Θλίψη και οργή… Από την Τρίτη το βράδυ η ελληνική κοινωνία θρηνεί και αναζητά τα μεγάλα «γιατί» της ανείπωτης τραγωδίας στα Τέμπη με τη σύγκρουση των δύο τρένων που οδήγησε στο θάνατο δεκάδες ανθρώπους, κυρίως νέους σε ηλικία.

Όλοι στέκουν βουβοί στην οδύνη των συγγενών και φίλων που έχασαν τους ανθρώπους τους σε ένα από τα πιο φριχτά δυστυχήματα στη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Πολλοί προστρέχουν να βοηθήσουν όπως μπορούν, συγκλονιστική ήταν η προσέλευση για αιμοδοσία, ενώ τα μηνύματα αλληλεγγύης φτάνουν από κάθε γωνιά με τις εικόνες να κάνουν το γύρο του κόσμου.

Οι μαρτυρίες των επιζώντων και οι ιστορίες των θυμάτων συγκλονίζουν, με τον πόνο να γιγαντώνεται καθώς γονείς κηδεύουν τα παιδιά τους και άλλοι περιμένουν μια ενημέρωση για τους δικούς τους ανθρώπους με τις ελπίδες τους να εξανεμίζονται στα συντρίμμια των βαγονιών των δύο αμαξοστοιχιών που μετατράπηκαν σε άμορφη μάζα.

«Ο γιος μου Ντένις Ρούτσι είχε εισιτήριο στο 5ο βαγόνι και στη θέση 22. Δε βρίσκεται ούτε στους τραυματίες, ούτε στους αγνοούμενους. Ζητάω από τα παιδιά που βρίσκονταν στο τρένο και επέζησαν να μου δώσουν αν γνωρίζουν έστω μια πληροφορία, εάν είδαν το παιδί μου», λέει με λυγμούς μητέρα ψάχνοντας απεγνωσμένα το παιδί της.  

Οι ιστορίες πίσω από τους τραγικούς αριθμούς

Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης η θλίψη, ο θυμός και η αλληλεγγύη εναλλάσσονται. «Σε περιμένω να γυρίσεις να κάνουμε τα όνειρα μας πραγματικότητα. Είμαι εδώ και περιμένω. Να με προσέχεις από εκεί ψηλά. Σ’ αγαπώ για πάντα», έγραψε νεαρή γυναίκα αποχαιρετώντας τον 28χρονο σύντροφό της που επέβαινε στη μοιραία αμαξοστοιχία.

«Καλό παράδεισο ξαδερφούλα, ο Θεός σε ήθελε κοντά του. Τόσο μικρή μόλις στα 22 σου χρόνια σου στέρησαν τη ζωή και τα όνειρά σου. Θα τα πούμε σύντομα. Να προσέχεις στη γειτονιά των αγγέλων», ήταν το μήνυμα του ξαδέρφου της νεαρής Ιφιγένειας Μήτσκα που επέβαινε στο τρένο μαζί με τον σύντροφό της, ο οποίος νοσηλεύεται τραυματισμένος.

«Η ζωή δεν είχε αρχίσει για αυτόν ακόμα, αλλά δεν μπόρεσε να συνεχίσει τη ζωή του. Είχε πάει στην Αθήνα για το τριήμερο με την κοπέλα του και επέστρεφε στη Θεσσαλονίκη. Περίπου στις 23:00 μας πήρε τηλέφωνο και μας είπε πως ήταν στη Λάρισα, είχαν μια μικρή καθυστέρηση και θα έρθουν… Λίγο αργότερα μας πήρε τηλέφωνο η φίλη του και μας είπε ότι έχει γίνει ένα ατύχημα, ότι αυτή βγήκε από το τρένο, αλλά ο Γιώργος λείπει, δεν τον βρίσκει πουθενά», ανέφερε ο Λυσίμαχος Παπάζογλου, πατέρας ενός εκ των θυμάτων. Ο 22χρονος γιος του είχε σηκωθεί να πάει στο κυλικείο λίγο πριν τη σύγκρουση και δεν επέστρεψε ποτέ… «Το παιδί δεν έχει ακόμη βρεθεί. Δεν τον αναζητώ. Περιμένω την ταυτοποίηση».

«Δυστυχώς έχουμε άσχημα νέα για τον αδερφό μου. Σας ευχαριστούμε όλους και όλες για όλη τη βοήθεια και τη συμπαράσταση, και όλες τις πληροφορίες που μας δώσατε. Το μόνο που ζητάμε είναι να βρεθεί κάποιο από όλα τα παιδιά που ακόμη αγνοούνται», έγραψε ο αδελφός του Βάιου Βλάχου, του 34χρονου από την Καρδίτσα που επέστρεφε από την Αθήνα μαζί με τη σύντροφό του, η οποία νοσηλεύεται στη ΜΕΘ.

Στη τραγική λίστα των θυμάτων και δύο δίδυμες αδελφές, από την Καλαμπάκα, Θώμη και Χρύσα, και η ξαδέλφη τους, Αναστασία. Νέα κορίτσια ηλικίας 20 και 19 ετών, που επέστρεφαν στη Θεσσαλονίκη για τις σπουδές τους και αποφάσισαν να κάτσουν στο κυλικείο αφότου επιβιβάστηκαν γιατί στο βαγόνι τους δεν υπήρχε θέση. «Ίσως φτάσουμε κάποτε… Ποτέ ξανά με τρένο» έγραφαν σε μια από τις τελευταίες αναρτήσεις του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σχολιάζοντας την καθυστέρηση που είχε η αμαξοστοιχία.

Η 34χρονη Αθηνά Κατσάρα δεν θα ξαναδεί το 2 ετών παιδί της, ενώ ο σύντροφός της Νίκος, που ταξίδευε μαζί της, σώθηκε γιατί δευτερόλεπτα πριν από τη σύγκρουση σηκώθηκε από τη θέση του για να πάει στην τουαλέτα σε άλλο βαγόνι. Στη λίστα των θυμάτων και η 28χρονη Ελπίδα Χούτα. Με λυγμούς, ο πατέρας της ξεσπά: «Περιμένω να μου τηλεφωνήσουν. Να την παραλάβω στο κουτί. Δεν αντέχω άλλο πόνο. Κι εγώ και όλοι οι υπόλοιποι που είμαστε μέσα. Όλοι έχουν χάσει παιδιά… Φοιτητές… Την αφρόκρεμα ενός κράτους. Τζάμπα και βερεσέ. Όλα αυτά τα παιδιά είχαν φιλοδοξίες στη ζωή τους. Μπήκε στο τρένο το κορίτσι μου και το παίρνω στην κάσα».

«Έχασα πατέρα και αδελφό 15 ετών. Να γίνει κάτι για να μην υπάρξουν ξανά τέτοια θύματα. Πληρώσανε εισιτήρια θανάτου. Το καταλαβαίνετε! Ο αδελφός μου ήταν 15 ετών είχε όλη τη ζωή μπροστά του!», ξεσπά ένα νέο παιδί που ενημερώθηκε για το χαμό των δικών του ανθρώπων, του 54χρονου πατέρα του Βαγγέλη Μπουρνάζη και του 15χρονου αδελφού του Παναγιώτη.

«Σχόλαγες το μεσημέρι, είχες ρεπό, μου είπες βιάζεσαι να πας να ετοιμαστείς να πάρεις το τρένο, να πας να δεις τη οικογένειά σου στη Θεσσαλονίκη. Σε χτύπησα στον ώμο και σου είπα: “Άντε δρόμο, τα λέμε με το καλό όταν γυρίσεις!”. Που να φανταστώ πως δεν θα τα λέγαμε ποτέ ξανά. Καλό σου ταξίδι μικρέ…», ανέφερε μήνυμα για τον Νικήτα Καραθεοδώρου, τον 23χρονο υπαρχιπυροσβέστη με καταγωγή από τη Θεσσαλονίκη, που υπηρετούσε στην Αθήνα. Μαζί του ταξίδευε η 23χρονη σύντροφός του Κέλλυ Πορφυριδου. Οι συγγενείς της περιμένουν έξω από το νοσοκομείο της Λάρισας. Η Κέλλυ είναι στη λίστα των αγνοούμενων.

«Βρήκα ένα μωρό κάτω από τα καθίσματα» – «Ήταν μια πύρινη κόλαση»

Οι μαρτυρίες όσων επιβίωσαν αποκαλύπτουν την κόλαση στο δρομολόγιο του θανάτου. Ο 20χρονος φοιτητής Μιχάλης Κλάψας, βρέθηκε τυχαία στο μοιραίο τρένο, ήταν να φύγει με τον προηγούμενο. «Έβλεπα ταινία στο κινητό. Ξαφνικά, δεν ακούσαμε ούτε φρένο, ούτε τίποτα, βλέπουμε μια λάμψη και φεύγουμε πάνω από τις ράγες. Μια μητέρα τάιζε το μωρό της. Το παιδί πετάχτηκε από τα χέρια της. Τη βλέπω και φωνάζει “το μωρό μου, το μωρό μου, βοήθεια, το μωρό μου”. Ξεκινήσαμε και ψάχναμε με τη μητέρα και το μωρό ήταν κάτω από τα καθίσματα. Πιάσαμε το μωρό, το βγάλαμε και την οδήγησα πιο μπροστά να τη βγάλουν τα άλλα παιδιά που είχαν σπάσει το παράθυρο».

Ο 20χρονος βοήθησε και άλλους να βγουν από το βαγόνι που ήταν γεμάτο με καπνούς από τη φωτιά. «Ήταν ένα ζευγάρι μπροστά από μένα, που η κοπέλα η μισή ήταν απ’ έξω, η άλλη μισή από μέσα. Την απ’ έξω μεριά την είχαν πλακώσει οι λαμαρίνες. Μου λέει “αδελφέ, βοήθησε η κοπέλα μου”. Στραβώνω τη λαμαρίνα, πιάνω την κοπέλα από τη μέση, τη σηκώνω, λέω στο παιδί το άλλο τράβα εσύ το χέρι να την ξεκολλήσουμε. Ξεκολλάμε την κοπέλα, την αφήνουμε στο κάθισμα. Μου λέει “αδελφέ, είναι σπασμένο το κεφάλι της”. Πιάνω σφυγμό, είχε σφυγμό. Μετά ήτανε δυο γυναίκες, τις οποίες δεν μπορούσαμε να τις βγάλουμε γιατί ήταν κολλημένες. Τους λέμε μείνετε ξύπνιες δεν μπορούμε να σας βγάλουμε θα έρθει βοήθεια είστε κολλημένες». «Όταν βγήκα έξω κατάλαβα το μέγεθος της καταστροφής», διηγείται, σημειώνοντας πως η εικόνα των νεκρών και οι κραυγές δεν θα φύγουν από τη μνήμη του.

Η Βασιλική Οικονομάκη, που νοσηλεύεται τραυματισμένη, λέει πως «θυμάμαι να είναι όλα μαύρα, να έχουν σβήσει τα φώτα. Να είναι όλα μαύρα, να προσπαθούμε να βγάλουμε τα σίδερα από πάνω μας από τα χαλάσματα. Προσπαθούσα να βρω τους ανθρώπους που ήταν μαζί μου. Φώναζα βοήθεια. Θυμάμαι να καίγομαι και βγήκα έξω επειδή καιγόμουν. Έτσι σώθηκα, πήδηξα σε κάτι πράγματα». Επιπλέον, θυμάται πως το βαγόνι του κυλικείου ήταν όλο γεμάτο και δυσκολεύονταν να βρει θέση, ενώ μετά τη σύγκρουση, άνθρωποι καιγόντουσαν ζωντανοί και φωνάζανε.

Ο 20χρονος Ανδρέας Αλικανιώτης ήταν επίσης ένας από τους νεαρούς που βοήθησαν πολλούς να βγουν από τα κατεστραμμένα βαγόνια και περιγράφει εφιαλτικές εικόνες. «Υπήρχαν άτομα ακρωτηριασμένα, άτομα με εγκαύματα. Είδαμε κόσμο αιμόφυρτο να είναι πανικοβλημένος, να κλαίει και να ζητάει βοήθεια. Το τρένο είχε γείρει και υπήρχαν εκρήξεις. Σπάσαμε το παράθυρο για να βγούμε, είδαμε ότι βρισκόμασταν ψηλά και ρίξαμε τις βαλίτσες κάτω για να μπορέσουμε να προσγειωθούν όσο το δυνατόν στα μαλάκα».  

«Σε πολλά σημεία δεν μπορούσαμε να φτάσουμε από τις φλόγες. Υπήρχαν παντού συντρίμμια. Στο βαγόνι 3 υπήρχαν πολλοί νεκροί. Το βαγόνι Νο 1 διαλύθηκε αμέσως, το βαγόνι Νο 2 καταστράφηκε από τη φωτιά», περιγράφει ο Άγγελος Τσιαμούρας, που επίσης έβγαλε πολλούς ανθρώπους από τα κατεστραμμένα βαγόνια. «Ήταν σαν μια πύρινη κόλαση. Πάνω στην αδρεναλίνη μου μπόρεσα και τα κατάφερα. Μαζί με τον φίλο μου τον Γιώργο έπρεπε όσο πιο γρήγορα να βγάλουμε τους ανθρώπους από το βαγόνι 3, αλλά χωρίς τα μέσα που είχαν οι άνδρες της ΕΜΑΚ. Παίζαμε με τον χρόνο. Εν τέλει τα καταφέραμε. Οι περισσότεροι ήταν νέοι άνθρωποι. Έχασα τον κόσμο κάτω από τα πόδια μου όταν μια γιαγιά έψαχνε το 6 μηνών εγγόνι της και δεν μπορούσα να το βρω. Αργότερα με ειδοποίησε η μητέρα του ότι είναι καλά».

H Μιχαέλα Φρουδαράκη στη συγκλονιστική μαρτυρία της ανέφερε: «Κατεβήκαμε και ήταν όλο σίδερα, προχωρήσαμε λίγο πιο κάτω και πιανόμασταν από το εμπορικό τρένο με το οποίο συγκρουστήκαμε. Κάποιοι έπεφταν κάτωκαι χτυπούσαν, γιατί δεν μπορούσαν να προχωρήσουν. Σκαρφαλώσαμε πάνω στο ένα βαγόνι και περάσαμε από την άλλη πλευρά».

«Βλέπαμε μπροστά μας άτομα νεκρά, είδα μια κοπέλα να κρατάει το κομμένο της πόδι, ακρωτηριασμούς, νεκρούς, τραυματίες, αίματα παντού. Είδα έναν νεαρό νεκρό στο έδαφος, δεν ήθελα να βλέπω άλλο […] Ήταν πολλά τα άτομα που χτύπησαν βαριά, τα ασθενοφόρα δεν ήταν αρκετά. Ένα παιδί που βρισκόταν πίσω μου είχε χτυπήσει στα πλευρά και πονούσε πάρα πολύ. Δεν βρέθηκε κάποιος να τον πάει νοσοκομείο. Παίρνανε τους φίλους τους να έρθουν να μεταφέρουν».

O Θεόδωρος Κατσιούλης έσπασε τη μύτη του και είχε κατάγματα. «Όταν άνοιξα τα μάτια μου άκουσα ουρλιαχτά και επικράτησε πανικός. Δύο παιδιά πήγαν να βγουν και φώναζαν φωτιά. Πήγαν να βγουν από την άλλη πόρτα αλλά ήταν σφραγισμένη. Ένα παιδί έσπασε το τζάμι και βγήκε μία κοπέλα μετά πήγα να βγω εγώ και είδα λαμαρίνες από έξω. Μια γυναίκα με δύο παιδιά μου ζήτησε να τη βοηθήσω να βγάλω το παιδί της έξω. Βγήκαμε έξι άτομα από αυτή τη μεριά».

«Υπήρχε πανικός και φωτιά παντού. Η θερμοκρασία ήταν πολύ υψηλή και είχε πολύ καπνό. Παρά το ότι θα καιγόμασταν, δεν έφυγε κανείς, αλλά κάτσαμε να βοηθήσουμε. Υπήρχαν διαμελισμένα μέλη ανθρώπων, κόσμος φώναζε βοήθεια».

«Ήταν η κακιά η (χ)ώρα»

Ατέλειωτος ο πόνος έξω από το Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας, όπου συνεχίζεται η διαδικασία της ταυτοποίησης των σορών, ενώ λίγο πιο μακριά, στην κεντρική πλατεία της πόλης νέοι «γίνονται όλων των νεκρών η φωνή» ζητώντας «το έγκλημα στα Τέμπη να μη συγκαλυφθεί». Συγκεντρώσεις πραγματοποιήθηκαν και στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες πόλεις.

«Πάρε με όταν φτάσεις…» έγραφαν τα πανό, παραπέμποντας στην αγωνία των γονιών και τα λόγια τους προς τα παιδιά τους πριν από κάθε ταξίδι. «Στείλε όταν φτάσεις…» ήταν και το μήνυμα που έγραψαν με τις τσάντες τους στο προαύλιο του σχολείου τους οι μαθητές του Γυμνασίου και του Λυκείου της Πύλου στη δική τους συμβολική διαμαρτυρία. Πολλά από τα παιδιά, που επιβιβάστηκαν στην αμαξοστοιχία intercity 62, φοιτητές που γύριζαν στη βάση τους μετά το τριήμερο της Καθαρής Δευτέρας, δεν έφτασαν ποτέ… «ηταν η κακιά η (χ)ωρα».

Τα σκίτσα της τραγωδίας

Σκιτσογράφοι και καλλιτέχνες αποτύπωσαν στα σκίτσα τους την οδύνη και τα αναπάντητα ερωτήματα της τραγωδίας, με τις εικόνες να κάνουν τον γύρο του διαδικτύου…