε Μαρμπουά Λεμπρέν. Για καιρό ζούσε από τα χρήματά της, ενώ δεν άργησε να επιδοθεί και στην τοκογλυφία με κεφάλαια άγνωστης προέλευσης.

Το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα, οι πιστοί πέρασαν κάτω από το σπίτι του, πηγαίνοντας να κάψουν το ομοίωμα του εβραίου Ιούδα. Ο Πατσίφικο βγαίνει εκνευρισμένος στο μπαλκόνι και αρχίζει να τους κατηγορεί για την τήρηση του εθίμου, που όπως τους τόνισε, αποτελεί προσβολή για τα θρησκευτικά του πιστεύω. Κατά μια άλλη εκδοχή, οι Αθηναίοι τον θεώρησαν υπαίτιο της απαγόρευσης του εθίμου, λόγω της επιρροής που ασκούσε σε κυβερνητικά κλιμάκια. Όπως και να ‘χει, ο όχλος επιτέθηκε με μένος εναντίον του. Το ανεξέλεγκτο πλήθος εισέβαλλε στο σπίτι και το λεηλάτησε. Άρπαξε όποια αντικείμενα θεωρούσε ότι είχαν κάποια αξία και άρχισε να πετάει από το παράθυρο εκατοντάδες μικροαντικείμενα, καρέκλες, στρώματα, τραπέζια, κεριά… Ο ιδιοκτήτης μαζί με τις κόρες του είχαν κλειδαμπαρωθεί στη σοφίτα. Ευτυχώς η χωροφυλακή έφθασε λίγο πριν καταφέρουν να σπάσουν το λουκέτο και μπουν μέσα να λιντσάρουν πατέρα και κόρες.

Αθήνα
Η Αθήνα στα μέσα του 19ου αιώνα

Η άκρως παράλογη αποζημίωση

Τρεις μέρες μετά τα γεγονότα, ο Πατσίφικο απαιτεί να του δοθεί ως αποζημίωση το ιλιγγιώδες ποσό των 886.736 δραχμών και 67 λεπτών (περίπου 32.500 λιρών Αγγλίας). Με τόσα λεφτά όχι απλώς αγόραζε καινούργια οικοσκευή, αλλά μπορούσε κάλλιστα να χτίσει εξ΄αρχής ολόκληρο σπίτι και μάλιστα μεγαλύτερο. Μάλιστα για να δικαιολογήσει ένα τόσο μεγάλο ποσό, στο σχετικό έγγραφο που συνέταξε ανέφερε πως ανάμεσα στα χαρτιά που καταστράφηκαν ήταν και κάποιες αποδείξεις πορτογαλικού χρέους προς εκείνον, της τάξης των 665.450 δραχμών.

Κοστολογεί επίσης τη «συζυγική κλίνη από συμπαγές ακαζού (σ.σ. ξύλο μαόνι)» στις 3.750 δραχμές και αναφέρει πως τους κατέστρεψαν επίσης 15 βιβλία, μια βιβλιοθήκη, δύο καθρέφτες και μια θερμάστρα. Την υπερβολική απαίτησή του, δεν την έστειλε στην ελληνική πολιτεία αλλά στην βρετανική πρεσβεία, υπογράφοντας ως… «ιππότης Πατσίφικο», άσχετα εάν από πουθενά δεν προκύπτει ότι έχει λάβει ποτέ έναν τέτοιο τίτλο τιμής.

Ωστόσο η απαίτηση εγκρίθηκε από τον τότε υπουργό Εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας, λόρδο Ερρίκο Ιωάννη Τεμπλ που δίνει εντολή στον Άγγλο πρεσβευτή στην Αθήνα, να προσθέσει στο ποσό της διεκδικηθείσας αποζημίωσης άλλες 500 λίρες. Η κυβέρνηση αρνείται να πληρώσει ένα τόσο μεγάλο ποσό και προτείνει στον Πατσίφικο να προσφύγει στα δικαστήρια και όποια απόφαση αποζημίωσης ληφθεί, να υλοποιηθεί από το κράτος.

Η εμφάνιση της πάνοπλης μοίρας 12 αγγλικών πλοίων στον Πειραιά

Οι Βρετανοί δεν διατίθενται να διαπραγματευτούν ούτε κατ΄ελάχιστον. Στις 4 Ιανουαρίου 1850 εμφανίζεται έξω από το λιμάνι του Πειραιά μια πάνοπλη μοίρα 15 πλοίων του αγγλικού στόλου με 731 πυροβόλα και 8.000 άνδρες, υπό τον ναύαρχο Ουίλιαμ Πάρκερ.

Ουίλιαμ Πάρκερ
Ο ναύαρχος του Βρετανικού στόλου, σερ Ουίλιαμ Πάρκερ

Ο ανώτατος αξιωματικός, συνοδευόμενος από τον νέο πρεσβευτή της Βρετανίας στην Αθήνα, Τόμας Ουάις, επισκέπτεται τον υπουργό Εξωτερικών Ανδρέα Λόντο και του επιδίδει με έπαρση τελεσίγραφο με το οποίο δινόταν προθεσμία 24 ωρών για να ικανοποιηθούν οι χρηματικές αξιώσεις του Πατσίφικο. Εάν δεν το πράξει, τίθεται σε εφαρμογή ο επ’ αόριστον ναυτικός αποκλεισμός όλων των μεγάλων λιμανιών της χώρας.

Ο υπουργός ζητά χρόνο ώστε να βρεθεί μια συμβιβαστική λύση. Οι Βρετανοί αρνούνται και προχωρούν στον αποκλεισμό. Κανένα προϊόν δεν μπαίνει και δεν βγαίνει από το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας και το ίδιο ετοιμάζεται να κάνει στόλος και σε άλλους στρατηγικής σημασίας λιμένες.

Πολύ σύντομα το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού αρχίζει να υποφέρει απ’ τα προβλήματα επισιτισμού. Πρωτίστως πλήττεται η πρωτεύουσα καθώς λόγω έλλειψης οδικού δικτύου, όλο το εμπόριο εξαρτιόταν από τη θάλασσα. Μέχρι τις 29 Ιανουαρίου το Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό είχε κατασχέσει πάνω από 200 ελληνικά εμπορικά σκάφη διαφόρων τύπων και μεγεθών εφαρμόζοντας τις απειλές του.

Φιλούσαν τα χέρια του Όθωνα

Παρά τις κακουχίες και τις στερήσεις όμως, ο λαός στηρίζει σθεναρά την αξιοπρεπέστατη στάση του βασιλέα Όθωνα Α’ και της κυβέρνησης. Ακόμη και τα μέλη του Αγγλικού Κόμματος στην Ελλάδα τάσσονται στο πλευρό τους. Όταν την Κυριακή 8 Ιανουαρίου 1850 το βασιλικό ζεύγος εμφανίζεται στο Πεδίον του Άρεως για τον καθιερωμένο περίπατο, ο κόσμος άρχισε να τον επευφημεί ενώ κάποιοι έφτασαν στο σημείο να του φιλάνε τα χέρια. Στο Λονδίνο την ίδια ώρα η Βουλή των Κοινοτήτων είναι έξαλλη με τους χειρισμούς του υπουργού Εξωτερικών, υποκόμη Πάλμερστον. Είχε σταλεί μια τεράστια ναυτική δύναμη για ένα ασήμαντο περιστατικό. Εκείνος προσπαθεί να δικαιολογηθεί υποστηρίζοντας πως η Μεγάλη Βρετανία στο πλαίσιο της υπεράσπισης των υπηκόων της, έχει το δικαίωμα να υποκαθιστά ακόμη και τα ξένα δικαστήρια. Η Γαλλία ζητά αναίρεση της απόφασης ναυτικού αποκλεισμού, ενώ εντονότατες πιέσεις προς το Λονδίνο ασκεί και η Ρωσία που θεωρεί υπερβολικές τις βρετανικές αξιώσεις.

Τελικά ο αποκλεισμός θα αρθεί στις 15 Απριλίου 1850, αφού πρώτα η Ελλάδα είχε αναγκαστεί να καταβάλλει ως ενέχυρο στην Αγγλία 330.000 δραχμές. Όπως αναφέρει ο επίκουρος καθηγητής Πολιτικής και Διπλωματικής Ιστορίας στο πανεπιστήμιο Νεάπολις Πάφου Αντώνης Κλάψης στο βιβλίο του «Πολιτική και διπλωματία της ελληνικής εθνικής ολοκλήρωσης 1821 – 1923» (εκδόσεις Πεδίο) οι απειλές της Βρετανίας συνέβαλλαν στην κατακόρυφη μείωση της επιρροής της στα ελληνικά πολιτικά τεκταινόμενα καθώς επίσης και στην εντυπωσιακή ενίσχυση της φιλορωσικής – αλλά δευτερευόντως και της φιλογαλλικής – μερίδας της ελληνικής κοινής γνώμης. Την ίδια ώρα βέβαια, ωφελημένος έβγαινε ο βασιλιάς Όθωνας Α’ που είχε πρωτοστατήσει στη διαμόρφωση της ελληνικής στρατηγικής κατά τη διάρκεια της σοβαρής κρίσης που είχε επέλθει με τους Άγγλους.

Στην Ιστορία τα παραπάνω γεγονότα έχουν μείνει γνωστά ως «Πατσιφικά» και το θέμα είναι πως όταν ορίστηκε Επιτροπή Διαιτησίας που εξέτασε την υπόθεση, αποφάνθηκε πως η ζημιά που είχε υποστεί το θύμα δεν ήταν 886.736 δραχμές, αλλά μόλις… 3.730! Όσο δηλαδή υποστήριζε ο ίδιος ότι κόστισε μόνο το κρεβάτι του. Κατόπιν τούτου επεστράφη στην ελληνική κυβέρνηση η εγγύηση που είχε καταθέσει και πληρώσαμε στον Πατσίφικο μονάχα τις 3.730 δραχμές.

Το σπίτι του Πατσίφικο
Το σπίτι του Πατσίφικο μετά τη λεηλασία