Ο συνολικός αριθμός κρουσμάτων της COVID-19 που έχουν καταγραφεί στο Βέλγιο έφθασε το μισό εκατομμύριο, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν σήμερα αλλά η χώρα ίσως έχει περάσει την κορύφωση του δεύτερου κύματος του κορονοϊού καθώς ο αριθμός των νοσηλευομένων μειώνεται σταδιακά.

Η χώρα των 11 εκατ. κατοίκων, όπου βρίσκεται η έδρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, έχει από τα υψηλότερα στον κόσμο ποσοστά θνησιμότητας λόγω της COVID-19 και καταγράφει μια από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη αυξήσεις στα κρούσματα κατά τη διάρκεια της εκ νέου έξαρσης του ιού μετά το καλοκαίρι.

Τα στοιχεία από το ινστιτούτο υγείας Sciensano έδειξαν ότι ο αριθμός των θετικών τεστ COVID-19 ξεπέρασαν χθες τα 500.000 ύστερα από μια περίοδο δύο εβδομάδων κατά την οποία ο ημερήσιος μέσος όρος νέων περιστατικών ξεπερνούσε τις 12.600.

Τις τελευταίες επτά ημέρες καταγράφηκε μείωση 40% στον ημερήσιο μέσο όρο περιστατικών σε σύγκριση με μια εβδομάδα νωρίτερα. Αν και αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι οι αρχές διενεργούν ελέγχους μόνο σε όσους εμφανίζουν συμπτώματα, οι εισαγωγές ασθενών στα νοσοκομεία μειώθηκαν κατά 9% την ίδια περίοδο.

Ο εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας Ιβ Βαν Λέτεμ δήλωσε ότι αναμένει ο αριθμός των ασθενών σε μονάδες εντατικής θεραπείας να παραμείνει κάτω από την ανώτατη δυναμικότητα των 2.000 νοσηλευομένων. «Ακόμα κι αν ο αριθμός των ασθενών σε εντατική θεραπεία συνεχίσει να αυξάνεται οριακά, μπορούμε να αναμένουμε ότι αυτός ο αριθμός θα ομαλοποιηθεί κατά τη διάρκεια της εβδομάδας και θα παραμείνει κάτω από τους 1.500 ασθενείς», δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου.

Ο πρωθυπουργός Αλεξάντερ Ντε Κρο δήλωσε στον ραδιοφωνικό σταθμό La Premiere σήμερα ότι η κατάσταση παραμένει πολύ δύσκολη για τα νοσοκομεία.

«Εάν έχουμε φθάσει στο αποκορύφωμα, αυτό το γνωρίζουμε μόνο μετά», δήλωσε ο Ντε Κρο. «Είναι σαφές ότι οι εορτασμοί για το τέλος του έτους θα γίνουν με διαφορετικό τρόπο».

Ο αριθμός των νεκρών στον Βέλγιο λόγω της COVID-19 από τότε που ξεκίνησε η πανδημία είναι 13.055, σύμφωνα με το Sciensano. Η κυβέρνηση έχει επιβάλει κοινωνικούς περιορισμούς για να ανακόψει την εξάπλωση του ιού και θα επανεξετάσει τα μέτρα αυτά, συμπεριλαμβανομένου του κλεισίματος όλων των μη απαραίτητων καταστημάτων, την 1η Δεκεμβρίου.

Αυστρία

Το ενδεχόμενο επιβολής ακόμη αυστηρότερων μέτρων, πέραν του μερικού lockdown που ισχύει στην Αυστρία από την περασμένη Τρίτη, 3 Νοεμβρίου, εάν οι καθημερινές νέες λοιμώξεις δεν μειωθούν και ο αριθμός των ασθενών Covid-19 με ανάγκες εντατικής θεραπείας συνεχίζει να αυξάνεται, επισήμανε σε δηλώσεις του ο Αυστριακός υπουργός Υγείας Ρούντολφ ‘Ανσομπερ, ενόψει της συνεχιζόμενης ραγδαίας αύξησης των νέων κρουσμάτων κορονοϊού.

Οι επόμενες ημέρες θα είναι καθοριστικές και, εάν δεν υπάρξει εκτόνωση με την επίδραση του μερικού Lockdown, τότε θα πρέπει να εντείνουμε το μερικό lockdown, ανέφερε, σημειώνοντας ότι ο αριθμός των θετικών τεστ συνεχίζει να είναι “δραματικά υψηλός”, ενώ οι ήδη 459 ασθενείς που νοσηλεύονται σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας — αριθμός που σημαίνει αύξηση κατά 58% μέσα σε μία εβδομάδα – προκαλούν “ανησυχία” και πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή να μην ξεπεραστούν “τα όρια του συστήματος υγείας”.

Όπως πρόσθεσε ο υπουργός Υγείας, λόγω πάρα πολλών περιπτώσεων λοίμωξης σε γηροκομεία και οίκους φροντίδας, έχουν ενταθεί μαζικά τα διενεργούμενα τεστ εκεί, όπου καταγράφηκαν τελευταία 1.507 κρούσματα, ενώ υπήρχαν και 877 επιβεβαιωμένες περιπτώσεις μεταξύ του προσωπικού. Την περασμένη εβδομάδα παραδόθηκαν σε γηροκομεία και οίκους φροντίδας 100.000 τεστ αντιγόνων και έχουν παραγγελθεί επιπλέον τρία εκατομμύρια.

Ο Ρούντολφ ‘Ανσομπερ έκανε εκ νέου έκκληση να μειωθούν «τουλάχιστον στο μισό οι επαφές, να γίνεται χρήση μάσκας, να τηρείται η ελάχιστη απόσταση καθώς και τα άλλα μέτρα που προβλέπονται στο μερικό lockdown, όπως οι περιορισμοί της νυκτερινής κυκλοφορίας, και να να χρησιμοποιείται η εφαρμογή του Stopp Corona».

Ο αριθμός των ενεργών περιπτώσεων κοροναϊού στην Αυστρία, σύμφωνα με τα στοιχεία στον πίνακα ελέγχου του Οργανισμού για την Υγεία και την Ασφάλεια των Τροφίμων, είναι 77.924, με την αναλογία των νέων λοιμώξεων την περασμένη εβδομάδα να βρίσκεται στα 461 ανά 100.000 κατοίκους.

Σε 5.933 ανήλθαν τα νέα κρούσματα μέσα στο προηγούμενο εικοσιτετράωρο, 3.006 άνθρωποι νοσηλεύονται, οι 432 από αυτούς σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, και 1.335 άνθρωποι έχουν πεθάνει σε εθνικό επίπεδο από επιπλοκές του Covid-19.

Πορτογαλία

Η Πορτογαλία εισήλθε σήμερα σε κατάσταση υγειονομικής έκτακτης ανάγκης και το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της ετοιμάζεται για την πρώτη νύχτα με απαγόρευση κυκλοφορίας, τελευταίο μέχρι σήμερα μέτρο κατά της πανδημίας που χαρακτηρίζεται «καταστροφικό» για τους επαγγελματίες της εστίασης.

Μπορεί η κατάσταση έκτακτης ανάγκης να εφαρμόζεται στο σύνολο της χώρας, όμως η «απαγόρευση κυκλοφορίας σε δημόσιο δρόμο» από τις 23:00 έως τις 05:00 αφορά 121 δήμους που θεωρούνται «αυξημένου κινδύνου» και όπου ζει το 70% των δέκα εκατομμυρίων Πορτογάλων.

Το επόμενο και το μεθεπόμενο Σαββατοκύριακο, η απαγόρευση κυκλοφορίας θα ξεκινά από τις 13:00 το Σάββατο και θα ισχύει την Κυριακή, όμως προβλέπονται εξαιρέσεις για εκείνους που εργάζονται ή για περιπτώσεις ανωτέρας βίας.

«Τα ωράρια αυτά είναι μια καταστροφή για τον τομέα της εστίασης», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Ζοάου Περέιρα, που διευθύνει ένα μικρό μπιστρό στο κέντρο της Λισαβόνας το οποίο αριθμεί λιγότερα από δέκα τραπέζια.

«Αν πρέπει να κλείνουμε στη μία το μεσημέρι του Σαββάτου, δεν θα μπορούμε καν να εξυπηρετούμε όσους θέλουν να γευματίσουν!» λέει πίσω από τον πάγκο του αυτός ο εξηντάχρονος άνδρας, που διστάζει να ανοίξει ακόμη και το πρωί του Σαββάτου.

Οι κάτοικοι 121 δήμων «αυξημένου κινδύνου» που περιλαμβάνουν κυρίως τη Λισαβόνα, το Πόρτο (βόρεια) και τα προάστιά τους, είχαν ήδη κληθεί από την Τετάρτη, 4 Νοεμβρίου, να τεθούν σε καθεστώς τηλεργασίας και να παραμείνουν στα σπίτια τους κάνοντας «τον καθήκον τους ως πολίτες».

Αντίθετα με το λοκντάουν της άνοιξης, τα σχολεία μένουν ανοικτά, όπως και τα εστιατόρια, τα καταστήματα και οι πολιτιστικοί χώροι, αν και θα πρέπει να κλείνουν νωρίτερα.

Αφού κατέστησε υποχρεωτική τη χρήση μάσκας σε δημόσιους χώρους, η σοσιαλιστική κυβέρνηση αύξησε τους περιορισμούς με σκοπό να ανακόψει την αναζωπύρωση της επιδημίας που πλήττει την Πορτογαλία και τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.

Από τα μέσα Οκτωβρίου, ο αριθμός των νέων ημερήσιων περιστατικών έχει τριπλασιαστεί, ξεπερνώντας το Σάββατο τις 6.000 μολύνσεις. Με περισσότερους από 2.500 ανθρώπους να έχουν εισαχθεί σε νοσοκομεία, εκ των οποίων σχεδόν 400 σε μονάδες εντατικής θεραπείας, τα πορτογαλικά νοσοκομεία υφίστανται μια πίεση που έχει υπερβεί σαφώς εκείνην του πρώτου κύματος της πανδημίας.