Μετά την αποδοχή της στρατηγικής ήττας της στο Αφγανιστάν ήδη επί προεδρίας Ομπάμα, η Ουάσινγκτον αποφάσισε να διαχειριστεί την εν λόγω ήττα και να την μετατρέψει σε τακτικό ελιγμό για να φέρει σε δύσκολη θέση τους παγκόσμιους και περιφερειακούς της γεωπολιτικούς αντιπάλους, την Ρωσία, την Κίνα και το Ιράν.

γράφει ο Δρ. Ευάγγελος Βενέτης*

Το Αφγανιστάν είναι το μοναδικό ίσως σημείο στον κόσμο όπου τα συμφέροντα των ανωτέρω δυνάμεων συγκρούονται με τόσο άμεσο τρόπο, καθώς σχεδόν όλοι οι εμπλεκόμενοι, πλην των ΗΠΑ, έχουν αμέσως ή εμμέσως κοινά σύνορα.

Καθώς η αλλαγή της αμερικανικής στρατηγικής ξεκίνησε επί Ομπάμα, συνεχίσθηκε επί Τραμπ και ενισχύεται επί Μπάιντεν. Η στρατηγική αυτή στοχεύει στην δημιουργία αφγανικής κυβέρνησης συνεργασίας με όλες τις αντιπαρατιθέμενες παρατάξεις: τους Ταλιμπάν και την πάλαι ποτέ Βόρεια Συμμαχία.

Καθώς όμως καμία από τις δύο πλευρές δεν θέλησε όσο οι Αμερικανοί ήταν στο Αφγανιστάν να συναινέσουν στο κοινό αυτό κυβερνητικό σχήμα, οι ΗΠΑ αποφάσισαν να υποχωρήσουν από το Αφγανιστάν και να δώσουν την σκυτάλη της εξουσίας στο φιλοδυτική πτέρυγα των Ταλιμπάν με όλους τους κινδύνους που μια τέτοια ενέργεια ενέχει για τα αμερικανικά συμφέροντα, καθώς μεταξύ των Ταλιμπάν υπάρχουν ισχυρά δίκτυα με έντονα αντιαμερικανικά αισθήματα.

Για να μειώσουν την πιθανότητα οι Ταλιμπάν να στραφούν ενάντια στις ΗΠΑ, μετέφεραν προς δυόμισι χρόνων τα φιλαμερικανικά δίκτυα του λεγόμενου Ισλαμικού Κράτους (ΙΚ) από την Συρία και το Ιράκ, όπου είχαν ηττηθεί κατά κράτος από τις σηιτικές δυνάμεις υπό την καθοδήγηση του στρατηγού Γασέμ Σολεϊμανί.

Η αμερικανική προσέγγιση των Ταλιμπάν έχει σκοπό την διαίρεση κι ουδετεροποίησή τους από το συντηρητικό σουνιτικό ουαχαβιτικό ισλαμικό ιδεολογικό τους πλαίσιο. Μέσο για την επίτευξη αυτού του σκοπού είναι η παροχή υλικών πόρων σε ένα στενό κύκλο της ηγεσίας των Ταλιμπάν αλλά κι η απειλή ενδο-ουαχαβιτικού εμφυλίου με το ΙΚ.

Εν τέλει επιχειρησιακός σκοπός της Ουάσινγκτον είναι να προκύψει η πολυπόθητη για τους Αμερικανούς κυβέρνηση συνεργασίας των Ταλιμπάν με τις δυνάμεις της Βόρειας Συμμαχίας που σήμερα αντιπροσωπεύουν μια σειρά οργανώσεων υπό τον Αχμάντ Μασούντ, τον Αμπντ ολ Ρασίντ Ντοστούμ κ.α. Καθώς όμως είναι αβυσσαλέο το χάσμα αιώνων μεταξύ των δύο πλευρών είναι δύσκολη μια τέτοια εξέλιξη. 

Παράλληλα η εν λόγω όμως στρατηγική έχει το βασικό μειονέκτημα ότι δείχνει να αγνοεί τα διδάγματα του πρόσφατου παρελθόντος, ότι δηλαδή τα σουνιτικά ισλαμιστικά δίκτυα τίθενται από ένα σημείο και μετά ανεξέλεγκτα και στρέφονται έναντι των ίδιων τους των φιλοδυτικών χορηγών. Ίσως η Ουάσινγκτον να είναι έτοιμη να ριψοκινδυνεύσει αυτή την προοπτική στην προσπάθειά της να κρατήσει τις ισλαμιστικές δυνάμεις διαιρεμένες βραχυπρόθεσμα. Μεσοπρόθεσμα όμως…;

  • ο Δρ. Ευάγγελος Βενέτης είναι Ειδικός σε θέματα Ισλάμ και Μέσης Ανατολής