Συνολικά, 39 χώρες χαρακτηρίζονται επισήμως πλέον ως «μη συνεργάσιμες» στον τομέα παροχής οικονομικών στοιχείων και, κατά συνέπεια, θεωρούνται «φορολογικοί παράδεισοι». Ο χαρακτηρισμός αυτός δίνεται σε κράτη που δεν ανταλλάσσουν φορολογικές πληροφορίες – εν προκειμένω, αρνούνται να δώσουν πληροφορίες στην Ελλάδα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλους διεθνείς οργανισμούς. Με απλά λόγια, πρόκειται για χώρες που δεν συνεργάζονται, ώστε οι αρχές να έχουν εικόνα για τα χρήματα που στέλνουν εκεί οι φορολογούμενοι.
Θυμίζουμε ότι η διεθνής κοινότητα, με επικεφαλής τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και την Ευρωπαϊκή Ένωση, έχει θεσπίσει συγκεκριμένους κανόνες διαφάνειας. Αυτοί προβλέπουν ότι τα κράτη ανταλλάσσουν μεταξύ τους πληροφορίες για τραπεζικούς λογαριασμούς, επενδύσεις και οικονομικές συναλλαγές αλλοδαπών πολιτών, ώστε να παρεμποδιστεί η φοροδιαφυγή. Με αυτόν τον τρόπο, μια χώρα όπως η Ελλάδα μπορεί να γνωρίζει τι χρήματα έχουν κατατεθεί στο εξωτερικό από Έλληνες πολίτες και επιχειρήσεις.
Όταν όμως ένα κράτος αρνείται να υπογράψει τέτοιες συμφωνίες ή δεν εφαρμόζει όσα έχει υπογράψει, τότε μπαίνει στη λίστα των «μη συνεργάσιμων». Η έλλειψη πληροφόρησης καθιστά πολύ δύσκολο τον έλεγχο της πάταξης του οικονομικού εγκλήματος. Αν κάποιος Έλληνας μεταφέρει μεγάλα χρηματικά ποσά σε τράπεζες τέτοιων χωρών, οι ελληνικές φορολογικές αρχές δεν έχουν τρόπο να το μάθουν. Έτσι, μπορεί να αποκρύπτει εισοδήματα και να μην πληρώνει τους φόρους που αναλογούν.
Το ίδιο ισχύει και για τις επιχειρήσεις. Αν μια ελληνική εταιρεία δηλώσει ότι έχει κάνει έξοδα σε μια χώρα που βρίσκεται στη λίστα, οι δαπάνες αυτές δεν αναγνωρίζονται αυτόματα από την Εφορία. Η εταιρεία θα πρέπει να αποδείξει με επιπλέον έγγραφα ότι πρόκειται για πραγματικές συναλλαγές, και όχι για εικονικά έξοδα που έχουν στόχο να μειώσουν τα κέρδη στη χώρα μας, προκειμένου να γλιτώσουν φόρους.
Ο Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013) είναι ξεκάθαρος. Στο άρθρο 65 προβλέπεται ότι τα μη συνεργάσιμα κράτη είναι εκείνα που δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και που, μετά από αξιολόγηση του ΟΟΣΑ, δεν έχουν κριθεί «σε μεγάλο βαθμό συμμορφούμενα» με τους κανόνες διαφάνειας.
Υπάρχουν δύο βασικές προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί μια χώρα μη συνεργάσιμη:
1. Να μην έχει συνάψει καμία συμφωνία διοικητικής συνεργασίας με την Ελλάδα για φορολογικά θέματα, ούτε να έχει υπογράψει την Κοινή Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης και του ΟΟΣΑ.
2. Να μην έχει δεσμευτεί για την αυτόματη ανταλλαγή οικονομικών πληροφοριών, κάτι που θα έπρεπε να ισχύει ήδη από το 2018.
Επιπλέον, το άρθρο 23 του ίδιου νόμου ορίζει ότι οι δαπάνες προς φυσικά ή νομικά πρόσωπα που είναι φορολογικοί κάτοικοι σε τέτοιες χώρες δεν εκπίπτουν από τα έσοδα των ελληνικών επιχειρήσεων. Μόνο αν αποδειχθεί με σαφήνεια ότι πρόκειται για πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές, και όχι για μέθοδο φοροαποφυγής, αναγνωρίζονται τελικά.
Να σημειωθεί ότι η επίσημη λίστα των μη συνεργάσιμων κρατών δεν είναι στατική, αλλά αλλάζει ανάλογα με το αν αυτά συμμορφώνονται ή όχι. Αν μια χώρα υπογράψει και εφαρμόσει συμφωνία συνεργασίας με την Ελλάδα, τότε αφαιρείται από τη λίστα. Αντίθετα, αν μια χώρα ενώ έχει συμφωνία δεν παρέχει στην πράξη τις απαραίτητες πληροφορίες, ή αν αρνηθεί να υπογράψει παρά τις προτάσεις της Ελλάδας, τότε επίσης προστίθεται στον κατάλογο. Ο ΟΟΣΑ και το Παγκόσμιο Φόρουμ για τη Διαφάνεια παρακολουθούν στενά σε ετήσια βάση ποια κράτη ανταλλάσσουν στην πράξη τις πληροφορίες που απαιτούνται και ποια όχι.
Τι σημαίνει αυτό για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις;

Για έναν απλό φορολογούμενο, ο χαρακτηρισμός «μη συνεργάσιμο κράτος» σημαίνει ότι αν μεταφέρει εκεί χρήματα ή ανοίξει λογαριασμό, οι ελληνικές αρχές δεν έχουν τρόπο να μάθουν τι κάνει. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν θα υπάρξουν συνέπειες αν κάποια στιγμή αποκαλυφθεί ότι απέκρυψε εισοδήματα.
Για τις επιχειρήσεις, το κόστος είναι άμεσο. Οι δαπάνες προς εταιρείες που έχουν έδρα σε αυτές τις χώρες δεν αναγνωρίζονται εύκολα. Οι ελληνικές εταιρείες καλούνται να προσκομίσουν αποδείξεις, τιμολόγια και άλλα έγγραφα για να αποδείξουν ότι πρόκειται για νόμιμες εμπορικές πράξεις. Η διαδικασία αυτή είναι χρονοβόρα και συχνά αποτρέπει συνεργασίες με τέτοιες αγορές. Ποιες χώρες όμως είναι αυτές;
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Β’ 5146/26-09-2025), τα μη συνεργάσιμα κράτη, δηλαδή κράτη ή περιοχές δικαιοδοσίας ή υπερπόντιες χώρες ή εδάφη που τελούν υπό οποιοδήποτε ειδικό καθεστώς σύνδεσης ή εξάρτησης κατά την έννοια του διεθνούς δικαίου, για το φορολογικό έτος 2024, είναι τα εξής:
- Αγκόλα
- Αϊτή
- Ακτή Ελεφαντοστού
- Αλγερία
- Ανγκουίλα
- Αντίγκουα και Μπαρμπούντα
- Βανουάτου
- Βασίλειο του Λεσότο
- Βρετανικές Παρθένοι Νήσοι
- Γκαμπόν
- Γκάνα
- Γουϊάνα
- Γουϊνέα
- Γουατεμάλα
- Ζάμπια
- Ζιμπάμπουε
- Καζακστάν
- Καμπότζη
- Κονγκό
- Λευκορωσία
- Λιβερία
- Μαδαγασκάρη
- Μάλι
- Μπελίζ
- Μαυροβούνιο
- Νίγηρας
- Νικαράγουα
- Ονδούρα
- Παλάου
- Παναμάς
- Σεϋχέλλες
- Σιέρρα Λεόνε
- Τανζανία
- Τόγκο
- Τρινιδάδ και Τομπάγκο
- Τζιμπουτί
- Τσάντ
- Φιλιππίνες
- Φίτζι
Προφανώς, και η ύπαρξη φορολογικών παραδείσων αποτελεί ένα παγκόσμιο πρόβλημα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι ελεγκτικές αρχές. Χώρες με χαμηλή ή μηδενική φορολογία προσελκύουν κεφάλαια από πολίτες και επιχειρήσεις που θέλουν να αποφύγουν τη φορολόγηση στις πατρίδες τους. Αυτό, όμως, δημιουργεί σοβαρές στρεβλώσεις: μειώνει τα έσοδα των κρατών, επιβαρύνει τους νομοταγείς φορολογούμενους και ενισχύει τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Η διατήρηση 39 χωρών στον κατάλογο για το 2024 δείχνει ότι η μάχη κατά της φοροδιαφυγής δεν έχει ακόμη κερδηθεί. Για την Ελλάδα, η λίστα αυτή λειτουργεί ως εργαλείο προστασίας των δημόσιων εσόδων, αλλά και ως προειδοποίηση προς όσους σκέφτονται να κρύψουν εισοδήματα εκτός συνόρων. Ταυτόχρονα, αποτελεί έναν μηχανισμό πίεσης προς τα ίδια τα κράτη που βρίσκονται στη λίστα, ώστε να συμμορφωθούν με τα διεθνή πρότυπα και να ενταχθούν σε ένα πιο διαφανές φορολογικό περιβάλλον.