Το ύψος των τραπεζικών καταθέσεων αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την παροχή τραπεζικών πιστώσεων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, ενώ ο ρυθμός μεταβολής των πιστώσεων έχει σημαντικό (και μετρήσιμο) αντίκτυπο στον ρυθμό μεταβολής του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ), αναφέρεται σε μελέτη της Eurobank.

Στην περίπτωση της Ελλάδας, οι εκτιμήσεις της μελέτης υποδηλώνουν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα ότι μια αύξηση κατά 1 ποσοστιαία μονάδα στον ετήσιο ρυθμό μεταβολής των τραπεζικών πιστώσεων προς τις εγχώριες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά μπορεί να οδηγήσει σε σωρευτική αύξηση του πραγματικού ρυθμού μεταβολής του ΑΕΠ της χώρας μεταξύ 0,2 και 0,47 ποσοστιαίων μονάδων (πάνω από τον αντίστοιχο μέσο όριο των χωρών του υπό εξέταση δείγματος) σε χρονικό ορίζοντα ενός έτους.

Επίσης, η μείωση του μέσου επιτοκίου των τραπεζικών δανείων προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά κατά 1 ποσοστιαία μονάδα μπορεί να ενισχύσει τον πραγματικό ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ της χώρας κατά 0,3 ποσοστιαίες μονάδες σωρευτικά σε διάστημα ενός έτους (και αντίστροφα).

Οι κυριότερες (δυνητικές) επιπτώσεις των ανωτέρω συμπερασμάτων για τη χάραξη της νομισματικής πολιτικής και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας είναι οι ακόλουθες:

– Οι εξελίξεις στις αγορές τραπεζικών πιστώσεων στις χώρες- μέλη της Ευρωζώνης χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής αναφορικά με τη χάραξη της νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

– Λαμβάνοντας υπ’ όψιν την καθοριστική σημασία του συνολικού ύψους και κόστους των τραπεζικών καταθέσεων αναφορικά με τη δυνατότητα χορήγησης τραπεζικών πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία, η συνέχιση της διαδικασίας αποκλιμάκωσης των επιτοκίων των τραπεζικών καταθέσεων στην Ελλάδα από τα τρέχοντα (ακόμα υψηλά) επίπεδα θα μπορούσε να έχει θετική επίδραση στον ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ της χώρας, στον βαθμό που αυτή θα μπορούσε να συμπαρασύρει πτωτικά τα επιτόκια των τραπεζικών δανείων.

– Μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος ανακεφαλαιοποίησης του τραπεζικού συστήματος η συνεχιζόμενη εξομάλυνση των εγχώριων νομισματικών συνθηκών αναμένεται να οδηγήσει σε σταδιακή βελτίωση του ρυθμού μεταβολής των τραπεζικών πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής του συνολικού υπολοίπου των τραπεζικών δανείων προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά της Ελλάδας θα μπορούσε να μεταβεί σε θετική περιοχή από το 2015 και εντεύθεν.