Η σπουδαία και βραβευμένη Ελληνίδα ποιήτρια Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ έφυγε από τη ζωή την Τρίτη σε ηλικία 81 ετών.

Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, η οποία ήταν πνευματική κόρη του μεγάλου συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη, είχε μιλήσει στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων στις 9 Ιουλίου 2017.

Η λογοτέχνις είχε μιλήσει για την ελληνική γλώσσα στη συνέντευξή της αλλά και για τη σημασία του χρόνου στην ποίηση, με αφορμή την κυκλοφορία τότε του βιβλίου της «Άνθρωπος και Χρόνος».

 

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

 

«Ενώ δεν έχω καμιά πίστη σε Θεό, πιστεύω από την άλλη μεριά σε μία και μοναδική μεταφυσική: στο να θέτεις το ερώτημα τού πώς βρεθήκαμε εδώ, όντας εκ παραλλήλου πεπεισμένος πως δεν πρόκειται να πάρεις ποτέ την παραμικρή απάντηση». Απόσπασμα από συνέντευξή της στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, στις 9 Ιουλίου 2017. Η σπουδαία και βραβευμένη Ελληνίδα ποιήτρια Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, η οποία ήταν πνευματική κόρη του μεγάλου συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη, έφυγε από τη ζωή σήμερα, Τρίτη 21 Ιανουαρίου, σε ηλικία 81 ετών. Το έργο της έχει μεταφραστεί σε περισσότερες των δέκα γλωσσών και ποιήματα της εμπεριέχονται σε λογοτεχνικές ανθολογίες. Η συνεισφορά της στον ελληνικό πολιτισμό θα μνημονεύεται για πάντα. #poetry #poetryofinstagram #hellas #greece

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Newsbeast.gr (@newsbeast.gr) στις

«Η ποίηση» είχε αναφέρει η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ «είναι αδιάρρηκτα συνδεδεμένη με τη νιότη. Αν και πλησιάζοντας τα ογδόντα μου χρόνια, νιώθω πως το μέσα μου δεν έχει αλλάξει. Ό,τι συλλαμβάνω απέξω, ό,τι καταφτάνει από τον εξωτερικό περίγυρο στη συνείδησή μου, ξέρω πως παραμένει το ίδιο, πως δεν έχει μεταβληθεί ο τρόπος της αίσθησης και της πρόσληψής του. Όπως κι αν δούμε, ωστόσο, το ζήτημα, ο χρόνος είναι το μεγάλο αφεντικό. Αν τον παραδεχτείς, αν σου πει “τώρα μην κάνεις αυτό, κάνε κάτι άλλο” και το αποδεχτείς, είναι πολύ πιθανόν να προκύψει ένα καλό αποτέλεσμα. Όπως, επί παραδείγματι, το να ανακαλύψεις νέες πηγές ενέργειας και σκέψης, ακόμα κι αν η ιστορία με τη νιότη και τον έρωτα έχει τελειώσει οριστικά. Αυτό ήταν το πνεύμα του έργου μου “Της μοναξιάς διπρόσωποι μονόλογοι”, που κυκλοφόρησε το 2016. Με το “Άνθρωπος και Χρόνος” τα πράγματα είναι διαφορετικά. Δύο ποιητές, ο Δημήτρης Βίκτωρ κι εγώ, ξεκινούν να συνομιλούν τελείως απροετοίμαστα μεταξύ τους, χωρίς να ξέρουν εκ των προτέρων ο ένας τι θα πει ο άλλος. Εκείνος αναλαμβάνει τον ρόλο του Χρόνου, εγώ τον ρόλο του Ανθρώπου».

Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ είχε απαντήσει και στο αν η ποίηση είναι ικανή να προσφέρει παρηγοριά για το πέρασμα του χρόνου: «Η ζωή διαθέτει μια πηγαία δύναμη, μια δύναμη αυθόρμητη, που έρχεται και μας συμπαραστέκεται παρά τη λύπη της γήρανσης και της φθοράς. Γιατί υπάρχει και λειτουργεί, και είναι μονίμως ενεργό, το ένστικτο της επιβίωσης. Ένα ένστικτο δίχως το οποίο θα ήταν αδύνατον να υπομείνουμε την αντικειμενικά απαίσια πραγματικότητα. Υπό αυτή την έννοια, ο διάλογος μεταξύ των δύο ποιητών στο “Άνθρωπος και Χρόνος” είναι κι ένας τρόπος για να ελαφρώσουμε μια τόσο επιβαρημένη κατάσταση».

Η ποιήτρια είχε μιλήσει και για τη σχέση της με το Θείο: «Το σώμα είναι η νίκη και η ήττα των ονείρων, η πρώτη ανάσα και η τελευταία φαντασίωση. Το σώμα συνιστά ταυτοχρόνως τη σχιζοφρένεια της ύπαρξής μας. Ενώ δεν έχω καμιά πίστη σε Θεό, πιστεύω από την άλλη μεριά σε μία και μοναδική μεταφυσική: στο να θέτεις το ερώτημα τού πώς βρεθήκαμε εδώ, όντας εκ παραλλήλου πεπεισμένος πως δεν πρόκειται να πάρεις ποτέ την παραμικρή απάντηση».

Όσο για τη σχέση του ανθρώπου με το παρελθόν του ανέφερε: «Το παρελθόν είναι μια θεραπεία που έχει φτιάξει ο ίδιος ο χρόνος. Ο άνθρωπος με το θαυμαστό μυαλό του έχει επινοήσει μύθους που τον βοηθούν να επιβιώσει. Το παρελθόν είναι η ελπίδα. Αφού προλάβαμε να δημιουργήσουμε τόσα κατά την πεπερασμένη διάρκειά του, έχουμε άλλα τόσα να δημιουργήσουμε για το μέλλον. Μέχρι να καταλήξουμε σε ένα μεγαλύτερο ποτάμι για τον ρου του οποίου δεν γνωρίζουμε παρά ελάχιστα».

Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ έκανε εκτενή αναφορά και στην επιβίωση της ελληνικής γλώσσας: «Η ελληνική γλώσσα θα γίνει σε λίγο καρέτα-καρέτα. Και δεν πρόκειται μόνο για τα ελληνικά. Και τα αγγλικά, που κυριαρχούν στις ημέρες μας απολύτως, κινδυνεύουν να μετατραπούν, ακριβώς λόγω της κυριαρχίας τους, σε κατσαβίδι, σε ένα εργαλείο που τα καταστρέφει σταδιακά. Κι ύστερα είναι και η αντιλογοτεχνική εποχή μας, που διοχετεύει τα πάντα σε εικόνες, που διαλύει τη δομή και τη σύνθεση της γλώσσας. Μπορεί να διακατέχομαι από παλαιού τύπου γλωσσικές αντιλήψεις και συνήθειες, αλλά έχω αφιερώσει στη γλώσσα τη ζωή μου. Γιατί η ποίηση χωρίς τη γλώσσα είναι αδιανόητη. Κοιτάζεις ένα χάικου κι εκεί που αντιλαμβάνεσαι πως δεν περιέχει παρά ελάχιστη γλώσσα, συνειδητοποιείς πως αποτελεί μιαν ολόκληρη μελέτη για μία και μόνο λέξη. Γιατί αν όλα μετασχηματιστούν σε όραση και ακοή, τι θα απογίνουμε;».