Στην Ιρλανδία, δικαστήριο αποφάσισε πως ένας βρεφονηπιακός σταθμός θα πρέπει να αποζημιώσει με 5.000 ευρώ μια πρώην υπάλληλό του για την οποία έγινε γνωστό ότι είναι ομοφυλόφιλη, παρά τη θέλησή της και αφού προηγήθηκαν πιεστικές ερωτήσεις.

Η Επιτροπή Εργασιακών Σχέσεων της Ιρλανδίας έκρινε ότι η πρώην εργαζόμενη είχε υποστεί ομοφοβικές διακρίσεις λόγω του σεξουαλικού της προσανατολισμού.

Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Irish Examiner», η Επιτροπή ενημερώθηκε για το ότι μία συνάδελφος της εργαζόμενης ήταν αυτή που αμφισβήτησε με ανάρμοστο τρόπο τον σεξουαλικό της προσανατολισμό, αφού πρώτα την υπέβαλε σε «ανάκριση για τις επιλογές της στην προσωπική ζωή».

Συγκεκριμένα η γυναίκα για καιρού ασκούσε πίεση στο θύμα ρωτώντας επίμονα γιατί δεν έχει σύντροφο και γιατί δεν ενδιαφέρεται για το ανδρικό φύλο. Όταν η εργαζόμενη της απάντησε ότι δεν ενδιαφέρεται να βρει σύντροφο, οι πιεστικές ερωτήσεις συνεχίστηκαν, με αποτέλεσμα η υπάλληλος να φτάσει να απαντήσει ότι «δεν ενδιαφέρεται για άνδρες». Η πληροφορία αυτή με τη μορφή διαδόθηκε ως… κουτσομπολιό και φήμη στον εργασιακό χώρο των δύο γυναικών και φυσικά, υπήρξαν συνέπειες.

Οι ψυχικές συνέπειες

Ενώπιον της Επιτροπής η γυναίκα που έκανε τις πιεστικές ερωτήσεις στη συνάδελφό της, δήλωσε ότι δεν πίστευε ότι οι πιεστικές της ερωτήσεις ισοδυναμούσαν με ομοφοβική διάκριση ή επίθεση στη γυναίκα και ότι επίσης δεν θεωρούσε ότι η πίεση στην οποία την υπέβαλε ήταν ξεκάθαρη εργασιακή παρενόχληση.

Ωστόσο, ενώπιον της Επιτροπής αποκαλύφθηκε ότι αυτού του είδους η συμπεριφορά εκείνη την ημέρα έκαναν την εργαζόμενη να ξεσπάσει σε κλάματα, καθώς ποτέ προηγουμένως δεν είχε αποκαλύψει σε κανέναν στον χώρο εργασίας της ότι είναι ομοφυλόφιλη.

Όπως μάλιστα σημειώνεται στο δημοσίευμα, η αποκάλυψη είχε ως αποτέλεσμα να κλειστεί η γυναίκα στο μπάνιο, μην έχοντας από πού να ζητήσει βοήθεια και στήριξη για να αντιμετωπίσει το περιστατικό.

Η ίδια εξήγησε στην Επιτροπή ότι ο βρεφονηπιακός σταθμός δεν είχε λάβει τα κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση της παρενόχλησης που υφίστατο, ενώ είδε τη ζωή και τις εργασιακές συνθήκες να αλλάζουν γι’ αυτήν προς το χειρότερο, όταν αποφάσισε να διαμαρτυρηθεί στη διεύθυνση.

Το σκεπτικό της απόφασης

Όπως εξήγησε, λίγο καιρό μετά άλλαξε πόστο και είδε τις εργατοώρες της να μειώνονται. Από την πλευρά της η διοίκηση του βρεφονηπιακού σταθμού απέδωσε την μετακίνηση και τη συρρίκνωση του ωραρίου της στις νέες συνθήκες που επέβαλε η πανδημία του COVID-19. Και φυσικά, αυτό θα μπορούσε να σταθεί ως επιχείρημα, αν ο εργοδότης της γυναίκας δεν ανέφερε ότι θα ήταν πιο σοφό εκ μέρους της να πει ψέματα αναφορικά με τον σεξουαλικό της προσανατολισμό για να αποφύγει τα… χειρότερα.

Ο υπεύθυνος της Επιτροπής για την εκδίκαση της υπόθεσης, Τόμας Ο’ Ντρίσκολ, ο οποίος εξέτασε την καταγγελία, διαπίστωσε ότι η γυναίκα που ασκούσε πίεση, μπορεί όντως να μην είχε σκοπό να ταπεινώσει ή να βλάψει την πρώην εργαζόμενη. Ωστόσο, ανέφερε ότι δεν είχε ενημερωθεί πλήρως από τον βρεφονηπιακό σταθμό σχετικά με το τι συνιστά παρενόχληση και ότι η καταγγέλλουσα βίωσε μία εξαιρετικά δυσάρεστη εμπειρία με την αποκάλυψη μίας ιδιωτικής της υπόθεσης, κάτι που έγινε ακόμα χειρότερο από την απάθεια και την αδιάφορη στάση του υπόλοιπου προσωπικού απέναντι σε αυτό το ζήτημα.

Ο Ο’ Ντρίσκολ διέταξε τον βρεφονηπιακό σταθμό να καταβάλει αποζημίωση για ομοφοβικές διακρίσεις εναντίον της γυναίκας, η οποία ανέρχεται σε 5.000 ευρώ.