Η γενική εισαγγελέας της Νέας Υόρκης, Λετίτια Τζέιμς, η οποία είχε ηγηθεί της πολύκροτης αστικής έρευνας για απάτη εναντίον του Ντόναλντ Τραμπ, φέρεται να κατηγορείται ποινικά από ομοσπονδιακό σώμα ενόρκων στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Συγκεκριμένα, οι εισαγγελείς κατηγορούν την Τζέιμς για τραπεζική απάτη και ψευδείς δηλώσεις προς χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, σχετικά με στεγαστικό δάνειο για ένα σπίτι στο Νόρφολκ της Βιρτζίνια, όπως αναφέρουν τα δικαστικά έγγραφα.

Σε δήλωσή της, η Τζέιμς κατηγόρησε τον Τραμπ -ο οποίος πρόσφατα πίεσε δημόσια τους εισαγγελείς να απαγγείλουν ποινικές κατηγορίες εναντίον της- για «απεγνωσμένη εργαλειοποίηση του δικαστικού μας συστήματος».

«Εξαναγκάζει τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες επιβολής του νόμου να ενεργούν σύμφωνα με τις εντολές του, μόνο και μόνο επειδή έκανα τη δουλειά μου ως γενική εισαγγελέας της Πολιτείας της Νέας Υόρκης», είπε.

«Αυτές οι κατηγορίες είναι αβάσιμες και οι ίδιες οι δημόσιες δηλώσεις του προέδρου καθιστούν σαφές ότι ο μοναδικός του στόχος είναι η πολιτική εκδίκηση με κάθε κόστος», τόνισε.

Η ομοσπονδιακή εισαγγελέας που έχει αναλάβει την υπόθεση, Λίντσεϊ Χάλιγκαν, δήλωσε ότι η υπόθεση αποδεικνύει ότι «κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου. Οι κατηγορίες, όπως διατυπώνονται σε αυτήν την υπόθεση, αντιπροσωπεύουν εσκεμμένες εγκληματικές πράξεις και τεράστιες παραβιάσεις της δημόσιας εμπιστοσύνης. Τα γεγονότα και ο νόμος στην υπόθεση αυτή είναι σαφή και θα συνεχίσουμε να τους ακολουθούμε, ώστε να διασφαλίσουμε ότι θα αποδοθεί δικαιοσύνη».

Ο Τραμπ διόρισε τη Χάλιγκαν, πρώην προσωπική του δικηγόρο, για να επιβλέπει την υπόθεση, μετά την παραίτηση του ομοσπονδιακού εισαγγελέα, Έρικ Σίμπερτ. Σύμφωνα με το BBC, ο Σίμπερτ απομακρύνθηκε αφού ενημέρωσε το υπουργείο Δικαιοσύνης ότι δεν είχε βρει επαρκή στοιχεία για να απαγγείλει κατηγορίες εναντίον της Τζέιμς.

Η πρώτη εμφάνιση της Τζέιμς στο δικαστήριο έχει οριστεί για τις 24 Οκτωβρίου στο Νόρφολκ.

Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι η Τζέιμς αγόρασε μια κατοικία τριών υπνοδωματίων στο Νόρφολκ, χρησιμοποιώντας στεγαστικό δάνειο που απαιτούσε να χρησιμοποιεί το ακίνητο ως δευτερεύουσα κατοικία και δεν επέτρεπε κοινή ιδιοκτησία ή «χρονική μίσθωση» του σπιτιού.

Το κατηγορητήριο αναφέρει ότι «το ακίνητο δεν κατοικήθηκε, ούτε χρησιμοποιήθηκε από την Τζέιμς ως δευτερεύουσα κατοικία, αλλά χρησιμοποιήθηκε ως επενδυτικό ακίνητο προς ενοικίαση, το οποίο νοικιαζόταν σε μια οικογένεια τριών ατόμων».

Η «παραπλάνηση» αυτή, σύμφωνα με τους εισαγγελείς, επέτρεψε στην Τζέιμς να εξασφαλίσει ευνοϊκότερους όρους δανείου, οι οποίοι δεν θα ήταν διαθέσιμοι για επενδυτικό ακίνητο.

Η Χάλιγκαν δήλωσε ότι, εάν καταδικαστεί η Τζέιμς, μπορεί να αντιμετωπίσει έως και 30 χρόνια φυλάκιση ανά κατηγορία και πρόστιμο έως 1 εκατομμύριο δολάρια για κάθε κατηγορία.

Ο δικηγόρος της Τζέιμς, Άμπε Λόουελ, δήλωσε: «Ανησυχούμε ότι αυτή η υπόθεση καθοδηγείται από την επιθυμία του προέδρου Τραμπ για εκδίκηση».

Τον περασμένο μήνα, ο Τραμπ κάλεσε τη γενική εισαγγελέα των ΗΠΑ, Παμ Μπόντι, η οποία ηγείται του υπουργείου Δικαιοσύνης, να διώξει τους πολιτικούς του αντιπάλους, μεταξύ των οποίων και την Τζέιμς.

«Δεν μπορούμε να καθυστερούμε άλλο, καταστρέφει τη φήμη και την αξιοπιστία μας», έγραψε σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Κατηγορούνται και άλλοι δύο πρώην αξιωματούχοι των ΗΠΑ

Η Τζέιμς ήταν μία από τους πολλούς αντιπάλους του Τραμπ που κατονομάστηκαν σε εκείνη την ανάρτηση. Ο Τραμπ κάλεσε επίσης την Μπόντι να διερευνήσει τον πρώην διευθυντή του FBI, Τζέιμς Κόμεϊ, ο οποίος κατηγορήθηκε ποινικά λίγο μετά την ανάρτηση. Δήλωσε αθώος την Τετάρτη, αφού του ασκήθηκαν κατηγορίες για ψευδή δήλωση στο Κογκρέσο.

Το υπουργείο Δικαιοσύνης φέρεται επίσης να έχει ανοίξει έρευνες και για τον πρώην σύμβουλο εθνικής ασφάλειας του Τραμπ, Τζον Μπόλτον, καθώς και τον Δημοκρατικό γερουσιαστή της Καλιφόρνια, Άνταμ Σιφ.

Στην αστική υπόθεση απάτης που είχε ασκήσει η Τζέιμς, ο Τραμπ κρίθηκε ένοχος για παραποίηση αρχείων, προκειμένου να εξασφαλίσει ευνοϊκότερα δάνεια, με αποτέλεσμα την επιβολή προστίμου 500 εκατομμυρίων δολαρίων. Το πρόστιμο αυτό ακυρώθηκε αργότερα από εφετείο, το οποίο το χαρακτήρισε υπερβολικό, αν και διατήρησε την κρίση περί απάτης.

Κατά τη διάρκεια της υπόθεσης, ο Τραμπ επιτέθηκε επανειλημμένα στην Τζέιμς έξω από την αίθουσα του δικαστηρίου, κατηγορώντας την ότι διεξάγει «πολιτικό κυνήγι μαγισσών» εναντίον του. Η Τζέιμς είχε δηλώσει τότε ότι τα δικαστήρια είχαν αποφανθεί πως ο Τραμπ «δεν είναι υπεράνω του νόμου».

Την Πέμπτη, η Τζέιμς δήλωσε ότι παραμένει σταθερή στις νομικές ενέργειες του γραφείου της εναντίον του Τραμπ και της επιχείρησής του.

Η κυβερνήτης της Νέας Υόρκης, Κάθι Χόκουλ, δήλωσε ότι το κατηγορητήριο της Τζέιμς «δεν είναι τίποτα λιγότερο από εργαλειοποίηση του υπουργείου Δικαιοσύνης για την τιμωρία όσων ζητούν λογοδοσία από τους ισχυρούς».

Η Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών της Νέας Υόρκης και η Αμερικανική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών χαρακτήρισαν την υπόθεση «το πιο πρόσφατο παράδειγμα μιας μακράς σειράς κραυγαλέων καταχρήσεων εξουσίας από τον πρόεδρο Τραμπ».