Η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας μας έχει συνηθίσει, για κάθε πρόβλημα που ανακύπτει και κάθε αστοχία των πολιτικών της, να αποκρύπτει την αλήθεια, να μετακυλύει τις ευθύνες σε άλλους και να διαχειρίζεται τα πάντα με όπλο την επικοινωνία και τα fake news. Όμως, την πασίδηλη πλέον πραγματικότητα των ανατιμήσεων και της αδυναμίας των πολιτών να έχουν πρόσβαση σε βασικά είδη πρώτης ανάγκης πώς θα τη διαχειριστεί; Ποιοι επικοινωνιακοί τακτικισμοί δύνανται να συγκαλύψουν μια κατάσταση, για τη διόγκωση της οποίας η ίδια η Κυβέρνηση είναι αποκλειστικά υπεύθυνη; Προφανώς κανείς, καθώς «η πραγματικότητα δεν σταματά να υπάρχει όταν την αγνοούμε», όπως θα έλεγε ο Thomas Sowell.

Γράφει ο Ιωάννης Αθ. Σαρακιώτης*

Τον τόνο της ακρίβειας δίνει η πολιτική της Κυβέρνησης σχετικά με τις αυξήσεις στην τιμή του ρεύματος έως και κατά 50%, οι οποίες προφανώς συμπαρασύρουν και τις τιμές σε βασικά καταναλωτικά αγαθά. Ο πολίτης έρχεται πλέον αντιμέτωπος με αυξήσεις ύψους 20% – 25% στην τιμή του ψωμιού, ενώ ακόμη και το κλασικό κουλούρι των 50 λεπτών θα φθάσει εν τέλει να πωλείται έναντι 70 λεπτών του ευρώ.

Παρόμοια κατάσταση παρατηρείται από τις αρχές του έτους και στις τιμές των ζωοτροφών, οι οποίες αυξάνονται επί ζημία των παραγωγών και κατ’ επέκταση των καταναλωτών. Όπως επισημάνθηκε πρόσφατα μέσω επίκαιρης ερώτησης προς τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης, η τιμή στο καλαμπόκι έχει αυξηθεί από τα 24 στα 40 λεπτά/κιλό (!), στη σόγια από τα 55 στα 75, στο κριθάρι από τα 22 στα 32 και στο ηλιάλευρο από τα 37 στα 45 λεπτά/κιλό, δίνοντας έτσι τη χαριστική βολή στην ελληνική κτηνοτροφία.

Αναφορικά με τον κλάδο των οικοδομών, οι τιμές στα υλικά ακολουθούν ομοίως την ανιούσα με το κόστος κατασκευής, σύμφωνα με εκπροσώπους της αγοράς, να έχει αυξηθεί ήδη κατά 20-30%, ενώ οι προβλέψεις για τη φετινή χρονιά είναι εξαιρετικά δυσοίωνες. Ορισμένες δε κατηγορίες υλικών γνωρίζουν αυξήσεις στις τιμές τους έως 75%. Με αυτά τα δεδομένα, διαπιστώνεται μια εξαιρετικά αρνητική προοπτική για τον κατασκευαστικό κλάδο, ο οποίος αποτελεί μία εκ των «ατμομηχανών» της ελληνικής οικονομίας και μάλιστα, σε μια περίοδο έναρξης της νέας φάσης του προγράμματος «Εξοικονομώ», το οποίο υπ’ αυτούς τους όρους υπονομεύεται και οδηγείται στην αποτυχία.

Προφανώς και δε συνιστά «διέξοδο» η αποδυνάμωση κάθε ελεγκτικού μηχανισμού, ο οποίος θα δύνατο να αναχαιτίσει το κύμα ανατιμήσεων, πολιτική την οποία είχε υποσχεθεί ο κ. Μητσοτάκης προεκλογικά προς τους επίδοξους κερδοσκόπους. Η Κυβέρνηση οφείλει να αντιληφθεί ότι η πλήρης εγκατάλειψη της αγοράς στην «τύχη» της αυξάνει τα φαινόμενα αισχροκέρδειας και αφήνει τους καταναλωτές απροστάτευτους. Το κύμα της ακρίβειας που σαρώνει την ελληνική οικονομία, δεν αντιμετωπίζεται με ευχές, με εκτιμήσεις για το παροδικό του φαινομένου ή με την απόκρυψή του από τους οικονομικούς συντάκτες των ΜΜΕ, όπως τους ζήτησε ο κ. Μητσοτάκης, αλλά με πρωτοβουλίες και δράσεις όπως αυτές που κατέθεσε στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης ο Πρόεδρος του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – Προοδευτική Συμμαχία, Αλέξης Τσίπρας.

*Ο Ιωάννης Αθ. Σαρακιώτης είναι δικηγόρος, βουλευτής Φθιώτιδας του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.-Προοδευτική Συμμαχία, αναπληρωτής τομεάρχης Ανάπτυξης και Επενδύσεων της Κοινοβουλευτικής Ομάδας