Τους βασικούς άξονες για την επίλυση των προβλημάτων στο κέντρο της Αθήνας που σχετίζονται με την αστεγία και την χρήση ναρκωτικών, παρουσιάζει ο Εθνικός Συντονιστής για τα Ναρκωτικά Δρ Χρήστος Κουϊμτσίδης.

Σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, αναφέρει ότι στο κέντρο της Αθήνας παρατηρείται εδώ και πολλά χρόνια (πλέον της 15ετίας) συγκέντρωση μεγάλου αριθμού ατόμων σε κεντρικές πλατείες ή άλλους χώρους, όπου πραγματοποιείται διακίνηση και χρήση ναρκωτικών ουσιών. Οι ουσίες που κυρίως χρησιμοποιούνται είναι η ηρωίνη, κυρίως για ενδοφλέβια χρήση, και η κρυσταλλική μεθαμφεταμίνη, το ονομαζόμενο σίσα. Ένας αριθμός των ατόμων αυτών είναι και άστεγος, οπότε χρησιμοποιεί αυτούς τους χώρους συνάθροισης και ως χώρους διαμονής, ενώ άλλοι διαμένουν περιφερειακά του κέντρου και μετακινούνται στο κέντρο για αγορά και χρήση.

Θεωρείται ότι η σχέση αστεγίας και χρήσης ουσιών (συμπεριλαμβανομένου και του αλκοόλ) είναι κυκλική και αλληλεξαρτώμενη με αφετηρία είτε την έλλειψη εργασίας και στη συνέχεια στέγης που οδηγεί στη χρήση, είτε ξεκινά από τη χρήση ουσιών, η οποία οδηγεί στην απώλεια εργασίας και στέγης. Ο Εθνικός Συντονιστής για τα Ναρκωτικά σημειώνει ότι η εμπειρία διεθνώς έχει τεκμηριωμένα καταδείξει ότι η παροχή στέγης αποτελεί την αρχή κάθε επιτυχημένου μοντέλου για την αντιμετώπιση του προβλήματος των ατόμων που κάνουν χρήση ουσιών και της θεραπευτικής τους αντιμετώπισης.

Τονίζει ότι το πρόβλημα της αστεγίας είναι εθνικό. Όλες οι τοπικές κοινωνίες πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη και υποχρέωση ως προς την προσφορά στέγης και εργασίας στους άστεγους συμπολίτες τους, που για τον έναν ή τον άλλο λόγο βρέθηκαν στην δύσκολη κατάσταση της αστεγίας. Η επίλυση του προβλήματος όσον αφορά τους συμπολίτες μας που κάνουν και χρήση ουσιών περιλαμβάνει μακροπρόθεσμα και την πρόληψη τόσο της χρήσης ουσιών, όσο και των αντίστοιχων ροών προς τα μεγάλα αστικά κέντρα ευάλωτων πληθυσμών και αστέγων, αναφέρει ο Εθνικός Συντονιστής για τα Ναρκωτικά.

Βασικοί άξονες για τη διαχείριση του κέντρου της Αθήνας

Η προσέγγιση όσον αφορά την επίλυση του προβλήματος στο κέντρο της Αθήνας έχει τρία χρονικά επίπεδα, σύμφωνα με τον κ. Κουϊμτσίδη. (α) το άμεσο που αφορά τη διαχείριση του προβλήματος στο κέντρο της Αθήνας, (β) το μεσοπρόθεσμο που στοχεύει στην ανακούφιση του κέντρου και αφορά δράσεις στα όρια του Δήμου της Αθήνας, αλλά και των γειτονικών Δήμων ή περιφερικά της Αθήνας, και (γ) δράσεις σε όλη την επικράτεια. Η διεθνής εμπειρία, αλλά και η επιστημονικά τεκμηριωμένη γνώση προτείνει ότι σε άμεσο επίπεδο οι δράσεις πρέπει να γίνουν στους χώρους όπου υπάρχει το πρόβλημα και να αφορούν τέσσερις άξονες:

1ος Άξονας: Παροχή στέγης με ίδρυση υπνωτηρίων και ξενώνων περιορισμένης/μεταβατικής διαμονής στο κέντρο, όπως έχει ήδη γίνει με τον ξενώνα ΙΟΝΙΣ και όπως υλοποιείται με το νέο υπνωτήριο του ΟΚΑΝΑ στην οδό Σουρμελή.

2ος Άξονας: Διαχείριση και μείωση της δημόσιας χρήσης ουσιών με τη λειτουργία Χώρων Εποπτευόμενης Χρήσης, άμεσα στο κέντρο και μεσοπρόθεσμα σε περιφερειακούς δήμους και όπου υπάρχει ανάγκη.

3ος Άξονας: Μείωση της ανωφελούς μετακίνησης των συμπολιτών μας κατά τη διάρκεια της ημέρας με την ενίσχυση, διεύρυνση και λειτουργία επιπλέον Κέντρων Ημέρας και φροντίδας στο κέντρο, όπως ήδη λειτουργούν από τον ΟΚΑΝΑ, ΚΕΘΕΑ, ΜΚΟ και επίσης προβλέπεται στο κτίριο της οδού Σουρμελή.

4ος Άξονας: Δράσεις για τη μείωση της βλάβης και διασφάλιση της δημόσιας υγείας με την πρόληψη επιδημιών, αλλά και τη φροντίδα της υγείας των συμπολιτών μας χρηστών ουσιών, με διανομή/ανταλλαγή συρίγγων και άλλου υγειονομικού υλικού.

«Η τοπική κοινωνία μπορεί να συμβάλει στην επίλυση των προβλημάτων»

Οι δράσεις των παραπάνω αξόνων μπορεί να παρέχονται σε μεμονωμένους χώρους, σταθερούς ή κινητούς ή σε πολύ-χώρους, αναφέρει ο κ. Κουϊμτσίδης. «Πολλοί θα πουν ότι τέτοιες δράσεις έχουν επιπτώσεις. Ναι όντως, προσφέρουν θεραπευτική επιλογή σε άστεγους ανθρώπους, επανατοποθετούν την αξιοπρέπεια στους ανθρώπους αυτούς, μειώνουν το βάρος που σηκώνει η κάθε γειτονιά από το φαινόμενο της αστεγίας, αλλά παράλληλα καλύπτονται και ουσιαστικές ιατρικές, αλλά και υποστηρικτικές ανάγκες όχι μόνο των ωφελούμενων ατόμων, αλλά και πιθανών άλλων «κρυφών» πληθυσμών που έχουν θεραπευτική ανάγκη και δεν έχουν κάπου να απευθυνθούν. Από την άλλη μεριά πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι κάθε δράση μπορεί να έχει ανεπιθύμητες επιπτώσεις.

Οι περισσότερες από αυτές μπορούν να προβλεφθούν, στηριζόμενοι στη διεθνή και τοπική εμπειρία, ώστε να ληφθούν μέτρα πρόληψης και αντιμετώπισης τους κατά τη φάση του σχεδιασμού των δράσεων. Για αυτό είναι απαραίτητη η συνεχής πολύ-επίπεδη αξιολόγηση τόσο της εφαρμογής των δράσεων, όσο και των επιπτώσεων τους».

Ο Εθνικός Συντονιστής για τα Ναρκωτικά εξηγεί ότι στόχος είναι τα οφέλη να ισοσκελίζουν τις πιθανές ανεπιθύμητες επιπτώσεις σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. «Στο εγχείρημα αυτό ο ρόλος των κατοίκων του κέντρου αλλά και όλων των συμπολιτών μας είναι εξαιρετικής σημασίας. Η δυσκολία για την επίλυση του προβλήματος δεν πρέπει να μας αποτρέπει από την προσπάθεια. Οι προβληματισμοί και οι απόλυτα κατανοητοί φόβοι για πιθανές αρνητικές επιπτώσεις δεν πρέπει ούτε να απαξιώνουν τις δράσεις που σχεδιάζονται, αλλά ούτε και να οδηγούν σε παθητικότητα. Το πρόβλημα υπάρχει και θα επιδεινώνεται όσο δεν το αντιμετωπίζουμε. Πρέπει να έρθουμε πρόσωπο με πρόσωπο και να το δούμε, να το προσπαθήσουμε, παρέχοντας επιλογές και λύσεις στους ανθρώπους που έχουν ανάγκη».